ΚΟΡΟΝΟΙΟΣ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Δεν θα επέτρεπε ο Χριστόδουλος να περάσει «στα ψιλά», το μέγα θαύμα της θείας Κοινωνίας, που από την στιγμή που άνοιξαν οι Εκκλησίες μας, το πρώτο τρίμηνο, τα κρούσματα και οι θάνατοι σχεδόν εκμηδενίστηκαν. Δεν θα επέτρεπε στον καθένα να καταπατά το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, χωρίς αντίδραση από την κεφαλή της Εκκλησίας.
Ομιλία με θέμα: «Ο δούλος των δούλων του Θεού, ο Χριστόδουλος», πραγματοποίησε ο Αρχιμανδρίτης π. Διονύσιος Κατερίνας, κληρικός της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Τετάρτη 21 Οκτωβρίου.
Η ομιλία ήταν μία κατάθεση ψυχής, αφού ήταν αφιερωμένη στην προσωπικότητα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου, του οποίου ο π. Διονύσιος υπήρξε στενός συνεργάτης ήδη από τον Βόλο, αλλά και τα πρώτα 3 χρόνια της αρχιεπισκοπικής του αναδείξεως.
Όπως μάλιστα σημείωσε, συγκατοικούσαν στο οίκημα της Αρχιεπισκοπής και ως εκ τούτου, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του γεγονότος, ότι το ωράριο τους ξεκινούσε κάθε ημέρα στις 6 το πρωί, για να ολοκληρωθεί στις 3 τα ξημερώματα.
«Εργαζόταν νυχθημερόν για την δόξα του Θεού, την εύκλεια της Εκκλησίας και για να υπηρετεί με περισσή φροντίδα όλους. Ότι έκανε δεν ήταν για την προσωπική του προβολή και ανάδειξη. Άλλωστε τι ανώτερο να γίνει. Από τα επίγεια αξιώματα είχε φθάσει στο πιο υψηλό και τελευταίο, έγινε Αρχιεπίσκοπος.
Και του άρεσε αυτό, όχι για να καμαρώνει στον θρόνο, αλλά για να κάνει χειροπιαστά τα όνειρα, τα σχέδια, τα προγράμματα, τους οραματισμούς, όσα άξια είχε στην καρδιά του για την Εκκλησία της Ελλάδος που τόσο αγάπησε.»
Λάτρευε τόσο πολύ τον Χριστό, συνέχισε ο π. Διονύσιος, και αγαπούσε τόσο πολύ την Ελλάδα, που ούτε όταν βρισκόταν στο Μαϊάμι για την αντιμετώπιση της ασθένειας του, δεν μπορούσε να μείνει, γιατί τον «έτρωγε» η νοσταλγία της πατρίδας.
Με τα έργα του έβλεπε προς τα άνω. Σκοπός, στόχος και νόημα της ζωής του, ήταν η κοινωνία των αγίων στον παράδεισο.
Λιμοκτονούσε, όπως είπε χαρακτηριστικά, από πείνα και δίψα, για να μην χάσει αλλά για να γευθεί τον παράδεισο. Και δεν ήθελε να πάει μόνος, αλλά να μην στερηθεί κανείς την αιώνια ζωή.