Καθίστε, παιδιά μου᾽, είπε ήσυχα ο γέροντας ᾽Ισαάκ, κι έδειξε με το χέρι του στους δυό νέους τα πρόχειρα καθίσματα που βρίσκονταν έξω από το φτωχικό κελλί του.
Καθίστε να ξαποστάσετε λίγο από τον κόπο που κάνατε να ᾽ρθείτε μέχρι εδώ᾽.
῾Ο γέροντας έσπευσε να τους φέρει δυό ποτήρια με καθαρό νερό και τους τράταρε λίγα αποξηραμένα σύκα που του είχαν φέρει άλλοι προσκυνητές. Τράβηξε κι αυτός ένα κάθισμα και κάθισε κοντά τους.
Οι νέοι συνεσταλμένα πήραν το κέρασμα και ήπιαν μονορούφι το νερό. ῾Ευχαριστούμε, γέροντα. Την ευχή σου να έχουμε᾽.
῾Ποιός καλός άνεμος σας έφερε λοιπόν από ᾽δω;᾽ ρώτησε ο αββάς. ῾Πρέπει να το λέει η καρδιά κάποιου για να αποφασίσει να ανέβει το βουνό᾽.
῾Γέροντα, ήρθαμε για σένα᾽ πήρε τον λόγο ο ένας που φαινόταν και λίγο μεγαλύτερος στην ηλικία. ῾Μας απασχολεί το μέλλον μας. ῎Εχουμε λογισμούς για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε. Μας θέλγει η οικογενειακή ζωή, αλλά και μας συγκινεί η ζωή της αφιέρωσης. Μας είπαν για σένα, ότι εσύ μπορείς να μας βοηθήσεις, να μας ξεδιαλύνεις τους λογισμούς᾽.
῾Πνευματικό, παιδιά μου, δεν έχετε;᾽ είπε με απλότητα ο αββάς και χάιδεψε την μακριά άσπρη γενειάδα του. Σταμάτησε λίγο και τα βαθουλωμένα από την άσκηση μάτια του σαν να θυμήθηκαν κάτι από τα παλιά. Συνέχισε. ῾᾽Εκείνος στον οποίο εξομολογείσθε τις αμαρτίες σας και που σας ξέρει καλά στην εσωτερική σας ζωή, εκείνος είναι ο πιο κατάλληλος να σας συμβουλεύσει για κάτι τέτοιο. ῎Αν και για μια τέτοια απόφαση…᾽, ήταν σαν να μονολογεί εδώ ο Γέροντας, ῾…τον πρώτο λόγο τον έχει όχι ο πνευματικός, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος᾽.
῾᾽Αββά, απευθυνθήκαμε σ᾽ αυτόν, μας άκουσε, μας συμβούλευσε, αλλά εκείνος μας έστειλε σε σένα. ῞Ο,τι σας πεί ο γέροντας ᾽Ισαάκ, μας τόνισε. ᾽Εκείνος είναι ο χαρισματούχος από τον Θεό. ῞Ο,τι σας πεί᾽.
Δεν μίλησε ο γέροντας. Στο άκουσμα μάλιστα του χαρακτηρισμού του έσκυψε στο στήθος του κι αναστέναξε βαθιά. ῾῞Ο,τι λάμπει δεν είναι χρυσός᾽, σχολίασε σιγανά κι ένα δάκρυ κύλησε από τα χαμηλωμένα μάτια του. Σήκωσε το κεφάλι του.
῾Παιδιά μου᾽, είπε αργά. ῾Γιά να καταλάβετε τον δρόμο σας, για να είναι από τον Θεό αυτό που θέλετε να ακολουθήσετε στην ζωή σας, πρέπει πρώτα από όλα να το θέλετε πολύ. Γιατί αυτό που εσείς θέλετε αυτό τελικά θέλει κι ο Θεός. ῾Ο Θεός δεν εκβιάζει κανέναν να πάρει δρόμο που δεν θέλει και δεν του ταιριάζει. Γι᾽ αυτό κοιτάξτε μέσα σας, στο βάθος της καρδιάς σας, κι αυτό που θα σας πεί εκείνη, κάντε το’.
᾽Ακολούθησε μια μικρή σιωπή. ῾Ο Γέροντας φάνηκε να ψιθυρίζει κάτι που οι νέοι ήταν βέβαιοι πως ήταν επίκληση του ονόματος του Κυρίου. Δεν έμειναν όμως ικανοποιημένοι πλήρως από την απάντηση.
῾Γέροντα᾽, πήρε θάρρος τώρα περισσότερο ο νεώτερος. ῾Δεν αγιάζει κανείς εύκολα όταν γίνει μοναχός; ῾Ο κοσμικός άνθρωπος και μάλιστα ο οικογενειάρχης είναι σαν αλυσοδεμένος. Θα πρέπει να κάνει πολλές αβαρίες στην συνείδησή του για χάρη της οικογένειάς του. Θα αναγκαστεί να πεί τα κατά συνθήκην που λένε ψέμματα. Θα ξεχάσει επανειλημμένως τον Θεό᾽. ῾Η φωνή του απέκτησε τώρα δραματικό τόνο, δείχνοντας ότι πράγματι αντιμετώπιζε με αγωνία το μέλλον του. ῾᾽Αββά, μας απασχολεί σοβαρά το θέμα της σωτηρίας μας. Δεν θέλουμε να παίζουμε με τα πράγματα του Θεού!᾽
῾Ο ᾽Ισαάκ κοίταξε με μεγάλη συμπάθεια τους δυό νέους. Χάρηκε γιατί είδε την χάρη του Θεού να ενεργεί στις καρδιές τους και να τους ωθεί σε έναν τόσο σοβαρό προβληματισμό. ῎Επρεπε λοιπόν να τους βοηθήσει να καταλάβουν πιο ουσιαστικά τα πράγματα της χριστιανικής ζωής.
῾Παιδιά μου᾽, πήρε και πάλι τον λόγο, αφού ξεκκούκισε λίγο το κομποσχοίνι του, ῾η επιλογή του δρόμου της ζωής είναι ασφαλώς σημαντικό πράγμα και πρέπει με σοβαρότητα να την αντιμετωπίσει κανείς. Δεν είναι όμως το άπαντο. Γιατί ακριβώς είτε επιλέξει κανείς να κάνει οικογένεια είτε επιλέξει την αφιερωμένη ζωή του καλόγερου κάνει επιλογή ενός δρόμου.
Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι ο δρόμος, αλλά ο Χριστός. ᾽Εκείνος είναι και ο δρόμος και το τέρμα του δρόμου. ῾Τα πάντα και εν πάσι Χριστός᾽ που λέει και ο μεγάλος απόστολος. Κι αυτό σημαίνει ότι αν έχουμε ᾽Εκείνον ενώπιόν μας πάντοτε, δηλαδή αν η καθημερινή προτεραιότητά μας είναι πως να σταθούμε στις άγιες εντολές Του ώστε με αγάπη προς Αυτόν να Τον κοινωνούμε στα άγια μυστήρια της ᾽Εκκλησίας μας, δεν έχει και τόση σημασία το είδος του δρόμου που ακολουθούμε. Μπορεί λοιπόν κάποιος να γίνει καλόγερος, μπορεί να κάνει οικογένεια, μπορεί κι απλώς να μένει, που λέει ο λόγος, στο σπίτι του: αν κρατάει την αγάπη του Χριστού θα σωθεί.
Μία μικρή γάτα νιαούρισε εκείνη την ώρα και διέκοψε τον ειρμό της σκέψης του Γέροντα. Χωρίς καθόλου φόβο τον πλησίασε και πήδηξε στην αγκαλιά του. Χουχούλιασε σ᾽ αυτήν. ῾Ο Γέροντας χαμογέλασε και χάιδεψε το πλάσμα του Θεού. ῾῾Η μικρή μου ψιψίνα᾽, απευθύνθηκε στους δυό νέους που κι εκείνοι έβλεπαν με αγαλλίαση την όλη σκηνή. ῾Πήγαινε και θα σε φωνάξω αργότερα᾽, της είπε με τρυφερότητα. ῾Μη μας διακόπτεις᾽.
῞Ενα ξαφνικό φύσημα του αέρα στριφογύρισε κάποια φύλλα από έναν ευκάλυπτο που παράπεσαν κοντά τους και πάνω τους.
