Πάνω από εννέα εκατομμύρια ευρώ θα κοστίσει η καταγραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας. Πρόκειται για διαδικασία που απαιτεί δύσκολα βήματα ώστε να διασφαλίζεται το αδιάβλητο, και άρα θα είναι χρονοβόρος.
Κυβερνητικές πηγές μιλώντας χθες στην «Κ» ανέφεραν ότι, με το πιο ευοίωνο σενάριο, η καταγραφή θα έχει ολοκληρωθεί περί τα τέλη του 2020. Ετσι, το επιχείρημα για «χειροπιαστή και άμεση» αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας μοιάζει περισσότερο επικοινωνιακής, μικροπολιτικής στόχευσης.
Ειδικότερα, επί υπουργίας Νίκου Φίλη, ξεκίνησε έργο ενταγμένο στο ΕΣΠΑ για «πλήρη γεωγραφική και διοικητική τεκμηρίωση ακινήτων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών», ύψους 2.350.000 ευρώ. Μαζί με αυτά, είχε ενταχθεί στο ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα «Ψηφιοποίηση αρχείων γάμων και διαζυγίων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών» ύψους 800.000 ευρώ.
Πλέον, τον Φεβρουάριο 2018 το κόστος των δύο προγραμμάτων έχει φθάσει τα 9.550.000 ευρώ. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ανώνυμη εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών έχει αναλάβει την οργάνωση του μηχανισμού καταγραφής της εκκλησιαστικής περιουσίας, και κατόπιν θα προκηρυχθεί (από την Αρχιεπισκοπή και τη συμβουλευτική εταιρεία) διαγωνισμός για την εταιρεία που θα αναλάβει το έργο. Στο πλαίσιο της διαδικασίας πρέπει να δοθούν προθεσμίες ενστάσεων, να υπογραφούν συμβάσεις κ.λπ. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όπως έχει συμβεί και έως τώρα με τα «μπλοκαρισμένα εκκλησιαστικά ακίνητα», δήμοι και ιδιώτες θα προβάλουν αντιρρήσεις για να… παραιτηθούν από τις διεκδικήσεις τους, ώστε η εκκλησιαστική περιουσία να τεθεί υπό την ομπρέλα του Ταμείου Αξιοποίησής της, όπως προβλέπει η συμφωνία Εκκλησίας – Πολιτείας. «Αυτό είναι μία μεγάλη, χρονοβόρα διαδικασία, η οποία στην καλύτερη περίπτωση θα έχει ολοκληρωθεί στο τέλος της προγραμματικής περιόδου για το τρέχον ΕΣΠΑ, το 2020», δήλωσε χθες στην «Κ» κυβερνητικό στέλεχος, αποτυπώνοντας και τους κραδασμούς που προκαλεί εντός του ΣΥΡΙΖΑ η συμφωνία του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα με τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο.
Αλλωστε, φωνές εντός του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι το εγχείρημα ευνοεί την Εκκλησία, καθώς η Πολιτεία της αναγνωρίζει εκ των προτέρων περιουσία χωρίς να την έχει καταγράψει, την ίδια στιγμή που δεσμεύεται – χωρίς χρονικό πλαίσιο λήξης της δέσμευσης– στην καταβολή μισθοδοσίας των κληρικών, με 200 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.