Μήνυμα ενόψει της εορτής της Αγίας Λυδίας της Φιλιππησίας απηύθυνε ο Μητροπολίτης Φιλίππων Στέφανος που αναφέρθηκε στην παρουσία του Αποστόλου Παύλου στην περιοχή και στην Αγία που με το βίο της λαμπρύνει την περιοχή και την Τοπική Εκκλησία.
Αναλυτικά το μήνυμα το Ιεράρχη:
«Μεγάλη η ημέρα για την ιστορία της ανθρωπότητος, όταν ο Παύλος με τους τρεις συνοδούς του πατούσαν, για πρώτη φορά, τα πόδια τους στην Μακεδονία, σε ευρωπαϊκό έδαφος. Κάποτε ζούσε εδώ ένας γενναίος, υγιής, και ευγενικός λαός. Ο νεαρός βασιληάς του, με τα τολμηρά του κατορθώματα, τον έκαμε πασίγνωστο σε όλο τον κόσμο και τα σχέδια της θείας προνοίας, πριν από αιώνες ολοκλήρους, προπαρεσκεύασαν, επάνω στη γη τον δρόμο για το Ευαγγέλιο. Θαυμαστά, απέριττα και μεγαλόπρεπα γράφει η αγία Γραφή, στην αρχή του πρώτου βιβλίου των Μακκαβαίων: ΄Ο Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, υιός του βασιληά Φιλίππου, ήλθε από την χώρα των Χεττειείμ, και ενίκησε τον Δαρείο, βασιλέα των Περσών και των Μήδων και έγινε βασιληάς στη θέση του Δαρείου όπως εβασίλευε ήδη και στην Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος έκαμε πολλούς πολέμους, εκυρίευσε πολλές ωχυρωμένες πόλεις… έφθασε μέχρι τα πέρατα της οικουμένης… και χάρη σε αυτόν επεκράτησε η ειρήνη στην γη, και η φήμη του απλώθηκε παντού… και με τον μεγάλο και ισχυρό στρατό που είχε συγκεντρώσει, υπέταξε χώρες, έθνη και τους τυράννους τους… μετά όμως από όλα αυτά αρρώστησε και αντελήφθη ότι πλησιάζει το τέλος του΄[1]. Και οι πιο μεγάλοι άνθρωποι της ιστορίας, είτε Αλέξανδροι λέγονται εἰτε Καίσαρες, είναι μόνο πρόδρομοι και ΄δούλοι του Θεού΄, αυτοί που ανοίγουν το αυλάκι για να περάση ο θείος σπόρος… Ύστερα από το 167 π.Χ. οι Ρωμαίοι ως κυρίαρχοι της Μακεδονίας την εχώρισαν σε τέσσαρες διοικητικές περιοχές, που οι πιο σπουδαίες ήταν της Θεσσαλονίκης και των Φιλίππων.
Από μακρυά χαιρετούσε τον ταξιδιώτη ο Ναός της Αρτέμιδος του λιμανιού της Νεαπόλεως (της σημερινής Καβάλας), που ήταν κτισμένη αμφιθεατρικά επάνω σε μία προεξοχή του βράχου, δίπλα στην θάλασσα. Ένας κύκλος επάνω στο λιθόστρωτο του ναού του αγίου Νικολάου, δείχνει σήμερα το μέρος όπου απεβιβάσθη ο Παύλος και οι συνεργοί του. Παρακάμπτοντας την πολίχνη, οι ταξιδιώτες μας εσκαρφάλωσαν προς τα επάνω, περπατώντας, πότε στην περίφημη ΄Εγνατία΄ οδό που είχαν κατασκευάσει οι Ρωμαίοι, πότε στο μονοπάτι που ήταν σκαμμένο επάνω στους βράχους της οροσειράς του Παγγαίου. Τέλος, έφθασαν στην υψηλή στενωπό, από όπου, εμπρός στα μάτια τους, ξετυλίγεται, προς τα βόρεια θαυμάσια θέα. Έρριξαν