Σαρανταλείτουργο ονομάζεται η επί σαράντα συνεχείς ημέρες προσφορά της Θείας Ευχαριστίας υπέρ ζώντων και κεκοιμημένων.
Σαρανταλείτουργο συνήθως τελείται κατά τις σαράντα ήμερες της νηστείας των Χριστουγέννων. Ακόμη κι όταν κάποιος αδελφός απέλθει απ’ αυτήν την ζωήν, κυρίως σε μοναστήρια, οι Πατέρες τελούν σαρανταλείτουργο.
Κι αυτό γίνεται, γιατί σύμφωνα με την Παράδοση των Αγίων Πατέρων «Μνημονεύονται αυτοί που φεύγουν από εμάς κι οδεύουν προς τον Κύριο, απ’ αυτήν την τελευταία ημέρα (ενν. της κοιμήσεώς τους) μέχρι την τεσσαρακοστή, καθημερινά μέσα στη Θεία Λειτουργία»
Η Παράδοση αυτή του Σαρανταλείτουργου στηρίζεται στην ίδια τη διαβεβαίωση που μας έδωσε ο Κύριος κατά τη σύσταση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, ότι τα προσφερόμενα δώρα είναι «εις άφεσιν αμαρτιών». Κι ακόμη ότι η Θεία Ευχαριστία δεν είναι μόνο θυσία λατρευτική κι ευχαριστήριος καθώς και θυσία ικετευτική και πρεσβευτική, αλλά συγχρόνως και «θυσία ιλασμού(=συγχωρήσεως)».
Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι το Σαρανταλείτουργον αυτό καθαυτό δεν μπορεί να εκληφθεί ως κάτι το μηχανικό ή ως ένα όργανο τεχνικό που προσφέρει όνηση στους κεκοιμημένους, αλλά ως μια παράσταση λογική κι έκφραση της πίστεως της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία προσευχομένη μπορεί να εκφρασθεί με διάφορους τρόπους. Η υιοθέτηση ενός τρόπου προσευχής, όποιος κι αν είναι αυτός, όπως αυτή του σαρανταλείτουργου, εάν φυσικά πληρεί τις ορθόδοξες προϋποθέσεις, είναι αποδεκτός, ως κάτι που προσφέρει ψυχική άνεση κι ωφέλεια στους ζώντες πρώτα και έπειτα στους κεκοιμημένους.
Ως εκ τούτου αυτοί που τελούν το Σαρανταλείτουργον οφείλουν όχι μόνο να συμπαρίστανται προσευχόμενοι κατά την τέλεση της αναίμακτου ιερουργίας, αλλά και καταλλήλως να προετοιμάζονται «προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα αυτών», ούτως ώστε να μεταλαμβάνουν τα άχραντα μυστήρια.
Ειδάλλως, εάν οι πιστοί μας που τελούν τα Σαρανταλείτουργα, τα μνημόσυνα και κάθε άλλη ιερουργία, δεν βλέπουν σ’ όλα αυτά τον πνευματικό αγιασμό τους, αλλά μια μαγική επίδραση όλων των τυπικών πράξεων της λατρείας επάνω τους, σίγουρα σε τίποτα δεν θα ωφελήσουν ούτε τους κεκοιμημένους, ούτε τους ίδιους που επιτελούν όλες αυτές τις λειτουργικές πράξεις.
Στο Τυπικό της Μονής Ευεργέτιδος υπάρχει μία πολύ ωραία σημείωση: ότι κατά τις πρώτες σαράντα ημέρες από την ημέρα του θανάτου κεκοιμημένου αδελφού γινόταν κάθε ήμερα, στον όρθρο και τον Εσπερινό εκτενής δέησις υπέρ του αποθανόντος. Ακόμη και κάθε ήμερα κατά το διάστημα αυτών των πρώτων 40 ημερών προσφερόταν η θεία Λειτουργία «προσφορά» υπέρ αναπαύσεως τής ψυχής αυτού4. Εκτός τούτου το όνομα του κεκοιμημένου γραφόταν και στα Δίπτυχα διά την εσαεί ανάγνωσή του από τους περιλειπόμενους αδελφούς.
Υπήρχαν και υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που κάποιοι κοιμήθηκαν κοντά στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδος κατά την οποία δεν επιτρέπεται εντός της εβδομάδος να τελείται θεία Λειτουργία, παρά μόνο προηγιασμένη (ενν. Θεία Λειτουργία).
Ο ΝΒ’ κανών της Στ’ Οικουμενικής Συνόδου ορίζει: «Εν πάσαις ταις της αγίας Τεσσαρακοστής των νηστειών ημέραις, παρεκτός Σαββάτου και Κυριακής, και της Αγίας του Ευαγγελισμού ημέρας, γινέσθω η των προηγιασμένων ιερά Λειτουργία. Και ο ΜΘ’ κανών της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου ορίζει: «Ότι ου δει εν τη Τεσσαρακοστή άρτον προσφέρειν, ει μη εν Σαββάτο) και Κυριακή μόνον».
Στην Προηγιασμένη όμως Λειτουργία δεν γίνονται μνημονεύσεις υπέρ υγείας και υπέρ αναπαύσεως, για τον λόγο ότι αυτή η Λειτουργία είναι ήδη έτοιμη, όπως και το όνομα της φανερώνει –προηγιασμένη- από την προηγούμενη θεία Λειτουργία του Σαββάτου ή της Κυριακής, όπου κι εμνημονεύθηκαν τα ονόματα. Στην παραπάνω περίπτωση τα τρίτα του κεκοιμημένου γίνονται το Σάββατο που έπεται της κοιμήσεως, τα δε ένατα το δεύτερο Σάββατο (αυτό θεμελιώνεται και στους προαναφερθέντες κανόνες και στον ΝΑ’ κανόνα της εν Λαοδικεία Τοπικής Συνόδου, όπου ορίζει: «ότι ου δει εν Τεσσαρακοστή Μαρτύρων γενέθλια επιτελείν, αλλά των αγίων Μαρτύρων μνήμας ποιείν εν τοις Σαββάτοις και Κυριακαίς») αι δε τεσσαράκοντα Θ. Λειτουργίες αρχίζουν μετά την Κυριακή του Θωμά. Στο βιβλίο του Τριωδίου7 υπάρχει η διάταξις σχετικά με το Σαρανταλείτουργον, τι δηλαδή γίνεται όταν κάποιος κοιμηθεί κατά τις άγιες ημέρες της Τεσσαρακοστής: «Χρη ειδέναι ότι, εάν γένηται αδελφόν εκδημήσαι προς Κύριον εν ταις αγίαις ταύταις ημέραις… αι προσφοραί (Θ. Λειτουργίαι) και αι μνήμαι (μνημόσυνα) αυτού άρχονται από της νέας Κυριακής (του Θωμά) μέχρι συμπληρώσεως ημερών τεσσαράκοντα».
Ο Βάλσαμων εν τη ερμηνεία του ΝΑ’ κανόνος της Λαοδικείας, αλλά δη και ο Βλαστάρης, εν κεφ. ε’ του στοιχ. τ’, λέγουν περί των μνημοσύνων των κεκοιμημένων ότι δεν μπορούν να γίνονται εις τας άλλας ημέρας της Τεσσαρακοστής ει μη μόνον εις μοναχόν το Σάββατον καθώς και τα Τυπικά συμφώνως τούτο διορίζουσιν8. Ακόμα και ο ΞΘ’ κανών των Αγίων Αποστόλων συμφωνεί με το παραπάνω πνεύμα.
Ορθόδοξοι Ιεραπόστολοι