π.Σίμων Αρβανίτης
…Ως εδώ ο θυμός Κύριε. Δε θέλω να ξαναθυμώσω ποτέ μου πια και ούτε να σε ξαναπικράνω”.
Δεν αποτελείωσα καλά -καλά την προσευχή μου και να σου ο δασοφύλακας.
– Τι κάνεις εδώ; μου λέει.
– Ηρθα να κόψω ξύλα.
– Δωσ’ μου τα λεφτά πρώτα κι έπειτα κόψε.
– Δεν έχω λεφτά επάνω μου , του απαντώ . Θα πουλήσω όμως τα
ξύλα και θα σου τα φέρω εξάπαντος .
– Δώσε μου για ενέχυρο την κλαδευτήρα σου. Που ξέρω αν δε με
γελάσεις όπως μου έκαναν και οι άλλοι;
Του είπα την αλήθεια ότι δεν ήταν δική μου και δε μπορούσα να του τη δώσω…
Ο δασοφύλακας φουρκίστηκε και αρπάζει ένα χοντρό ξύλο και αρχίζει να με χτυπάει άγρια με όλη του τη δύναμη στην πλάτη. Κι εγώ δε φορούσα τίποτε άλλο τότε παρά μόνο ένα λεπτό φανελλάκι. Με τα χέρια κρατούσα το κεφάλι μου και έλεγα συνεχώς μέσα μου: ” Θεέ μου , Χριστέ μου , βοήθησέ με να μη θυμώσω. Σου έδωσα το λόγο μου πως μέχρι εδώ ο θυμός μου. Σε παρακαλώ , Κύριε μου , δυνάμωσέ με!”
.Το παράδοξο ήταν πως αισθανόμουν τα χτυπήματα σαν να μου γινόνταν με βαμβάκι!
– Παιδί μου έλεγε τι άνθρωπος είσαι εσύ; Να σε χτυπάω τόση ώρα και να μη βγάζεις μιλιά; Σου ζητώ συγνώμη να με συγχωρέσεις για το σφάλμα μου.
Φτάνοντας στο σπίτι κοιτάχτηκα στο μεγάλο καθρέφτη να δω αν είχα αίματα και είδα πως δεν είχα αίματα, ούτε καν μελανιές! Από τότε ελευθερώθηκα για πάντα από το θυμό!