Ονομαστική εορτή: Το όνομα που φέρουμε λοιπόν, αποτελεί μέρος της ταυτότητάς μας, όχι μόνο της πολιτικής, μα κυρίως, της Χριστιανικής Ορθόδοξης ταυτότητας, διότι είναι (και πρέπει μόνο να είναι) όνομα Ορθοδόξου Αγίου.
Τα Ορθόδοξα Ονομαστήρια συνδεόνται άμεσα, όχι μόνο με τον Αγιο του οποίου το όνομα φέρουμε, αλλά με τον Ιδιο το Αγιο Πνεύμα, με την ίδια την Βάπτισή μας κατά την οποία λάβαμε αυτό το όνομά μας, όπου “ντυθήκαμε τον Χριστό, λάβαμε Πνεύμα Αγιο, φωτιστήκαμε, μυρωθήκαμε και αγιαστήκαμε”. Η Αγία μας Εκκλησία απαγαρεύει να δίδονται κατά την Βάπτιση, μη Ορθόδοξα ονόματα, για αυτό και καλούνται οι Ιερείς να επιμένουν και να πολεμούν νικώντες σε τέτοιες περιπτώσεις, ασχέτως πιέσεων, απειλών και των γνωστών επακολούθων που καπότε αμαυρίζουν το Μυστήριο.
Εχουμε λοιπόν λάβει όνομα Αγίου, η όνομα από γεγονός της ζωής του Χριστού, όπως την Ανάσταση, την Μεταμόρφωση κλπ. Την συγκεκριμένη ημέρα που γιορτάζει ο Αγιός μας, τελούμε την μνήμη της ημέρας της κοιμήσεως (του θανάτου) αυτού του Αγίου, όχι των γενεθλίων του. Εφ’όσον φέρουμε κάποιο όνομα Αγίου, γιορτάζουμε μόνο την ονομαστική μας εορτή και όχι τα γενέθλιά μας, τα οποία είναι καθαρώς ειδωλολατρική γιορτή και κατά την διάρκεια τέτοιας αμαρτωλής γιορτής και αμαρτωλού χορού αποκεφαλίστηκε ο ίδιος ο Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εκτοτε η Ορθόδοξη Εκκλησία μας απαγόρευσε αυστηρώς τους πανηγυρισμούς, τους χορούς και τις διασκεδάσεις εν ονόματι των γενεθλίων μας, χωρίς όμως να αποτελεί αμαρτία μία κάποια απόδοση απλής ευχής η επίδοση προσευχής εκείνη την ημέρα, για τα αγαπητά μας πρόσωπα.
Πρώτον, γιορτάζει ο Αγιός μας και έπειτα μαζί του, τελευταίοι και εμείς. Κοντά στον βασιλικό, ποτίζονται και οι γλάστρες. Και όντως χωματένιες, πύλινες γλάστρες είμαστε που φέρουμε το μυρίπνοο άνθος του Αγίου, από τον Κήπο του Παραδείσου της Εκκλησίας μας, από το μέγα νέφος μαρτύρων, αγίων, πατέρων, οσίων και ομολογητών της Αγίας μας Πίστεως. Για αυτόν λοιπόν τον λόγο, ο ορθός, Ορθόδοξος τρόπος που θα γιορτάσουμε τον Αγιό μας, θα είναι ως εξής: θα προσπαθήσουμε πάση θυσία, εφ’όρου ζωής και αδιαλείπτου αγώνα να τον μιμηθούμε. “Εορτή Αγίου, μίμησης Αγίου” τρανώτατα ομολογούν οι ίδιοι οι Αγιοι Πατέρες μας.
Η ονομαστική μας Εορτή θα είναι διττή, διπλή και δίμορφη: α. Θεολογική, και β. Κοινωνική.