῾῾Ο Χριστός λοιπόν, παιδιά μου᾽, συνέχισε ο αββάς καταπίνοντας το όνομα του Χριστού σαν το ακριβότερο και πιο ευωδιαστό πιοτό, ῾είναι ᾽Εκείνος που αποτελεί τον σκοπό μας και Αυτόν πρέπει να κρατάμε ο,τι κι αν επιλέξουμε στην ζωή μας. Κι αν αρχίζουμε να Τον αγαπάμε ῾εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος᾽, όπως ζητάει κι ο λόγος του Θεού απαρχής, τότε θα μπορέσουμε να αγαπήσουμε και τον συνάνθρωπό μας σαν τον εαυτό μας. Γιατί βεβαίως κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει τον συνάνθρωπό του σωστά, που σημαίνει ανιδιοτελώς, χωρίς συμφέρον, αν πρώτα δεν έχει αγαπήσει τον Θεό.
Στράφηκε στον νεώτερο που ρώτησε. ῾Πράγματι, έχεις δίκιο, αδελφέ μου, να θεωρείς ότι η μοναχική αφιέρωση είναι πιο εύκολη για αγιασμό. ῎Ετσι τουλάχιστον φαίνεται και έτσι το θεωρούν πολλοί από τους αγιασμένους Πατέρες μας. ῾Η εικόνα μάλιστα που χρησιμοποίησες ότι ο κοσμικός άνθρωπος είναι σαν τον δεμένο χειροπόδαρα είναι εικόνα του μεγάλου ασκητικού δασκάλου οσίου ᾽Ιωάννη της Κλίμακος. Είναι όμως κι άλλοι που πιστεύουν ότι η οικογενειακή ζωή φέρνει τον άνθρωπο πιο εύκολα στον αγιασμό του, γιατί λόγω των σχέσεων με τον σύζυγο ή την σύζυγο, με τα παιδιά, με τους ανθρώπους του επαγγέλματος, τον τρίβει διαρκώς και τον κάνει στρογγυλό από τα εξογκώματα του χαρακτήρα του. Γι᾽ αυτό σας είπα ότι δεν πρέπει κανείς να απολυτοποιήσει την επιλογή του δρόμου. ᾽Ακόμη και λάθος επιλογή να κάνει κανείς, ενώ δηλαδή είναι φτιαγμένος για οικογένεια να γίνει καλόγερος, ή ενώ του ταιριάζει πιο πολύ η μοναχική αφιέρωση εκείνος να κάνει οικογένεια, δεν σημαίνει ότι θα χάσει, αν πράγματι το επιθυμεί, τον στόχο του. Πως να σας το πω; ῾Ο προκομμένος άνθρωπος, αυτός που με φιλότιμο αγωνίζεται, όπου και να βρεθεί θα προκόψει᾽.
[irp posts=”551004″ name=”Το αύριο ανήκει στο Θεό!”]
῾Γέροντα, μας αναπαύει ο λόγος σας᾽, είπε ο μεγαλύτερος. ῾Καταλαβαίνουμε γιατί και ο πνευματικός μας μας έστειλε σε σας. Κι εκείνος κάπως έτσι μας έθεσε το θέμα, αλλά αλλιώς να το ακούμε κι από έναν άνθρωπο αφιερωμένο τόσο πολύ στον Θεό, όπως εσείς. ᾽Επιτρέψτε μου όμως να ρωτήσω κάτι που μου τριβελίζει το μυαλό από καιρό, αλλά και τώρα που μιλάμε. ῞Ενας άνθρωπος που γίνεται καλόγερος, που έστω και εξωτερικά φαίνεται ότι όλη την ζωή του την παραθέτει στον Κύριο, δεν είναι απαλλαγμένος περισσότερο λόγω των συνθηκών της ζωής του από τους σαρκικούς πειρασμούς, οι οποίοι στον κόσμο σίγουρα είναι πιο πολλοί και πιο έντονοι και μάλιστα στην σημερινή εποχή;᾽
Χαμογέλασε πικρόχολα ο Γέροντας. Δεν βιάστηκε κι εδώ να απαντήσει.
