Ζώμεν επί της γης και δεν βλέπομεν τον Θεόν, ουδέ δυνάμεθα να ίδωμεν Αυτόν.
Αλλ’ εάν το Πνεύμα το Άγιον έλθη εις την ψυχήν, τότε θα ίδωμεν τον Θεόν, ως είδεν Αυτόν ο Πρωτομάρτυς Στέφανος.
Η ψυχή και ο νους Πνεύματι Αγίω αναγνωρίζουν αμέσως ότι Αυτός είναι ο Κύριος. Ούτως ο Άγιος Συμεών ο Θεοδόχος Πνεύματι Αγίω ανεγνώρισεν εις το μικρόν βρέφος τον Κύριον, και ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής δια Πνεύματος Αγίου ωσαύτως εγνώρισε τον Κύριον και υπέδειξεν Αυτόν εις τον λαόν. Άνευ δε Πνεύματος Αγίου ουδείς δύναται να γνωρίση τον Θεόν, και πόσον πολύ αγαπά ημάς. Έστω και αν αναγινώσκωμεν ότι ηγάπησεν ημάς και έπαθεν εξ αγάπης προς ημάς, όμως περί τούτου σκεπτόμεθα μόνον δια του νοός, αλλά δεν εννοούμεν δια της ψυχής, ως πρέπει, την αγάπην του Χριστού. Όταν όμως το Πνεύμα το Άγιον διδάξη ημάς, τότε εναργώς και αισθητώς γνωρίζομεν την αγάπην και γινόμεθα όμοιοι προς τον Κύριον…
Όστις φέρει εντός αυτού το Πνεύμα το Άγιον, έστω και ολίγον, ούτος θλίβεται δι’ όλον τον κόσμον ημέρας και νυκτός, και η καρδία αυτού σπλαγχνίζεται παν κτίσμα του Θεού, ιδιαιτέρως δε εκείνους τους ανθρώπους, οίτινες δεν γνωρίζουν τον Θεόν ή εναντιούνται προς Αυτόν, και ως εκ τούτου πορεύονται εις το πυρ των βασάνων. Υπέρ τούτων ούτος προσεύχεται ημέρας και νυκτός πλείον ή δι’ εαυτόν, όπως πάντες και γνωρίσουν τον Κύριον.
Ο Κύριος προσηύχετο υπέρ των σταυρωτών Αυτού: «Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τί ποιούσιν». Ο αρχιδιάκονος Στέφανος προσηύχετο δι’ εκείνους, οίτινες ελιθοβόλουν αυτόν έως θανάτου: «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην». Και ημείς, εάν θέλωμεν να διαφυλάξωμεν την χάριν, οφείλομεν να προσευχώμεθα υπέρ των εχθρών. Εάν δεν σπλαγχνίζησαι τον αμαρτωλόν, όστις θα βασανίζηται εις το πυρ, σημαίνει ότι εντός σου δεν ζη η χάρις του Αγίου Πνεύματος, αλλά πονηρόν πνεύμα, και εν όσω έτι ζης, αγωνίζου δια της μετανοίας να απαλλαγής απ’ αυτού.