Α. Θεολογική, σημαίνει, να ξεκινήσουμε πάντοτε με τον Θεό. “Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού”. Θα πάμε λοιπόν πρωτίστως να δοξάσουμε τον Θεό στην Εκκλησία Του και να Τον δοξολογίσουμε “δι ευχών των Αγίων Του”. Θα τον ευχαριστήσουμε που μας χάρισε Αγίους και θα τον παρακαλέσουμε να συνεχίζει να μας χαρίζει Αγίους, μέχρι της Δευτέρας Του Παρουσίας, διότι τους έχουμε πολύ μεγάλη ανάγκη. Οχι μόνο για τις σημαντικότατες, ατελεύτητες πρεσβείες τους, αλλά διότι αυτοί θα προδρομίσουν τον Χριστό, θα τον δείξουν, θα Τον αποκαλύψουν σε μας και θα μας προειδοποιήσουν για τα αναπόφευκτα σημεία των καιρών. Αυτοί επεκτείνουν τον Χριστό, όπως λέγει ο Αγιος Αυγουστίνος, “οι Αγιοι είναι Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας”. Κάθε λοιπόν αιώνας, θα έχει και έναν τουλάχιστον (αν όχι και περισσότερους) πολύ μεγάλο Αγιο, η Μεγαλομάρτυρα, η χαρισματούχο Γέροντα, μεγάλο Ασκητή. Υμνολογώντας τον Αγιο, τιμώντας τον Αγιο, τιμούμε τον Χριστό τον Ιδιο, την Πηγή κάθε αγιότητας.
Ολοι απολύτως οι Αγιοι, ακόμη και η ‘Παν-αγία’, αντλούν την αγιοσύνη τους από τον Χριστό, “το Φως το Αληθινό, που φωτίζει και αγιάζει πάντας ανθρώπους”. Οι Αγιοι είναι καθρέπτες της αγιότητας, αστέρια, φώτα ετερόφωτα, ενώ ο Χριστός είναι Φως, αυτόφωτος Ηλιος, ‘αυτόματο’, αυτοαίτιο Φως και Πηγή Αγιότητος. Χωρίς τον Πατέρα, τον Χριστό και το Αγιο Πνεύμα, δεν υπάρχει Αγιος, και χωρίς την Αγία, Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, δεν υπάρχει, και ούτε πρόκειται να υπάρξει, καμία ‘ανεξάρτητη’ αγιοσύνη. Ως προς την Ορθόδοξη Υμνολογία, όλοι οι Αγιοι και όλες οι Γιορτές αναιξεραίτως, έχουν συγκεκριμένο “Απολυτίκιο” το οποίο καλύπτει συνοπτικά, πτυχές, γεγονότα και κύρια σημεία του Βίου του Αγίου η της Εορτής καθ’εαυτής. Είναι μεγάλη ασέβεια και ντροπή προς τον Αγιό μας, όντως, να μην γνωρίζουμε καν το Απολυτίκιό του, εάν όχι μάλιστα από έξω, τουλάχιστον διαβαστά, σε κάθε περίσταση να το λέμε.
Πηγαίνουμε λοιπόν στην Εκκλησία, από τον Εσπερινό ακόμη, που είναι σημαντικότατο μέρος της Θείας Λειτουργίας και που τελείται προς ιδιαίτερη τιμή του Αγίου. Εκκλησιαστικώς, η κάθε επερχόμενη ημέρα ξεκινά από το προηγούμενο απόγευμα της απερχόμενης ημέρας. Μετά από την τέλεση του Πανηγυρικού Εσπερινού, θα τελέσουμε και εμείς “θυσίαν εσπερινήν” και θα θυσιάσουμε από τον χρόνο μας, τον οικογενειακό η τον εργασιακό η τον προσωπικό, και θα διαβάσουμε τον βαρυσήμαντο Βίο του συγκεκριμένου εορταζομένου Αγίου η της Εορτής, με κάθε προσοχή και αφοσίωση. Θα αποκομίσουμε πολλά διδάγματα και θα καταστρώσουμε ιερό και μυστικό σχέδιο εφαρμογής της κατά πάντα βιώσιμης αγιοσύνης, του καθ’ όλα καθαρμού μας και αγιασμού μας. Ολά αυτά όμως χωρίς καμία επίδειξη, αυτοπροβολή και διαφημισμό μας.