τα βλέμματά τους προς την πεδιάδα με τα άφθονα νερά, όπου απέναντι, στα τελευταία υψώματα της οροσειράς, έστεκαν οι Φίλιπποι με την ακρόπολή τους. Βουκολικό τοπεῖο, γεμάτο ποίηση. Απ΄ αυτό το ανθόσπαρτο λιβάδι των ασφοδελών[2], σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο, άρπαξαν την Περσεφόνη και την κατέβασαν στον κάτω κόσμο, για να γίνη εκεί η βασίλισσα των σκιών των νεκρών. Το ίδιο και στις πεδιάδες και στις καρδιές της Ελλάδος, πνοή αβάστακτης λύπης και πένθους έπνεε, ώς την στιγμή που το Ευαγγέλιο έγινε γνωστό, το χαρούμενο μήνυμα της αθανασίας και της αναστάσεως, που οι πρώτοι κήρυκες του περνούσαν σήμερα αυτό το τοπείο. Παρακάτω στον ποταμό Ζυγάκτη (Γαγγίτη ή Αγγίτη)[3], είχαν πέσει ο Βρούτος και ο Κάσσιος στον αγώνα τους για την ελευθερία της Ρώμης, πολεμώντας τον Μάρκο Αντώνιο και τον Οκταβιανὸ Αύγουστο το 42 π.Χ.. Και τώρα ήταν εκεί οι απεσταλμένοι μιάς καινούργιας ελευθερίας, οι κήρυκες ενός νέου κατακτητού της οικουμένης, που, χωρίς πολέμους και αίματα έδινε για την ελευθερία του κόσμου πολύ περισσότερα παρά όλοι οι πρόμαχοι της ελευθερίας μαζύ[4].
Οι Φίλιπποι είχαν γίνει τυπική ρωμαϊκή επαρχιακή πόλη, μικρογραφία της Ρώμης, με την αγορά της, το forum, το θέατρο, την ακρόπολη και το τείχος της. Οι άνθρωποι ήταν υπερήφανοι για το φιλελεύθερο πολίτευμά τους, και κάθε χρόνο, ἐβγαζαν με εκλογές, κατά το σύστημα των Ρωμαίων υπάτων, δύο δημάρχους, ή άρχοντες, ή λαϊκώτερα στρατηγούς. Όταν αυτοί πήγαιναν στην αγορά, για να δικάσουν, προχωρούσαν εμπρός τους δύο ραβδούχοι κρατώντας από ένα μαστίγιο και από ένα πέλεκυ. Μαζύ όμως με αυτούς τους Ρωμαίους εξακολουθούσαν να ζούν οι απόγονοι, οι πρώτοι κάτοικοι της Μακεδονίας και της Θράκης, που τους είχε κάποτε αποικίσει ο Φίλιππος ο Β΄. Ἐξακολουθούσαν να είναι όπως πάντα δυσκολοκυβέρνητοι. Οι άνδρες αμίλητοι, υπερήφανοι, δύστροποι, οι γυναίκες φιλελεύθερες και ανεξάρτητες…
Ο Απόστολος Παύλος μαζύ με τους συνεργάτες του στις επόμενες ημέρες σκέφτονταν τί θα έκαμαν και πώς θα άρχιζαν το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Έτσι έφθασε το Σάββατο. Οι Εβραίοι εδώ ήταν ολίγοι. Συναγωγή δεν υπήρχε, επειδή δεν υπήρχαν αρκετοί νομοδιδάσκαλοι, πού, σύμφωνα με τους ραββινικούς νόμους ήταν απαραίτητοι για να σχηματίσουν συμβούλιο και διακστήριο. Ο Λουκάς εγνώριζε τα πράγματα και τούς ωδήγησε όλους έξω από την πύλη της πόλεως στις όχθες του Ζυγάκτη. Εκεί είδαν αμέσως και τον τόπο, πού ήταν περιφραγμένος με ένα χαμηλό τοίχο, σαν κήπος. Με έκπληξή τους ευρήκαν μέσα μόνο μερικές γυναίκες, εβραίες και