῾῎Ετσι φαίνεται κι ίσως σε κάποιο βαθμό έτσι και να ᾽ναι᾽, είπε στην συνέχεια. ῾᾽Αλλά, αδελφοί μου, θυμηθείτε αυτό που είπε ένας επίσης μεγάλος Γέροντας της εποχής μας: ῾το θέμα σαρξ τελειώνει με το θέμα πλαξ᾽. Δηλαδή, όσο βρίσκεται κανείς στον κόσμο τούτο, είτε είναι κοσμικός είτε καλόγερος δεν μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στην σάρκα του. Παλεύεις, αγωνίζεσαι, φαίνεται ότι υποτάσσεις την σάρκα σου και δεν σε απασχολεί πιά, και ξάφνου από το πουθενά εξεγείρεται. Γιατί; Διότι δεν είναι θέμα μόνο του ανθρώπου ο πνευματικός αγώνας, αλλά και της χάρης του Θεού. Καί για να ενεργήσει η χάρη του Θεού πρέπει να υπάρξει το κατάλληλο έδαφος, δηλαδή η ταπείνωση. Θέλω να πω ότι μπορεί μετά από μεγάλο πράγματι αγώνα κατά της σάρκας να νιώσει κάποια υπερηφάνεια ο άνθρωπος, να πιστέψει ότι κατόρθωσε κάτι, κι εκεί λοιπόν λόγω του φουσκώματος αυτού της καρδιάς του να τον εγκαταλείψει η χάρη του Θεού.
Κι αν σ᾽ εγκαταλείψει η χάρη τότε καταλαβαίνουμε ποιός κυρίως αναλαμβάνει δράση! ῾Ο πονηρός διάβολος που του παραχωρείται να ξεσηκώσει κουρνιαχτό πειρασμών, φέρνοντας στον νού του ανθρώπου όλου του κόσμου τις ασχήμιες. Δυστυχώς, ῾ουκ αγνοούμεν αυτού τα νοήματα᾽ κατά τον απόστολο. Γι᾽ αυτό και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που άγιοι κατά πάντα καλόγεροι ξέπεσαν, γιατί κάποια στιγμή δεν πρόσεξαν. Μπορεί λοιπόν πράγματι να φαίνεται ότι είναι απαλλαγμένος ο καλόγερος από σαρκικούς πειρασμούς, τουλάχιστον τους εξωτερικούς, αλλά δεν είναι έτσι. ᾽Εκείνο που σώζει πάντοτε είναι η ταπείνωση, όταν συνοδεύεται από την αδιάκοπη νήψη. Να βάλει κανείς φρουρό στον νού και στην καρδιά του το όνομα του Χριστού και να νιώθει ότι είναι ῾υποκάτω πάσης της κτίσεως᾽. Τότε ναί, τον φυλάσσει η χάρη του Θεού᾽.
Γέροντα, μπορώ να σας ρωτήσω κάτι πάνω σ᾽ αυτά που μας είπατε;᾽ πήρε τον λόγο ο νεώτερος, και φάνηκε σαν να ξεπερνάει τα όρια της σεμνότητάς του.
Χαμογέλασε ο γέροντας ᾽Ισαάκ. ῾᾽Ελεύθερα, παιδί μου. ᾽Εν Χριστώ αδελφοί είμαστε. Μην νιώθεις πιεσμένος. ῎Αλλωστε, αν νιώσω κόπωση θα σας το πω και θα σταματήσουμε᾽.
Πήρε θάρρος ο νέος. ῾Είπατε προηγουμένως, άγιε Γέροντα, ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ακόμη και καλόγεροι ξέπεσαν, γιατί χαλάρωσαν τον πνευματικό τους αγώνα ή πίστεψαν λίγο περισσότερο από ο,τι έπρεπε στον εαυτό τους. ῎Εχετε κάποιο πρόχειρο παράδειγμα να μας πείτε; Αυτές οι ιστορίες από την ασκητική παράδοση της ᾽Εκκλησίας μας είναι τόσο διδακτικές και για εμάς τους κοσμικούς, γιατί νομίζω ότι μας δείχνουν με ανάγλυφο τρόπο πόσο τελικά η ανθρώπινη φύση είναι ευάλωτη και μόνο η χάρη του Θεού είναι το απόλυτο στήριγμα᾽.
῾Ο αββάς αντί άλλης απαντήσεως σηκώθηκε από την θέση του. ῾᾽Επιτρέψτε μου για λίγο᾽ είπε. Πήγε μέσα στο κελλί του και βγήκε μετά από λίγο κρατώντας στα χέρια του ένα μικρό βιβλίο. ῾Να, εδώ, έχουν καταγραφεί αρκετές τέτοιες περιπτώσεις᾽. Τούς το έδειξε. ῾Πρόκειται για το ῾Λειμωνάριον᾽ του ᾽Ιωάννη Μόσχου᾽, είπε. ῾Γιά ένα περιβόλι πνευματικό δηλαδή.
Ο ᾽Ιωάννης αυτός, Μόσχος ή Ευκρατάς λεγόμενος, ήταν μοναχός στις μονές του αγίου Θεοδοσίου και του αγίου Σάββα στα ῾Ιεροσόλυμα. Γεννήθηκε στην Δαμασκό το 545 μ.Χ. και πέθανε στην Ρώμη το 619. ᾽Ανέδειξε μάλιστα πνευματικό τέκνο τον άγιο Σωφρόνιο ῾Ιεροσολύμων, στον οποίο και αφιερώνει το βιβλίο. ᾽Αφού γύρισε όλη σχεδόν την οικουμένη της εποχής, δηλαδή την Ρωμαική αυτοκρατορία, απ᾽ όσα άκουσε και είδε κατέγραψε τα ωφελιμότερα και ωραιότερα. Το ῾Λειμωνάριον᾽ δηλαδή αναφέρεται σε ιστορίες, μοναχικές και κοσμικές, του 6ου μ. Χ. αιώνα αλλά και προγενέστερες, που διαδραματίζονται κυρίως στις περιοχές της Παλαιστίνης, Συρίας, Κιλικίας και Αιγύπτου. Λοιπόν, από αυτές τις ιστορίες ακούστε σας παρακαλώ μία, που δεν είναι και η μόνη, και βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα πάνω στο ερώτημα. Θα μου επιτρέψετε να σας την διαβάσω όπως είναι στο κείμενο, απλώς μεταφρασμένη στην απλή νεοελληνική᾽.
Οι δύο νέοι ανακάθισαν και με τεράστιο ενδιαφέρον άκουσαν τον Γέροντα να τους διαβάζει από το 39ο κεφάλαιο καθώς τους είπε. ῾Πρόκειται για κάτι που διηγήθηκε ο άγιος ᾽Αναστάσιος ο πατριάρχης ᾽Αντιοχείας τον 6ο μ.Χ. αιώνα κι είναι πράγματι ιστορία συγκλονιστική᾽.
῾῾Ο ᾽Αναστάσιος λοιπόν ο πατριάρχης έλεγε ότι κάποιος μοναχός της μονής του αββά Σεβηριανού εστάλη για διακόνημα στα μέρη της ᾽Ελευθεροπόλεως. Καθώς λοιπόν φιλοξενήθηκε από κάποιο γεωργό φιλόχριστο, ο οποίος είχε μια θυγατέρα μονογενή, που η μητέρα της είχε πεθάνει, όταν έκανε ο μοναχός στο σπίτι του γεωργού λίγες μέρες, ο διάβολος, ο οποίος πάντοτε πολεμάει τους ανθρώπους, έβαλε στον αδελφό ακάθαρτους λογισμούς και είχε πόλεμο για την κόρη και ζητούσε ευκαιρία να της επιτεθεί. Λοιπόν ο διάβολος, ο οποίος προκάλεσε τον πόλεμο, ο ίδιος έδωσε και την ευκαιρία.