Δεν θα θεατρίζουμε προς δημιουργία εντυπώσεων και εφάμαρτη αποκόμιση συγχαρητηρίων και επαίνων. Την ίδια ημέρα, ανήμερα της Εορτής, θα πάμε πάση θυσία, (εκτός εάν υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος υγείας η άλλος έγκυρος λόγος, μια πράγματι “εύλογη αιτία”) στην ειδική αυτή Θεία Λειτουργία. Εάν πάλι δεν γίνεται αυτό, τουλάχιστον θα περάσουμε να ανάψουμε ένα κερί και ένα συγνώμη να αναπέμψουμε στο Θεό για το αναγκαίο, επιβεβλημένο παράπτωμα αυτό. Μπορούμε πάλι να ψάξουμε και να βρούμε την σχετική Ακολουθία του Αγίου μας και να την διαβάσουμε έπειτα κατ’ ιδίαν, συγκαταβατικώς βέβαια. Εκεί λοιπόν στην Θεία Λειτουργία, εάν μπορούμε, μόνο κατόπιν ευλογίας του Πνευματικού μας, έπειτα από το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, θα κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων, του Αγίου Σώματος και του Αγίου Αίματος του Χριστού. Ετσι, θα αφιερώσουμε την ημέρα μας, για την δόξα του Χριστού και την τιμή του Αγίου.
Β. Κοινωνική σημαίνει κυρίως, οικογενειακή, στην “Κατ’ οίκον εκκλησία”. Η ίδια η πιστή κοινωνία, αποτελεί μέρος της ευρύτερης οικογενείας και συγγενείας μας. Στην οικία μας, εκτός από την Εικόνα του Χριστού και της Παναγίας μας, οπωσδήποτε θα υπάρχει και η Εικόνα του Αγίου μας, αλλά όχι περιφρονητικά, σε μιαν απόμακρη, απλησίαστη και σκοτεινή γωνιά, αλλά χωρίς ντροπή, σε ξέχωρο, ειδικά αφιερωμένο μέρος. Επίσης, εάν μπορούμε, θα παραθέσουμε χαρμόσυνη τράπεζα για τα αγαπητά μας πρόσωπα και θα κάνουμε ότι μπορούμε, ει δυνατόν, να προσκαλέσουμε και κάποιον πτωχό, άστεγο, θλιμμένο η πονεμένο, να ευλογήσει με την παρουσία του, την τράπεζά μας. Εκεί θα είναι και ο Χριστός, μυστικώς ανάμεσά μας.
Τράπεζα βέβαια απλή και ταπεινή. “Ουκ εν τω πολλώ το ευ”. Εκεί θα ψάλλουμε αρχικά, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και άγια χαρά, το καθορισμένο, προσφιλές Απολυτίκιο. Οπωσδήποτε όμως, δεν θα καταλύσουμε κάποια νηστεία, χάριν της ονομαστικής μας Εορτής, έτω και εάν είμαστε Επισκόποι. Τα διάφορα ύπουλα και πονηρά “δεν πειράζει, γιορτάζει η ενορία, η το Μοναστήρι να ‘νε καλά, η έστω, η αμαρτία πάνω μου” δεν πρέπει ούτε καν να ακούγονται, ούτε να λέγονται για αστείο. Επίσης, δεν θα θυσιάσουμε ποτέ την Θεολογική πλευρά της Εορτής, χάριν της κοινωνικής πλευράς της. Δηλαδή, δεν θα πούμε, “α, κοίτα, δεν θα πάω Εκκλησία γιατί θα έχω κόσμο η πρέπει να προετοιμάσω” διότι αυτό είναι πρόφαση και αστήρικτη δικαιολογία. Αυτά όλα μπορούν να γίνουν ‘από βραδίς’, ενώ εμείς “την αγαθή μερίδα” πρέπει πάντα να διαλέγουμε. Το καλό και θεάρεστο είναι να βάζουμε μία ιεραρχική αξία και σειρά στα πράγματα, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στο πρωτεύον και μετά στο δευτερεύον.
Επίσης, θα κάνουμε ότι μπορούμε, έστω και από το υστέρημά μας, να κάνουμε μια κάποια κρυφή ελεημοσύνη, είτε χρηματική, είτε με άλλο τρόπο, ο Θεός και ο εορταζόμενος Αγιος θα μας φωτίσει, να βρούμε κάτι. Οτι πάντως κάνουμε, θα το κάνουμε αποκλειστικά και μόνο προς δόξαν Θεού, ποτέ για “ανθρωπιστικούς λόγους” διότι αυτό είναι ‘της μόδας’ και είναι ειδωλολατρεία. Η αγάπη μας και η κοινωνική μας μέριμνα, η πρόνοια και η ανθρώπινη αληλεγγύη πρέπει να είναι πάντοτε Χριστοκεντρική, ποτέ όμως Ανθρωποκεντρική. Δεν είναι κακό να λέμε ταπεινά πως ότι κάνουμε για την αγάπη του Θεού το κάνουμε, επειδή μας το ζητά ο Επουράνιος Πατέρας μας, το κάνουμε, για να μην Τον λυπήσουμε. Τέλος, δεν θα τελέσουμε ποτέ Ονομαστήρια με χορούς, διασκεδάσεις και μεθύσια, με μπουζούκια και πιοτά, με τα παρεμφερή και τα παρακατιανά… Βλέπεις μερικούς, το δηλώνουν “σκεπτικιστές η ακόμη και άθεοι” αλλά όταν έρχεται η ονομαστική τους γιορτή γίνεται τότε “ξεφάντωμα τρελλό” άντε και “τα ρίχνουν στο ποτό και τα καίνε όλα” και μετά σου λέει “πιστεύω με τον τρόπο μου”.