ειδωλολάτρισσες, πού προσεύχονταν. Εδώ μπροστά στις καλόψυχες αυτές γυναίκες, μπορούσε ο Παύλος να αφήση την καρδιά του, να ομιλήση ελεύθερα. Εντύπωση έκαμε, μέσα στην ομάδα αυτή των γυναικών μια καλοντυμένη κυρία, με ιδιαίτερο θρησκευτικό ενδιαφέρον που δεν ήταν από τους Φιλίππους, αλλά ειδωλολάτρισσα από τα Θυάτειρα στην περιοχή της Λυδίας της Μικράς Ασίας. Γι΄ αυτό και την έλεγαν Λυδία. Ήταν πλούσια γυναίκα του εμπορίου, πού, ασφαλώς, μετά τον θάνατο του συζύγου της, για τον οποίο δεν έχομε καμμία πληροφορία, συνέχισε το εμπόριο της πορφύρας στην πόλη. Η πατρίδα της, τα Θυάτειρα, στην αρχαία χώρα της Λυδίας, ήταν γνωστή από τον καιρό του Ομήρο[5], που την ονομάζει ΄Μαιονία΄, για το εμπόριο της πορφύρας. Η πορφύρα ήταν ακριβό υλικό και το εμπόριό της απαιτούσε σημαντικά κεφάλαια. Η Λυδία ήταν από εκείνες τίς εκ φύσεως χριστιανικές ψυχές, που μόλις ακούσουν για τον Χριστό, τον αναγνωρίζουν ὡς την ΄Οδό, την Αλήθεια και την Ζωή΄[6]. Ωραίο θα ήταν σε αυτή την πρωϊνή προσευχή, εκτός από την Λυδία, να ευρίσκονταν και η Ευοδία και η Συντύχη, που αργότερα συναγωνιζόταν η μία την άλλη, και πού ο Παύλος, στην προς Φιλιππησίους επιστολή του, τίς προτρέπει τόσο εγκάρδια ΄να ειρηνεύουν΄[7].
Πρέπει να αισθανώμεθα ευγνωμοσύνη προς τον Ευαγγελιστή άγιο Λουκά για την ωραία του φράση, που προλογίζει την επιστροφή της Λυδίας, δείχνοντας έτσι ότι κατανοούσε την γυναικεία ψυχή και εγνώριζε πώς εργάζεται η θεία χάρις. της οποίας ὁ Κύριος άνοιξε την καρδιά ώστε να δίδη προσοχή σε αυτά πού έλεγε ο Παύλος[8]. Ήταν έξυπνη και στοχαστική γυναίκα. Η ικανή γυναίκα, πού εγνώριζε από εμπόριο, σκέπτεται το κάθε τί με περίσκεψη. Εδώ όμως δεν έπρεπε να αργοπορήση καθόλου. Πολύ γρήγορα απεφάσισε να βαπτισθή. Ίσως θα ήταν το βράδυ της ιδίας ημέρας του Σαββάτου προς την Κυριακή, όταν ο Παύλος και οι σύντροφοί του μαζύ με τις καινούργιες πιστές χριστιανές κατέβηκαν στα αφρισμένα νερά του Ζυγάκτη, όπου και έγινε το βάπτισμα. Η απόφασιστική έμπορος με τους νευρώδεις τρόπους της και την δυνατή φωνή της οικοδέσποινας έφερε σε λίγο για να βαπτισθή και ολόκληρο το προσωπικό του σπιτιού της. Μάλιστα, λαμβάνοντας υπ΄ όψει την δραστηριότητά της γνωρίζομε ότι αργότερα έγινε ιεραπόστολος τού Χριστού, όχι μόνον στους Φιλίππους, αλλά και στα Θυάτειρα, και ότι σε αυτήν ανήκει ο έπαινος που κατ΄ εντολή του Χριστού γράφει ο Ευαγγελιστής άγιος Ιωάννης στην Αποκάλυψή του προς τον άγγελο της Εκκλησίας των Θυατείρων : ΄Γνωρίζω καλά τα έργά σου : την αγάπη, την πίστη, τις υπηρεσίες σου στου αδελφούς, την καρτερικότητά σου…΄[9].
