Αδελφοί μου,
σήμερα συντελείται το μυστήριο της αφάτου φιλανθρωπίας του Κυρίου εμπρός στο οποίο καλούμαστε να σταθούμε εκστατικοί. Η γέννηση του Χριστού, η σάρκωσή Του, η ενανθρώπισή Του η οποία αποδεικνύει περίτρανα το μεγαλείο της αγάπης Του για μας.
Κι έτσι όπως αισθανόμαστε τώρα, πτωχοί, μικροί και εξαθλιωμένοι, χωρίς προοπτική, και δέσμιοι μιας τραγικής απαξιώσεως απ’ τους πάντες, πόσο σπουδαίο είναι να σταθούμε μπρος στο θαύμα της σαρκώσεως του Λόγου, και να ενθαρρυνθούμε από την άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου μας, Ιησού Χριστού, που συγκατέβη έως αυτού του σημείου να φορέση ανθρώπινη σάρκα αυτός που είναι ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού για μας.
Είναι ώρα να χαρούμε. Ώρα να Τον δοξολογήσουμε μαζί με τους Αγγέλους, να Τον ευχαριστήσουμε και να υψώσουμε το όνομά Του. Όπως είναι τώρα τα πράγματα έτσι ήταν και όταν γεννήθηκε ο Κύριος. Και τότε ήταν αναμφίβολα μεγάλη η ηθική κατάπτωσις της ανθρωπότητας. Όπως τώρα έτσι και τότε παρέπαιε η ανθρωπότητα. Και τότε στα μέγαρα των πλουσίων επλεόναζε η διαφθορά και η ηδυπάθεια. Στα ενδιαιτήματα των φιλοσόφων, κυριαρχούσε ο «αδόκιμος νους» που παρακινούσε αυτούς «ποιείν τα μη καθήκοντα» (Ρωμ. Α. 28). Στις τρώγλες των πτωχών η ηθική εξαθλίωση συναγωνιζόταν την υλική αθλιότητα και τη στέρηση. Παντού ωργίαζε η υποκρισία και η ασέβεια. Άνθρωποι λογικοί είχαν πέσει στο απύθμενο βάραθρο της αμαρτίας, και ζούσαν σαν άλογα κτήνη, ασυγκράτητα στις ατίθασες ορμές τους και στα τυφλά και ζωώδη ένστικτά τους. Και όμως, ο Πανάγαθος Θεός με την άπειρη αγάπη Του για τον άνθρωπο, δεν συχάθηκε τον αρχαίο εκείνο κόσμο, που σαν πτώμα ανέδιδε αφόρητη και αποπνικτική δυσοσμία. Ο σταύλος των αλόγων ζώων της Βηθλεέμ, απεδείχθη το πιο καθαρό και το πιο ευώδες ενδιαίτημα για να φιλοξενήση τον Κύριο. Μια σκληρή ξύλινη και παγερή φάτνη απεδείχθη αναπαυτικό λίκνο για τον Κύριο. Σ’ αυτό τον κόσμο, τον αποστάτη, τον άσωτο, «έκλινε ουρανούς και κατέβη» (Ψαλμ. ιζ.10) στη γη ο Κύριος «και τοις ανθρώποις συνανεστράφη» (Βαρούχ γ.38). Και ήλθε για να μας σώση. Και πόσο ωραία τον είπε ο Κύριος τον μεγάλο εκείνο λόγο που διέσωσε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόλυται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω.γ. 16).
Μας αγάπησε λοιπόν ο Κύριος, κι ήλθε στον κόσμο μας. Αγάπησε τον άνθρωπο, την ανθρωπότητα, που ήταν δούλη της αμαρτίας. Και παρ’ όλον ότι δεν είχε τίποτε άξιο της αγάπης Του, ο Πανάγαθος Θεός την αγάπησε. Και ήλθε, κι άναψε μπροστά στα μάτια των ανθρώπων, το θείο και ουράνιο φως της διδασκαλίας του. «Επτώχευσεν» ο «πλούσιος εν ελέει» και προσέλαβε την ανθρώπινη σάρκα ίνα «ημείς τη Εκείνου πτωχεία πλουτήσωμεν» (Β. Κορ. Η.9) την χάρη της θεώσεως: Γεννήθηκε στο σπήλαιο και ανακλίθηκε στη Φάτνη, για να ετοιμάση σ’ εμάς «τόπον» και θρόνους ενδόξους «εις τας αιωνίους σκηνάς» του Παραδείσου (Λουκ. ι. στ.9).
Κατέβηκε από αγάπη ο Θεός της αγάπης, αδελφοί μου. Κι εμείς καλούμαστε να έχουμε αγάπη μεταξύ μας, γιατί τον Θεό «δεν μπορείς να τον συναντήσης παρά μόνο μέσα στην αγάπη, δεν μπορεί να ζη παρά μέσα στην κατάσταση της αγάπης για τον άλλον». Ας προσέξουμε, γιατί όταν πληθύνεται η ανομία παγώνει η αγάπη. «Δια το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών» (Ματθ. 24,12). Ας ασκήσουμε την μεταξύ μας αγάπη. Χωρίς αγάπη όλα μένουν μετέωρα και ατελείωτα. Η αγάπη είναι ο «σύνδεσμος της τελειότητας» (Κολ. 3,14). Το πρώτο και τελευταίο μέτρο των προσώπων, των γεγονότων και των πραγμάτων. Οι άλλοι δεν είναι η κόλασή μας, όπως εσφαλμένα ειπώθηκε. Ο άλλος είναι ο Παράδεισός μας. Γίνεται κόλασή μας όταν εμείς δεν γινόμαστε παράδεισός του. «Όσο απομακρυνόμαστε μεταξύ μας, τόσο απομακρυνόμαστε από το Θεό…. και όσο ενωνόμαστε με τον πλησίον, τόσο ενωνόμαστε με το Θεό» (αββάς Δωρόθεος). Η αγάπη είναι «η καθ’ υπερβολήν οδός» (Α Κορ. 12,13). Η υπερβολή της αγάπης, που εκφράστηκε με τη θεία Γέννησι του Κυρίου, νικά την ένδεια και το φόβο, την αμφιβολία, την αβεβαιότητα, την μοναξιά, την αδυναμία, την κόλαση, το θάνατο.
Ας Τον καλέσουμε, αφού μας θεωρεί αδελφούς Του και «δεν επαισχύνεται» να μας καλή «αδελφούς» Του (Εβρ. Β.11) στον εξαθλιωμένο κόσμο μας, τώρα περισσότερο που μας βρήκαν δοκιμασίες και θλίψεις, νάρθη να μας φέρη χαρά, ειρήνη, κι ο,τι άλλο είναι ανίσχυρος να μας δώση ο κόσμος μας.
Ας ετοιμάσουμε με την άσκηση της αγάπης τη φάτνη της ψυχής μας, για νάρθη να σκηνώση ο Κύριος, κι ας γίνουμε διαλαλητές της γεννήσεως του Κυρίου στην Βηθλεέμ μαζί με τους Αγγέλους και τους ποιμένες, κι ας διαλαλήσουμε ότι «ετέχθη ημίν σήμερον Σωτήρ» (Λουκ. Β. 10-11).
Με άπειρες εγκάρδιες εόρτιες Ευχές
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
Ο ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΣ