Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
Έχουμε σκεφτεί ποτέ τη Δευτέρα Παρουσία;
Έχουμε σκεφτεί ποτέ το τέλος της επίγειας ζωής μας;
Έχουμε σκεφτεί ποτέ τη μερική κρίση όταν η ψυχή μας θα φύγει από το σώμα για να πορευτεί στους ουρανίους θαλάμους ενώπιον του φρικτού βήματος του δικαιοκρίτου Κυρίου;
Έχει περάσει ποτέ από το μυαλό μας η φρικτή ώρα του θανάτου; Ο Ιερός Χρυσόστομος μάς προτρέπει να φιλοσοφούμε για την ώρα αυτή και να προετοιμαζόμαστε,αφού ο λόγος του Χριστού είναι χαρακτηριστικός «Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται» (Ματθ. 24, 42).
Αυτές τις σκέψεις έκανα μετά τον Εσπερινό του Σαββάτου, της Κυριακής των Απόκρεω ή της Μελλούσης Κρίσεως.
Ο λόγος του Χριστού είναι και πάλι σαφής : «Όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού. Και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη..», δηλαδή όταν θα έλθει ο υιός του ανθρώπου με τη δόξα του και όλοι οι άγιοι άγγελοι θα είναι μαζί του, τότε θα καθίσει σε θρόνο ένδοξο και λαμπρό. Και θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, όλοι δηλαδή οι άνθρωποι.
Το κριτήριο είναι η στάση μας απέναντι στον αδελφό μας. Η πείνα, η δίψα, το πρόβλημα του ξένου, η γυμνότητα, η αρρώστια, η φυλακή. Κάθε μια απ’ αυτές τις λέξεις κρύβει και μια μεγάλη δυστυχία. Μπόρεσα να σταθώ απέναντι σ’ αυτή τη δυστυχία και με τις δυνάμεις τις οποίες διαθέτω να απαλύνω έστω για λίγο τον πόνο; Αν το έκανα, μήπως έγινε προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις, όπως συμβαίνει σήμερα;
Γιατί απλούστατα την ώρα της κρίσεως δεν θα υπάρχουν δικαιολογίες, ούτε φιλοσοφίες ανθρώπινες. Η στάση μου απέναντι σ’ αυτές τις δυστυχίες και τον πόνο των ανθρώπων θα με κρίνουν : Ή θα μου χαρίσουν την αιωνιότητα και το φως του προσώπου του Χριστού ή το πυρ το αιώνιο. «Τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων, πορεύεσθε απ’εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητημασμένον των διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού», δηλαδή τότε θα πει και σ’εκείνους, που θα είναι στ’αριστερά του, εσείς που από τα έργα σας γίνατε καταραμένοι, πηγαίνετε μακριά από εμένα εις το πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους αγγέλους του (Ματθ. 25,41)
Κι ένας ακόμη προβληματισμός είναι αυτός των δικαίων.
“Κύριε πότε σε είδομεν;” Είδαμε το Χριστό στα πρόσωπα των αδελφών μας που υποφέρουν;
Γιατί «πτωχός μεν ο εκτείνων τη χείρα, Χριστός δε ο λαμβάνων», είναι η φωνή του Ιερού Χρυσοστόμου.
Εμείς είδαμε το Χριστό στη λατρεία της Εκκλησίας και μάλιστα μέσα στο υπερφυέστατο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας; Οι Άγιοι Τον έβλεπαν. Συνομιλούσαν μαζί Του. Ο παπα-Τύχων στο Άγιο Όρος, που λειτουργούσε κάθε μέρα, και που άρχιζε το πρωί και τελείωνε το βράδυ, είχε τέτοιες ουράνιες μυστικές αποκαλύψεις. Ο παπα-Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο Γέροντας Ιάκωβος του Οσίου Δαυίδ, ο Γέροντας Δαμασκηνός του Μακρινού και άλλες οσιακές μορφές, ζούσαν αυτή τη ζωντανή παρουσία Του, τη συνομιλία Του και τη γλυκύτητα του προσώπου Του κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Αν δεν Τον είδαμε τότε πως ψάλλουμε κάθε Κυριακή, «Είδομεν το φως το αληθινόν ελάβομεν πνεύμα επουράνιον…»;
Άκουσα από το στόμα του Γέροντος Παϊσίου έναν αποκαλυπτικό λόγο, που μέχρι τώρα με συγκλονίζει και με προβληματίζει. «Αν σ’ αυτήν τη ζωή δεν δούμε το Θεό ως Φώς, δεν θα Τον δούμε ούτε στον Ουρανό».
«Κύριε…ρύσαι με εκ του πυρός του ασβέστου και αξίωσον εκ δεξιών Σου με στήναι Κριτά δικαιότατε».