ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΙ: Παράλληλα με τα τρισάγια, τα μνημόσυνα, τα ονόματα που δίνομε στην Προσκομιδή για μνημόνευσι, μαζί με τα Σαρανταλείτουργα και τις ελεημοσύνες υπέρ των ψυχών των κεκοιμημένων, παράλληλα με όλα αυτά που έχει θεσπίσει η αγία μας Εκκλησία, επιβάλλεται να λέμε, το »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τους δούλους σου».
Αυτή η προσευχή ενδείκνυται περισσότερο για τους κεκοιμημένους σε σχέσι με τους ζώντας αδελφούς μας, εφ᾽ όσον οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πλέον να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Διότι έχει πλέον λήξει η προθεσμία μετανοίας τους.
Ο πανάγαθος όμως Θεός, έστω και την τελευταία στιγμή, θέλει όλους να τους σώση.
Εδώ είναι ένα λεπτό σημείο, που φαίνεται η αρχοντιά του Θεού η οποία αντί να μας συγκινή, πολλές φορές μας σκανδαλίζει. Εάν επενέβαινε από μόνος του ο Θεός για να σώση τις ψυχές των κεκοιμημένων θα παραβίαζε την ελευθερία τους, το αυτεξούσιο.
Οπότε περιμένει από μας ο καλός Θεός να προσφέρωμε ελεύθερα το δικό μας αυτεξούσιο υπέρ των ψυχών των κεκοιμημένων για να βρη «αφορμή» να βοηθήση όλες αυτές τις ψυχές. Και έτσι οι πάντες ωφελούνται. Και οι σεσωσμένοι, και οι κολασμένοι, εφ᾽ όσον και στις δύο καταστάσεις υπάρχουν άπειρες διαβαθμίσεις.
Όταν ξεκινάμε την ευχή του Ιησού, με ή χωρίς κομβοσχοίνι, την πρώτη μόνο φορά ενδείκνυται να αναφέρωμε κάποια ονόματα κεκοιμημένων, όπως ονόματα συγγενών γνωστών κλπ.
Να αναφέρωμε δηλαδή την πρώτη μόνο φορά τα ονόματα αυτά και μετά εν συνεχεία χωρίς να ζαλιζώμεθα και έτσι να συγχέεται ο νούς μας, επαναλαμβάνοντας συνεχώς τα ίδια ονόματα, να λέμε απλά μόνο το »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τους δούλους Σου». Εκεί μέσα, στο »ανάπαυσον τους δούλους Σου», ευρίσκονται όλοι οι απ᾽ αιώνος κεκοιμημένοι αδελφοί μας, αλλά επί πλέον κατά έναν εντελώς ξεχωριστό, μοναδικό και ιδιαίτερο τρόπο, ευρίσκονται και τα ονόματα που αναφέραμε την πρώτη μόνο φορά, στην αρχή.