Η δεύτερη ενέργειά της, μόλις έγινε χριστιανή, ήταν ότι εκάλεσε τους ιεραποστόλους να αφήσουν το πανδοχείο όπου έμεναν, και να έλθουν να εγκατασταθούν στο ευρύχωρό της σπίτι. Τούς είπε: ΄Εάν με κρίνετε πιστή στον Κύριο, ελάτε να μείνετε στο σπίτι΄[10]. Το είπε πολύ συνετά. Η Λυδία είχε τους λόγους της. το σπίτι της ήταν το μόνο κατάλληλο μέρος για τις λατρευτικές συναντήσεις της Εκκλησίας πού θα άρχιζαν. Το γεγονός ότι και το χριστιανικό αίσθημα τιμής και η μητρική της στοργή και η γυναικεία φιλοδοξία της εύρισκαν ικανοποίηση έχοντας την ευκαιρία να φιλοξενήση την πρώτη χριστιανική Εκκλησία και να περιποιηθή τους ιεραποστόλους, ποιος μπορούσε να το παρεξηγήση; ΄Και μάς το ζητούσε με πολλή επιμονή΄[11], προσθέτει ό άγιος Λουκάς. Ήταν τιμητική διάκριση για την Λυδία το ότι ο Παύλος εδέχθη την πρόσκλησή της, η οποία στη συνέχεια έγινε στύλος της πρώτης εκείνης Αποστολικής Εκκλησίας στην Ευρώπη, στην Ελλάδα και στην Μακεδονία. Ο Απόστολος Παύλος γράφει μετά από καιρό: ΄Γνωρίζετε πολύ καλά και σείς Φιλιππήσιοι, πώς όταν άρχισα το κήρυγμα του ευαγγελίου μετά την αναχώρησή μου από την Μακεδονία, με καμμιά εκκλησία δεν είχα υλικές δοσοληψίες παρά μόνον με σάς. Ακόμη και όταν ήμουν στην Θεσσαλονίκη, επανειλημμένα μού εστείλατε βοηθήματα για τις ανάγκες μου΄[12].
Ποιος θα μπορούσε να φαντασθή ότι το Ευαγγέλιο θα έκαμε την είσοδό του στην Ευρώπη τόσο αθόρυβα και τόσο μυστικά! Ούτε πανηγυρικά, όπως στον Άρειο Πάγο, εμπρός στους φιλοσόφους, ούτε δραματικά όπως στην Κύπρο εμπρός στον Ανθύπατο. Ουδεμία άλλη Εκκλησία αγάπησε ο άγιος Απόστολος Παύλος όσο την Εκκλησία των Φιλίππων. Ήταν η πρώτη πνευματική του αγάπη επάνω σε Ευρωπαϊκό έδαφος, ΄η χαρά και ο στέφανος΄[13] του. ΄Μάρτυράς μου είναι ο Θεός, πόσο σάς λαχταρώ όλους σάς, με την αγάπη του Ιησού Χριστού΄[14], τούς γράφει ο Απόστολος»[15].
Αγαπητοί μου,
Ἔφθασε και πάλιν ο καιρός για τον εορτασμό της αγίας ενδόξου Λυδίας της Φιλιππησίας της ισαποστόλου, της πολιούχου της περιοχής μας, η οποία αποτελεί πνευματικό στολίδι της τοπικής μας Εκκλησίας, της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου, και η οποία έχει σαν κέντρο τον περικαλλή ιερό Ναό της μαζύ με το βαπτιστήριό της, και προς την οποία οφείλομε σεβασμό και προσευχητική ευλάβεια και τιμή. Η ευλογία του Θεού είναι πλούσια και δυνατή για εμάς σήμερα που ευρισκόμεθα και ζούμε εδώ και έχομε ως προστάτη και πολιούχο μας τον άγιο Παύλο και τους συνεργάτες του αγίους αποστόλους Σίλα, Τιμόθεο και Λουκά, όπως και την θεοσεβή και ευγενεστάτη πρώτη Χριστιανή αγία Λυδία την Προρφυροπώλιδα, η οποία μαζύ με τους οικείους της και τις άλλες ευσεβείς γυναίκες πού ανήκαν στις υπηρεσίες της, εδέχθησαν όλοι την αλήθεια του Ευαγγελίου του Χριστού.
Ευλαβείς Χριστιανοὶ και Χριστιανές μου, σάς γνωρίζομε ότι την Κυριακή 19 Μαΐου στις 7 το απόγευμα θα τελέσωμε τον Αρχιερατικό Εσπερινό και την Δευτέρα 20 Μαΐου 2019 θα τελέσωμε από τις 7 το πρωΐ τον Όρθρο και την Αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Είσθε προσκεκλημένοι όλοι και όλες, για να προσευχηθούμε μαζύ και να υποβάλωμε την άπειρη ευγνωμοσύνη μας προς τον άγιο Τριαδικό Θεό, πού μάς εχάρισε το μεγάλο αυτό δώρο, την αγία μας Λυδία την Φιλιππησία, και να μετάσχωμε των εορταστικών μας εκδηλώσεων.
