Κατά Ιωάννη Άγιο Ευαγγέλιο, Κεφάλαιο ΙΖ'(17) 1-13
Ταῦτα ἐλάλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον.
αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν.
ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·
καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί.
᾿Εφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι.
νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· 8 ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας.
᾿Εγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι,
καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς.
καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς.
ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ.
νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.
Νεοελληνική Απόδοση
Η προσευχή του Ιησού για τους μαθητές του
Αυτά λάλησε ο Ιησούς και, αφού σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε: «Πατέρα, έχει έρθει η ώρα. Δόξασε τον Υιό σου, για να δοξάσει ο Υιός εσένα,
καθώς του έδωσες εξουσία σε κάθε σάρκα, ώστε σε όλους όσους του έχεις δώσει να δώσει σ’ αυτούς ζωή αιώνια.
Και αυτή είναι η αιώνια ζωή: το να γνωρίζουν εσένα, το μόνο αληθινό Θεό, και αυτόν που απέστειλες, τον Ιησού Χριστό.
Εγώ σε δόξασα πάνω στη γη, αφού τελείωσα το έργο που μου έχεις δώσει να κάνω.
Και τώρα δόξασέ με εσύ, Πατέρα, κοντά στον εαυτό σου με τη δόξα που είχα κοντά σου προτού να υπάρχει ο κόσμος.
Φανέρωσα το όνομά σου στους ανθρώπους που μου έδωσες από τον κόσμο. Δικοί σου ήταν και σ’ εμένα τους έδωσες και το λόγο σου τον έχουν τηρήσει.
Τώρα έχουν γνωρίσει ότι όλα όσα μου έχεις δώσει είναι από εσένα.
Γιατί τα λόγια που μου έδωσες τους τα έχω δώσει, και αυτοί τα έλαβαν και γνώρισαν αληθινά ότι εξήλθα από εσένα, και πίστεψαν ότι εσύ με απέστειλες.
Εγώ γι’ αυτούς παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά γι’ αυτούς που μου έχεις δώσει, επειδή είναι δικοί σου.
Και όλα τα δικά μου είναι δικά σου και τα δικά σου δικά μου, και έχω δοξαστεί μέσω αυτών.
Και δεν είμαι πια στον κόσμο, ενώ αυτοί είναι στον κόσμο, κι εγώ έρχομαι προς εσένα. Πατέρα άγιε, τήρησέ τους στο όνομά σου που μου έχεις δώσει, για να είναι ένα καθώς εμείς.
Όταν ήμουν μαζί τους, εγώ τους τηρούσα στο όνομά σου αυτούς που μου έχεις δώσει, και τους φύλαξα, και κανείς από αυτούς δε χάθηκε παρά μόνο ο γιος της απώλειας, για να εκπληρωθεί η Γραφή.
Τώρα, όμως, προς εσένα έρχομαι, και αυτά τα λαλώ μέσα στον κόσμο, για να έχουν τη χαρά τη δική μου ολοκληρωμένη μέσα τους.