Του Γιάννη Παπανικολάου-ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Να γιατί η Ροτόντα πρέπει να μείνει στην Εκκλησία.
Η Ροτόντα, το περίφημο μνημείο της Θεσαλονίκης, που λειτούργησε για περισσότερα από 1.000 χρόνια ως ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και αργότερα του Αγίου Γεωργίου, και διεκδικείται μέχρι σήμερα από την Εκκλησία, περιλήφθηκε από το Ελλ. Δημόσιο στα προς πώληση ακίνητά του!
Η Ροτόντα, μαζί με τον Λευκό Πύργο, τα βυζαντινά τείχη της πόλης, τον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού, τα ενετικά τείχη του Ηρακλείου, τα βυζαντινά αρχαιολογικά μουσεία, όπως του Ηρακλείου, της Σπάρτης και του Αργοστολίου, περιλαμβάνονται στα 10.119 ακίνητα που μεταβιβάζονται στην ΕΤΑΔ ΑΕ (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, κοινώς υπερταμείο).
Την αποκάλυψη αυτήν κάνει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων σε χθεσινή ανακοίνωσή του, η οποία έχει ως εξής:
«Η από 18-9-2018 διαμαρτυρία του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, μετά από ομόφωνη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, σχετικά με την πρωτοφανή είδηση για τη μεταβίβαση μνημείων, αρχαιολογικών χώρων, μουσείων και άλλων ακινήτων αρμοδιότητας του ΥΠ.ΠΟ.Α. στην Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε. (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) που περιλαμβάνονται στην «Εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Κυβερνητικής πολιτικής προς τον Υπουργό Οικονομικών» (ΦΕΚ 2317/Β/19-6-2018), βάσει του άρθρου 196 παρ. 6 και 209 του Ν. 4329/2016, και μεταβιβάζονται με = σχετική Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 2320/Β/1906-2018), μετά τον θόρυβο που προκάλεσαν τα πρώτα σχετικά δημοσιεύματα, έφερε στην επικαιρότητα το μείζον θέμα της προστασίας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς στην πραγματική του διάσταση προκαλώντας άμεση απάντηση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και του Υπουργείου Οικονομικών» υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Επίσης τονίζεται «Η συνεχιζόμενη ταύτιση και άλλων Κωδικών Αριθμών Εθνικού Κτηματολογίου (Κ.Α.Ε.Κ.), που περιλαμβάνονται στη λίστα, με μνημεία και λοιπά ακίνητα αρμοδιότητας του ΥΠ.ΠΟ.Α, όπως ο αρχαιολογικός χώρος της Κνωσού ή τα ενετικά τείχη του Ηρακλείου, τα βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης, ο Λευκός Πύργος, η Ροτόντα, αρχαιολογικά μουσεία, όπως του Ηρακλείου, της Σπάρτης και του Αργοστολίου, αποδεικνύει ότι στον μακρύ κατάλογο των 10.119 μεταβιβαζομένων στην ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. ακινήτων συμπεριλαμβάνονται δυστυχώς και άλλα ακίνητα του δημοσίου που εμπίπτουν στην αρχαιολογική νομοθεσία ή χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Παρά τις προσπάθειες να παρουσιαστεί ο Σ.Ε.Α. ως «κινδυνολογών» και να υποβαθμιστεί το θέμα, στην πραγματικότητα οι απαντήσεις του ΥΠ.ΠΟ.Α. και του ΥΠ.ΟΙΚ. επιβεβαιώνουν όσα επεσήμανε εξαρχής ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων: μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι, κτήρια αρμοδιότητας του Υπουργείου Πολιτισμού και άλλα που εμπίπτουν στην αρχαιολογική νομοθεσία, συμπεριλαμβάνονταν, ως μη όφειλαν, στη λίστα των ακινήτων που πρόκειται να μεταβιβαστούν στο λεγόμενο Υπερταμείο.