Με εγκάρδιες πατρικές ευχές και ευλογίες
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Ο ΦΙΛΙΠΠΩΝ, ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ & ΘΑΣΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΣ
[1] Α΄ Μακ.1-5, «Και εγένετο μετά το πατάξαι Αλέξανδρον τον Φιλίππου τον Μακεδόνα, ός εξήλθεν εκ της γής Χεττειείμ, και επάταξε τον Δαρείο βασιλέα Περσών και Μήδων και εβασίλευσεν αντ΄ αυτού πρότερος επί την Ελλάδα. Και συνεστήσατο πολέμους πολλούς και εκράτησε οχυρωμάτων πολλών… και διήλθεν έως άκρων της γής… και ησύχασεν η γή ενώπιον αυτού, και υψώθη… και συνήγαγε δύναμιν ισχυράν σφόδρα και ήρξε χωρών και εθνών και τυράννων… και μετά ταύτα έπεσεν επί την κοίτην και έγνω ότι αποθνήσκει».-
[2] Ασφόδελος, (βοτανική) κρινοειδές ποώδες φυτό (Asphodeline lutea ή Asphodelus luteus).-
[3] α) The Civil Wars, By Appian, Edited by: L. Mendelssohn, Leipzig Teubner 1879, Βιβλίο Β΄, «και ποταμός έστι Ζυγάκτης, εν ώ τού θεού περώντος το άρμα τον ζυγόν άξαι λέγουσι και τώ ποταμώ γενέσθαι το όνομα. Κατωφερές δ΄ εστί τό πεδίον, ώς επιδέξιον μεν είναι τοίς άνωθεν ορμώσιν εκ των Φιλίππων, άναντες δε τοίς εξ Αμφιπόλεως βιαζομένοις», β) «Ο Αγγίτης είναι ο σπουδαιότερος παραπόταμος τού Στρυμόνα. Αναφέρεται ήδη τον 5ο π.Χ. αιώνα από τον Ηρόδοτο και αργότερα, τον 1ο μ. Χ. αιώνα) από τον Αππιανό, ο οποίος περιγράφει τις μάχες που έγιναν το 42 π.Χ. κοντά στους Φιλίππους, κατά την διάρκεια του ρωμαϊκού εμφυλίου πολέμου. Κατά την διαδρομή του, ο ποταμός διασχίζει μέρος τού Νομού Δράμας και την επαρχία Φυλλίδας στο Νομό Σερρών στην Ανατολική Μακεδονία», https://el.wikipedia.org/wiki/Αγγίτης, και γ) «Εφ΄ όσον, το όνομα Γκάνγκας (Gangas) ή Γκαγκίτης (Gangites), ή σύμφωνα με τον Ηρόδοτο Αγγίτης (Angitas) ήταν εκείνο που αποδιδόταν στον ποταμό ο οποίος επήγαζε από τους Φιλίππους, τότε η διακλάδωση από το Νευροκόπι ήταν ο Ζυγάκτης ποταμός, γεγονός που συμφωνεί τέλεια με τα γεγονότα που σχετίζονται με τόν Αππιανό. Άν καί αυτός ο ποταμός (Ζυγάκτης) είναι μεγαλύτερος σε μήκος και σε πλάτος από τον Αγγίτη, ο Ηρόδοτος αποδεικνύει ότι το ενωμένο ποτάμι πήρε το όνομά του από την διακλάδωση των Φιλίππων», William Martin Leake: Ταξείδια στην Βόρεια Ελλάδα – 1806, τόμ. ΙΙΙ, σ. 224-225.-
[4] Θεολογία του Σταυρού. Η σωτηρία, σύμφωνα με τον άγιο Απόστολο Παύλο, έχει συντελεσθεί σε τέσσαρα στάδια : α) Η αυτοκένωση, με την παραίτηση από την θεία δύναμη, κατά την ενανθρώπηση, β) η διάβαση του Θεανθρώπου μέσα σε όλη την άβυσσο της ζωής με «δούλου μορφή» (Φιλ. 1,7), γ) η εξιλαστήρια θυσία επάνω στο σταυρό, και δ) η συμπλήρωσή της με την Ανάσταση, που την κάμει και αποτελεσματική. Η σωτήρια σημασία του σταυρικού θανάτου τού Χριστού ευρίσκεται στο μέγεθος της αγάπης του, πρβλ. (Εφεσ. 5,2 «Περιπατείτε εν αγάπη, καθώς και ο Χριστός ηγάπησεν ημάς και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και θυσίαν τώ θεώ εις οσμήν ευωδίας», Ρωμ. 5,6-9 & 8,32 «Έτι γαρ Χριστός όντων ημών ασθενών κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανεν. Μόλις γαρ υπέρ δικαίου τις αποθανείται. υπέρ γαρ του αγαθού τάχα τις καί τολμά αποθανείν. Συνίστησιν δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανεν. Πολλώ ούν μάλλον δικαιωθέντες νύν εν τώ αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής». «Ός γε του ιδίου υιού ούκ εφείσατο, αλλ΄ υπέρ ημών πάντων, παρέδωκεν αυτόν, πώς ουχί και συν αυτώ τα πάντα ημίν χαρίσεται;», Β΄ Κορ. 5,14 «Η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς». Ο Χριστός ξεπερνά όλους τους ήρωες της ιστορίας, γιατί δεν θυσιάσθηκε για το καλό μόνον του λαού του, αλλά όλης της ανθρωπότητος. Επάνω σε αυτό το σωτήριο γεγονός βασίζεται η βασιλική του εξουσία ως Κυρίου, η χριστιανική λατρεία, ιδίως με την Θεία Ευχαριστία, και ολόκληρη η χριστιανική ευσέβεια, ως μίμηση του Χριστού : «Του γνώναι αυτόν και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού και την κοινωνίαν των παθημάτων αυτού, συμμορφούμενος τώ θανάτῳ αυτού» (Φιλ. 3,10).-
[5] Ιλιάδα, Δ΄ 141-142, «Ως δ’ ότε τίς τ’ ελέφαντα γυνή φοίνικι μιήνῃ Μηονίς ηέ Κάειρα παρήϊον έμμεναι ίππων» ( μτφρ. Όπως όταν με πορφύρα φίλντισι γυναίκα αλικοβάφει, Λύδισσα ή Κάρισσα, να βρίσκεται γι’ αλόγου χαλινάρι).
[6] Ιωάν. 14, 6, «Λέγει αυτώ ο Ιησούς. Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή».-
[7] Φιλιπ. 4,2, «Ευοδίαν παρακαλώ και Συντύχην παρακαλώ το αυτό φρονείν εν Κυρίω».-
[8] Πράξ. 16, 14, «Ής ο Κύριος διήνοιξεν την καρδίαν προσέχειν τοις λαλουμένοις υπό του Παύλου».-
[9] Αποκ. 2,19, «Οίδά σου τα έργα και την αγάπην και την πίστιν και την διακονίαν και την υπομονήν σου…».-
[10] Πράξ. 16,15, «Ει κεκρίκατέ με πιστήν τώ Κυρίω είναι, εισελθόντες εις τον οίκόν μου μείνατε».-
[11] Πράξ. 16,15, «Και παρεβιάσατο ημάς».-
[12] Φιλιπ. 4, 15-16, «Οίδατε δε και υμείς Φιλιππήσιοι, ότι εν αρχή του ευαγγελίου, ότε εξήλθον από Μακεδονίας, ουδεμία μοι Εκκλησία εκοινώνησεν εις λόγον δόσεως και λήψεως ει μή υμείς μόνοι, ότι και εν Θεσσαλονίκη και άπαξ και δίς εις την χρείαν μοι επέμψατε».-
[13] Φιλιπ. 4,1, «Ώστε, αδελφοί μοι και επιπόθητοι, χαρά και στέφανός μου, ούτω στήκετε εν Κυρίω, αγαπητοί».-
[14] Φιλιπ. 1,8, «Μάρτυς γάρ μού εστιν ο Θεός, ως επιποθώ πάντας υμάς, εν σπλάγχνοις Ιησού Χριστού».-
[15] Όλο το παραπάνω κείμενο παρατίθεται αποσπασματικώς απὸ το θαυμάσιο και μοναδικό έργο τού J. Holzner «ΠΑΥΛΟΣ», το οποίο μετεφράσθη υπό τού μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Ιερωνύμου τού Α΄, Εκδόσεις «ΔΑΜΑΣΚΟΣ», 24. Λυδία, η πορφυροπώλις τών Φιλίππων, σελ. 172-177.-