Ο Μητροπολίτης Τριμυθούντος Βαρνάβας σε ανακοίνωσή του αναφέρεται στο ζήτημα των Ακολουθιών και της Θείας Ευχαριστίας λόγω των περιοριστικών μέτρων στην Κύπρο λόγω της πανδημίας.
Παράλληλα, απαντά και σε όσους αναφέρθηκαν στη Μητρόπολη σχετικά με μια πρόσφατη εγκύκλιο.
Διαβάστε αναλυτικά τι αναφέρει:
Η Ιερά Μητρόπολις Τριμυθούντος για αποφυγή κάθε εκούσιας η ακούσιας, ηθελημένης η αθέλητης παρερμηνείας, διαβολής και παραχάραξης (αυτό έγινε από κάποια μέσα έντυπης ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Η Ιερά Μητρόπολις Τριμυθούντος επιφυλάσσει όλα τα νόμιμα δικαιώματά της για τις όποιες διαστρεβλώσεις έγιναν η τυχόν θα γίνουν), των γραπτών οδηγιών της με ημερομηνία 9/4/20 προς τους ιερείς της και μόνο (είχαν αποσταλεί σε 45 ηλεκτρονικές διευθύνσεις), προβαίνει για πρώτη και τελευταία φορά στην παρακάτω γραπτή δήλωση και εξήγηση.
Κρίναμε αναγκαίο και σημαντικό την Παρασκευή 9/4/20 όπως δώσουμε γραπτές οδηγίες και παραινέσεις προς τους ιερείς της καθ’ ημάς Μητροπόλεως όπως, σε συνεργασία με τους εκκλησιαστικούς επιτρόπους, διαχειριστούμε και ικανοποιήσουμε τα επίμονα αιτήματα, αλλά και αναφαίρετα δικαιώματα, «εκκλησιαστικώ και νομικώ δικαίω», των πιστών μας, τα οποία επικεντρώνονταν κυρίως στη μετάληψη των αχράντων μυστηρίων κατά τις Άγιες ημέρες των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου.
Ως εκ τούτου, δεν προσκαλέσαμε, όπως κατηγορηθήκαμε, με «Εγκύκλιο τους πιστούς», σε άρνηση η αψήφηση των περιοριστικών διαταγμάτων, εξάλλου ολόκληρο μήνα, ακόμη και χθες Κυριακή των Βαίων, δεν παρουσιάστηκε κανένα φαινόμενο παράβασης στους ιερούς Ναούς μας. Γράψαμε αυτό το οποίο και διακονούμε από την πρώτη στιγμή της κρίσης της πανδημίας στο νησί μας. Με φόβο Θεού, συναίσθηση και συνέπεια στην ποιμαντική διακονία και αποστολή μας, αλλά και με υπακοή στους νόμους της Πολιτείας, προσπαθούμε στο μέτρο των δυνάμεών μας να αναποκριθούμε, όχι στη δυνατότητα του Εκκλησιασμού, αλλά σε αυτή τούτη και μόνο τη δυνατότητα μετοχής στο Μυστήριο της Ζωής, στη Θεία Κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Υιού του Θεού Ιησού Χριστού.
Με πόνο ψυχής, υπό τις πρωτοφανείς παγκόσμιες περιστάσεις και συνθήκες που διάγουμε, δεν μπορούμε να καλέσουμε σε μαζική σύναξη και γενικό Εκκλησιασμό. Νερώσαμε έως και ξεθωριάσαμε το κρασί μας, με ανείπωτη θλίψη και «εν επιγνώσει» στερούμε το λειτουργικό βίωμα στους πιστούς μας ειδικά αυτές τις Άγιες ημέρες των Παθών και της Αναστάσεως. «Επί τω οδυρμώ νυν προσθήσωμεν οδυρμόν και εκχέωμεν δάκρυα», λειτουργούμε σε άδειους ναούς, αρκούμενοι μόνο στο να ευχόμαστε «υπέρ των δι᾽ ευλόγους αιτίας απολειφθέντων αδελφών ημών».