Δεν υπάρχει στην Ορθοδοξία αυτό, ούτε στέκει λογικά κάτι τέτοιο. Δεν είναι ο δικός μου η ο δικός σου τρόπος, αλλ’ ο τρόπος του Θεού, ο τρόπος της Αποκλειστικής, Αληθινής Εκκλησίας του Χριστού, ο Ορθόδοξος Τρόπος. Η δ’ αλλως, “ο τρόπος μας δολιότητος γέμει”, παράνομε, κοσμικοποιημένε “χριστιανέ” μου. Ακουε, άνθρωπέ μου, τον Λόγο του Θεού. “Τας εορτάς και τας νουμηνίας, εμίσησεν η ψυχή μου.” (Αμώς 5, 21) Φοβερός ο λόγος…
Κλείνοντας θα προσθέσουμε και μία αναγκαία επεξήγηση. Δεν θα κολλάμε σε ένα στείρο, σκέτο, άχαρο και συνηθισμένο “Χρόνια πολλά”, η ουσία δεν είναι εκεί. Καλύτερα να είναι λίγα και καλά, με μετάνοια αληθινή, παρά να έιναι πολλά στην αμαρτία βουτηγμένα και απ’ το Θεό μακρυά. Και εάν θέλουμε να ξέρουμε κάτι, (διότι έχει ακουστεί και αυτό σαν πρόχειρο και επιπόλαιο επιχείρημα) όταν η Αγία μας Εκκλησία λέγει και εύχεται στον κάθε “Δεσπότη και Αρχιερέα ημών”, και στα Μοναστήρια ακόμη, στις Ιερές Ακολουθίες και τα Πατριαρχικά Τυπικά, αυτό το “Εις έτη πολλά” και “εις πολλά έτη Δέσποτα”, δεν το λέμε με κοσμική, μάταιη και επιπόλαιη έννοια, αλλά “φύλαγέ τον πάντα, Θεέ μου, για όσα χρόνια θα ζήσει, να ποιμάνει σωστά την Εκκλησία Σου, φύλαγε το Ποίμνιό του από την πλάνη και την αίρεση!”
Και όπως πολύ σωστά ερμηνεύει και υπογραμμίζει ο Αγιος Γέροντας Παϊσιος, αυτό εννοεί, “εις πολλά ακόμα χρόνια μετανοίας, διότι ακόμη και οι Αρχιερείς μας δεν αποκλείονται της μετανοίας, γι’ αυτό να εύχεστε να τους δίνει ο Θεός μετάνοια και να λέτε ‘να παίρνει ο Θεός χρόνια από μένα και να δίνει σε αυτόν η σε κείνον. Οχι πως ο Θεός θα το κάνει και θα μας σμικραίνει την ζωή, αλλά εάν το λέμε με πίστη, τότε θα προσθέτει και άλλα ακόμη έτη και σ’ αυτόν που το λέει, και σε αυτόν που το δέχεται…”
Λοιπόν, να με συχγωράτε, και να παρακαλάτε, να μου δίνει ο Θεός χρόνια πολλά ακόμη, για την μετάνοια μου. Σας εύχομαι εκ βάθους, Χρόνια άγια, πνευματικά, χρόνια πολλά με Χριστό, χρόνια Εκκλησιαστικά, χρόνια μετανιωμένα, χρόνια πραγματικά αξέχαστα, χρόνια αγιασμένα. Χρόνια, όχι αναγκαστικά με υγεία, αλλά χρόνια εν Κυρίω ευπρόσδεκτα, χρόνια σωτηρίας! (Β’ Κορινθ. 6, 2)
Νικόδημος Μοναχός