Δεν μου αρέσει και δεν μεταχειρίζομαι τις λέξεις ευτυχία και δυστυχία, επειδή έχουν μέσα τους την λέξη “τύχη”, την οποία απεχθάνομαι.
Όμως, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που όταν τους ξέρεις, βλέπεις ότι η δυστυχία τρέχει από τα μάτια τους. Λες και συμμάχησε το σύμπαν για να τους φέρει κάθε πόνο στη ζωή τους. Λες και το πρόσωπό τους φτιάχτηκε για να μη γνωρίσει χαμόγελο ποτέ. Λες και τα πόδια τους έμαθαν να περπατάνε τρικλίζοντας αμήχανα. Το βλέμμα τους φορτωμένο ντροπή, αλλά περισσότερο πνιγμένο στην απορία. Μια απορία που δεν τολμάει μήτε να αρθρωθεί σε λόγο, πού να σκεφθεί να διεκδικήσει δικαίωση…!
Ακόμα κι αν έφταιξαν σε κάτι, δεν άξιζαν τόσο πόνο. Ακόμα κι αν έκαναν κάποιες λαθεμένες επιλογές ή μεγάλες αμαρτίες, κάποτε θα έπρεπε να ξεπληρωθούν. Όχι να τις σέρνουν στις πλάτες τους μέχρι τον τάφο, σαν τον Άτλαντα που κουβαλούσε την υδρόγειο.
Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο, αν πληρώνουν “ξένες” αμαρτίες. Τότε το “γιατί” παραμένει τραγικό όσο μένει αναπάντητο.
Αν ζούσαμε πριν από το Χριστό, θα ρωτούσα: “αυτός αμάρτησε ή οι γονείς του”, ώστε να υποφέρει τόσο; Όμως η απάντησή Του, και σήμερα, εύκολα γίνεται κατανοητή, μα, δύσκολα αποδεκτή.
Μπορώ να σας αραδιάσω, υπέρογκους θεολογικούς τόμους, εκατοντάδες παραδείγματα συναξαρίων, χιλιάδες αποφθέγματα γερόντων. Κι ακόμα· ρήσεις σοφών, συνθήματα οσίων και δικαίων, διανθισμένα με φιλοσοφικούς δολιχοδρόμους και ακαδημαϊκούς διαλόγους.
Όμως, ο παπα-Τριαντάφυλλος Ξηρός, στην ιλαρή ατμόσφαιρα του αγιορείτικου μοναστηριού, προ ημερών, ακουμπισμένος στο στασίδι της ολονύχτιας ακολουθίας, ήταν στα μάτια όλων μας το πιό σεβάσμιο πρόσωπο της ομήγυρης, μετά τον οσιομάρτυρα που τιμούσαμε πανηγυρικά ως Εκκλησία.
+ Ο α.α.