Με ευθύνη και υποχρέωση στο ιερατικό μας σχήμα και αποστολή, δεν μπορούμε όμως να αρνηθούμε αυτή τούτη τη μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων. Μπορούμε να διασφαλίσουμε τη Θεία Κοινωνία σε όσους το ζητούν, και συνάμα να τηρήσουμε όλα τα πρωτόκολλα ασφαλείας στους μεγάλους ευρύχωρους Ναούς μας, πολύ καλύτερα από τις υπεραγορές, τα φαρμακεία, τις τράπεζες, αρκετούς χώρους εργασίας, συμπεριλαμβανομένων της Δημόσιας Υπηρεσίας, των Υπουργείων, της Αστυνομίας και της Εθνικής Φρουράς.
Εάν είναι εφικτό και νόμιμο στην Κυπριακή Δημοκρατία εν μέσω περιοριστικών διαταγμάτων η αγορά του «άρτου του επιούσιου» από τους Φούρνους, των ζυμαρικών από τις Υπεραγορές, των φθαρτών από τις Φρουταρίες, των τσιγάρων από τα Περίπτερα, των χαπιών από τα Φαρμακεία· πως αυτό δεν είναι δυνατό για τον Άρτο της Ζωής και το φάρμακο της Αθανασίας στο Μέγα Θεραπευτήριο την Εκκλησία;
Πως είναι δυνατό να απαγορεύεται αυτή τούτη και μόνο η Θεία Κοινωνία σε αυτόν που ελεύθερα και επίμονα την ζητά -δεν αναφερόμαστε στον μαζικό εκκλησιασμό, τον οποίο και απαγορεύουμε-, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ελάχιστα λεπτά, με απόσταση 5 και 8 μέτρων και όλες τις προβλεπόμενες προφυλάξεις;
Εάν η μετάδοση της Θείας Κοινωνίας προβληματίζει, που δεν προβλέπει καν το άγγιγμα στον πιστό, πως τότε «η τελετή της Βάπτισης» που αναγράφεται στο «έντυπο Β (αριθμός 7)» θα υλοποιηθεί, αφού αυτή προβλέπει χρίση του υποψηφίου με το επορκιστό έλαιο, βάπτισή του στην κολυμβήθρα και μετάδοση της Θείας Κοινωνίας;
Εάν όμως το πραγματικό ανομολόγητο κρυφό «πρόβλημα», μη γένοιτο, άπαγε της βλασφημίας, για κάποιους έγκειται σε αυτό τούτο το γεγονός της θείας μετάληψης και μετοχής στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, τότε το ζήτημα καθίσταται Μείζων Θεολογικό και Ομολογιακό. Τουλάχιστον για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τη λειτουργική θεολογία Της αυτό είναι λελυμένο, ξεκάθαρα απαντημένο, συνοδικά κατοχυρωμένο και βεβαιωμένο μέσα στη δισχιλιετή αγιοπνευματική ιστορική πορεία Της.
Για όσους πιστεύουν αληθινά και ορθόδοξα, για τα ζωντανά μέλη του Σώματος της Εκκλησίας του Χριστού με λειτουργικό και μυστηριακό βίωμα και ήθος, δεν χρειάζεται κανένα επιβεβαιωτικό επιχείρημα για να τους ενισχύσει και δυναμώσει. Για όσους όμως είναι αμέτοχοι και άγευστοι της εμπειρίας των πιο πάνω, η ακόμα και ολιγόπιστοι, κανένα επιχείρημα των 20 αιώνων εμπειρίας της Εκκλησίας δεν θα τους πείσει. Ευχόμαστε ημίν και υμίν «μηδείς πειράζων την πίστιν την αμώμητον», διότι «φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος».
Χωρίς τη Θεία Ευχαριστία δεν υπάρχει Εκκλησία, αλλά και Θεία Λειτουργία που τελείται αποκλειστικά και μόνον διά το θεαθήναι της τηλεόρασης, αποκλείοντας εκ προοιμίου τη δυνατότητα μετάδοσης των αχράντων μυστηρίων σε εκείνους που επίμονα και εξ ιδίας θελήσεως το ζητούν και βαθιά το πιστεύουν και πληρούν τους πνευματικούς όρους και προϋποθέσεις, έστω μόνο της μετοχής στη Θεία Κοινωνία, τότε αυτή εκφεύγει του σκοπού της, λανθάνει στον προσανατολισμό της, εκπίπτει του προορισμού της όπως αυτός καθορίζεται και καταγράφεται σε αυτά τούτα τα ίδια τα λόγια των ευχών της Αγίας Αναφοράς.
«Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.»
Μετά πατρικών ευχών
† Ο Τριμυθούντος Βαρνάβας