Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι/ 9 – 16 – 9 εγώ ειμι η θύρα δι εμού εάν τις εισέλθη, σωθήσεται, καί εισελεύσεται καί εξελεύσεται, καί νομήν ευρήσει. 10 ο κλέπτης ουκ έρχεται ει μή ίνα κλέψη καί θύση καί απολέση εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι καί περισσόν έχωσιν.
11 εγώ ειμι ο ποιμήν ο καλός. ο ποιμήν ο καλός τήν ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ τών προβάτων 12 ο μισθωτός δέ καί ουκ ών ποιμήν, ού ουκ εισί τά πρόβατα ίδια, θεωρεί τόν λύκον ερχόμενον καί αφίησι τά πρόβατα καί φεύγει καί ο λύκος αρπάζει αυτά καί σκορπίζει τά πρόβατα.
13 ο δέ μισθωτός φεύγει, ότι μισθωτός εστι καί ου μέλει αυτώ περί τών προβάτων. 14 εγώ ειμι ο ποιμήν ο καλός, καί γινώσκω τά εμά καί γινώσκομαι υπό τών εμών, 15 καθώς γινώσκει με ο πατήρ καγώ γινώσκω τόν πατέρα, καί τήν ψυχήν μου τίθημι υπέρ τών προβάτων. 16 καί άλλα πρόβατα έχω, ά ουκ έστιν εκ τής αυλής ταύτης κακείνά με δεί αγαγείν, καί τής φωνής μου ακούσουσι, καί γενήσεται μία ποίμνη, είς ποιμήν.
Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι/ 9 – 16
9 Εγώ είμαι η θύρα. Δι’ εμού εάν κανείς εισέλθη, θα σωθή. Και θα εισέλθη εις την μάνδραν, δια να εύρη ασφάλειαν και ανάπαυσιν, και θα βγη, όταν είναι καιρός βοσκής και θα εύρη τροφήν. 10 Ο κλέπτης δεν έρχεται, ει μη μόνον δια να κλέψη και να σφάξη και να καταστρέψη. Τετοιοι ήσαν οι κακοί ποιμένες του Ισραήλ. Εγώ όμως ήλθα, δια να έχουν τα πρόβατα ζωήν, δια να έχουν με το παραπάνω την τροφήν των και κάθε τι καλόν και χρήσιμον.
11 Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός και πονετικός. Ο ποιμήν ο καλός και την ζωήν του ακόμα θυσιάζει δια να προφυλάξη τα πρόβατα από κάθε κίνδυνον. 12 Ο μισθωτός δε βοσκός, που δεν είναι ιδικά του τα πρόβατα και τα βόσκει μόνον και μόνον δια τον μισθόν του, βλέπει τον λύκον να έρχεται και αφίνει τα πρόβατα και φεύγει. Και τότε ανενόχλητος ο λύκος αρπάζει, κατασπαράσσει και διασκορπίζει τα πρόβατα. (Οι ανάξιοι πνευματικοί ποιμένες, που έχουν το έργον των μόνον και μόνον ως προσδοφόρον επάγγελμα, δεν ενδιαφέρονται να προφυλάξουν τα λογικά πρόβατα από τον διάβολον και τα όργανά του).
13 Ο μισθωτός βοσκός φεύγει, ακριβώς διότι είναι μισθωτός και δεν έχει καμμίαν διάθεσιν να εκθέση εις κίνδυνον την ζωήν του δια τα πρόβατα, διότι δεν ενδιαφέρεται δι’ αυτά, παρά μόνον δια τον μισθόν του. 14 Εγώ είμαι ο καλός ποιμήν και γνωρίζω τα ιδικά μου πρόβατα και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου. 15 Οπως με γνωρίζει και με αγαπά ο Πατήρ και εγώ επίσης γνωρίζω και αγαπώ τον Πατέρα, έτσι γνωρίζω και γνωρίζομαι από τα πρόβατα, έτσι αγαπώ και αγαπώμαι από τα πρόβατα, δια τούτο και παραδίδω την ψυχήν μου εις θάνατον χάριν των προβάτων.
16 Εχω και άλλα πρόβατα, τα οποία δεν είναι από αυτήν την μάνδραν, δεν ανήκουν στο έθνος των Εβραίων. Και εκείνα πρέπει εγώ να τα οδηγήσω και να τα ποιμάνω μαζή με τα άλλα ως καλός ποιμήν. Και εκείνα θα με γνωρίσουν και όταν τα καλώ θα ακούσουν την φωνήν μου, όπως και τα άλλα· και θα γίνη έτσι μία ποίμνη, η Εκκλησία, και ένας ποιμήν, ο Χριστός.