Σε συνέχεια των ανακοινώσεων και δηλώσεων της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠ.ΠΟ.Α. και του ΥΠ.ΟΙΚ., που εκδήλωσαν την πρόθεσή τους να εξαιρεθούν από τη μεταβίβαση οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία, όπως άλλωστε ορίζει το Σύνταγμα, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων επιμένει ότι μόνη λύση είναι να διασφαλιστεί θεσμικά η εξαίρεση όλων των αρχαιολογικών χώρων, των μνημείων και των ακινήτων που εμπίπτουν στην αρχαιολογική νομοθεσία ή χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες του Υπουργείου Πολιτισμού, από τη μεταβίβαση οποιουδήποτε δικαιώματος επί αυτών προς την ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε., με νέα Υπουργική Απόφαση ή με Υπουργικές Αποφάσεις, που ρητά θα εξαιρούν τα συγκεκριμένα ακίνητα και ρητά θα αναιρούν τις δύο προηγούμενες εκδοθείσες πράξεις (ΦΕΚ 2317/Β/19-6-2018, ΦΕΚ 2320/Β/1906-2018), αφού προηγηθούν:
1. Η άμεση ταύτιση των σχετικών κωδικών αριθμών Εθνικού Κτηματολογίου (Κ.Α.Ε.Κ.), με σύνταξη και δημοσιοποίηση του πλήρους καταλόγου αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και μουσείων και γενικότερα ακινήτων που χρησιμοποιούνται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
2. Η έκδοση σχετικής Υπουργικής Απόφασης ονομαστικής εξαίρεσης από τη μεταβίβαση κάθε δικαιώματος (κυριότητας και διαχείρισης) όλων των παραπάνω και του περιβάλλοντος χώρου αυτών ή μέρους των ακινήτων αυτών που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 196 του Ν. 4389/2016 προς την ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. και οποιαδήποτε συναφή εταιρεία ή οργανισμό στο διηνεκές.
Το ίδιο να ισχύσει και για τυχόν άλλα παρόμοια ακίνητα, που θα αποκαλύπτονται ή θα χαρακτηρίζονται στο μέλλον συμπληρώνοντας την πολιτιστική μας κληρονομιά.
3. Η διασφάλιση με νομοθετική ρύθμιση ότι επίσης εξαιρούνται της μεταβίβασης και τα μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία και άλλα συναφή ακίνητα αρμοδιότητας της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που συμπεριλαμβάνονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 196 του Ν. 4389/2016, για τα οποία η ίδια η πολιτική ηγεσία του ΥΠ.ΠΟ.Α. αποδέχεται (στο από 19/9/2018 Δελτίο Τύπου) ότι, ακόμη και αν εξαιρεθεί η μεταβίβαση κυριότητας, η ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. διατηρεί την διαχείρισή τους και επομένως την νομή τους (ενδεικτικά αναφέρονται το Μέγαρο Τσίλλερ-Νομισματικό Μουσείο, ακίνητα του ΥΠΠΟΑ στην Πλάκα, αποθηκευτικοί χώροι φύλαξης αρχαιοτήτων σε πολλούς νομούς και πόλεις κλπ.). Πρόκειται για 71.000 ακίνητα, τα οποία κατά τον χρόνο δημοσίευσης του Ν. 4389/16 είχαν ήδη μεταβιβασθεί, ενώ λόγω της αυτοδίκαιης προστασίας τους από το Σύνταγμα, θα πρέπει η διαχείρισή τους από την ΕΤ.Α.Δ. να εξαιρείται.
4. Η νομοθετική διασφάλιση των κτηρίων των αρχαιολογικών μουσείων, των αρχαιολογικών αποθηκών και συναφών κτηρίων ή υπαίθριων χώρων που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο και χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, της φύλαξης αρχαιοτήτων και γενικότερα για αρχαιολογικούς σκοπούς.».
Eίναι αδιανόητο και απαγορεύεται αυστηρά από την Ελληνική Νομοθεσία να πωλείται ή να υποθηκεύεται Ιερός Ναός.
Η αδιανόητη αυτή πράξη της Ελληνικής Πολιτείας μπορεί και πρέπει να αποτελέσει αιτιολογία για να ζητήσει η Εκκλησία και να πάρει πίσω την πλήρη κυριότητα του ναού της Ροτόντας.
Όπως προβλέπει το άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα, «πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών».
Εφόσον στην Ροτόντα υπάρχει θυσιαστήριο, έχει εγκαινιαστεί ως χριστιανικός ναός και λειτούργησε ως τέτοιος επί πολλούς αιώνες, και μάλιστα μετά την απελευθέρωση, δεν μπορεί να απαλλοτριωθεί και να αφαιρεθεί από την περιουσία της Εκκλησίας και πρέπει και τυπικά να επιστρέψει σε αυτήν.