Οταν λοιπόν ο πατέρας της κόρης πήγε στην ᾽Ασκάλωνα για κάποιες αναγκαίες υποθέσεις και αντιλήφθηκε ο αδελφός ότι δεν βρισκόταν στο σπίτι κανείς άλλος παρά αυτός και η κόρη, κίνησε προς αυτήν θέλοντας να την βιάσει. Αυτή, μόλις τον είδε ταραγμένο και ξαναμμένο ολόκληρο για την πράξη, του είπε: ῾Μην ταραχτείς καθόλου, μήτε να πράξεις τίποτε άπρεπο σε μένα. ῾Ο πατέρας μου δεν έρχεται ούτε σήμερα ούτε αύριο. Λοιπόν πρώτα άκουσέ με τι σού λέω. Καί, μάρτυράς ο Κύριος, κι εγώ κάνω πρόθυμα ο,τι θέλεις᾽. Καί τον κατάφερε σοφά μ᾽ αυτά τα λόγια: ῾᾽Εσύ κύριε αδελφέ, πόσον καιρό έχεις στο μοναστήρι σου;᾽ Αυτός απάντησε: ῾Δεκαεφτά χρόνια᾽. Καί του ξαναλέει: ῾῎Εχεις γνωρίσει γυναίκα;᾽ Της λέει: ῾῎Οχι᾽. ᾽Αποκρίθηκε η κόρη στον αδελφό: ῾Καί θέλεις για μια ώρα να χάσεις τον κόπο σου; Πόσες φορές δεν έχυσες δάκρυα, για να παρουσιάσεις στον Χριστό άσπιλο το σώμα σου από κάθε ακαθαρσία; Καί τώρα θέλεις να χάσεις όλον τον κόπο εκείνο για μια μικρή ηδονή; ᾽Αλλά έστω ότι σε υπακούω. ῎Αν πέσεις μαζί μου, έχεις που να με πας και να με θρέψεις;᾽. Λέει ο αδελφός: ῾῎Οχι᾽. Τότε αποκρίθηκε η κόρη και του είπε: ῾Σού μιλώ ειλικρινά και δεν ψεύδομαι. ῎Αν με ταπεινώσεις, γίνεσαι αίτιος πολλών κακών᾽. Της λέει ο μοναχός: ῾Πως;᾽
Τού αποκρίθηκε η κόρη: ῾῞Ενα μεν ότι χάνεις την ψυχή σου. Δεύτερο δε ότι θα σού ζητηθεί κι η δική μου ψυχή. Γιά να το καταλάβεις σε βεβαιώνω με όρκο: Μα αυτόν που είπε ῾ου ψεύσεσθε᾽, αν με ταπεινώσεις, θα απαγχονιστώ και είναι σαν να κάνεις και φόνο και κρίνεσαι στην μέλλουσα κρίση σαν φονιάς. Πριν λοιπόν γίνεις αίτιος τόσων κακών, πήγαινε στο μοναστήρι σου και θα μου χρωστάς πολλές προσευχές ευγνωμοσύνης᾽. ᾽Αφού λοιπόν ήρθε στα σύγκαλά του ο μοναχός και ανάνηψε, έφυγε από το σπίτι του γεωργού, πήγε στο μοναστήρι του κι έβαλε μετάνοια στον ηγούμενο να μη βγεί πιά από το μοναστήρι. Καί μετά που έκανε τρεις μήνες, εξεδήμησε προς Κύριον᾽.
Ο Γέροντας έκλεισε το βιβλίο και στράφηκε στους νέους, των οποίων τα μάτια είχαν γεμίσει δάκρυα. ῾Πως σας φάνηκε;᾽ ρώτησε.
Γέροντα, ήταν συγκλονιστική η ιστορία᾽ είπε ο μεγαλύτερος. ῾Καί το συγκλονιστικότερο δεν ήταν νομίζω ο πειρασμός του καλόγερου, όσο η αγνότητα της κόρης και η σύνεση με την οποία χειρίστηκε τον πειρασμό του. ῾Η κοσμική νίκησε τον καλόγερο᾽.
῾Ναί, παιδί μου. ῾Ο Θεός δεν επέτρεψε να χαθούν οι κόποι και της κόρης, αλλά και του καλόγερου. Καί θα έλεγε κανείς ότι το μεγαλείο στην ιστορία βρίσκεται στο τέλος της. Γιατί όχι μόνο η νέα πήρε πολλά πνευματικά στεφάνια – μια αγία από τις πολλές άγνωστες της ᾽Εκκλησίας μας – αλλά άγιασε έχω την εντύπωση και ο καλόγερος. Μετάνιωσε, εξομολογήθηκε, έμπρακτα έδειξε την μετάνοιά του. Κι ο Θεός τον πήρε κοντά Του έτσι μετανοιωμένο.
Του Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη