Σε επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, από την οποία αποφοίτησε, αναγορεύτηκε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, Θεόδωρος, σε εκδήλωση που έγινε στην αίθουσα τελετών της Παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.
“ Προοπτική και πρόκληση ταυτόχρονα για την ιεραποστολή του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής είναι η δια αγάπης και αληθείας πνευματική αναγέννηση των Αφρικανών, η δια αγάπης και αληθείας κλήση των αφρικανικών λαών στην κοινωνία του υιού του Θεού, Κυρίου Ιησού Χριστού”, υπογράμμισε στην ομιλία του ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας.
Όπως είπε, οι λαοί αυτοί “ δεν έχουν την πλασματική αυτάρκεια της υπερτροφικής Δύσεως”, ούτε “ έχουν εξορίσει το Θεό από τη ζωή τους προς χάρη της αυτάρεσκης τεχνολογίας”, αλλά με ανοιχτές ακόμα τις πληγές του αποικιοκρατικού παρελθόντος, της φτώχειας και αδιεξόδων πολιτικών ή κοινωνικών, αναζητούν το αυθεντικό μήνυμα της ορθής πίστεως.
“ Αυτούς τους λαούς , καλούμε να μετάσχουν της χαρμόσυνης είδησης του Ευαγγελίου, με τον λόγο, τη διακονία, την προσευχή, τη λατρεία την καθημερινή μαρτυρία της χριστιανικής ζωής. Η κλήση αυτή απευθύνεται προς όλους, άνευ διακρίσεων. Βρίσκει ευήκοα ώτα και ανοιχτές καρδιές διότι δεν αποκρύπτει προσπάθεια αποσπάσεως των ιθαγενών από τις φυλετικές τους παραδόσεις, αλλά μόνο ενεργοποίηση του πανανθρώπινου γονιδιώματος της πίστεως στο Θεό. Το γονιδίωμα αυτό της πίστης στο Θεό το μοιραζόμαστε όλοι ως κοινή βάση της υπάρξεως μας. Ασχέτως καταγωγών ή επιρροών, που συχνά διαιρούν την ανθρωπότητα και δημιουργούν ταυτότητες δυσανεκτικές”, σημείωσε.
Ο ιεράρχης υπογράμμισε ότι ιεραποστολή στην Αφρική σημαίνει όχι μόνο ευαγγελισμός, φωτισμός , αλλά παράλληλα και αναλόγως των διαθεσίμων μέσων και πόρων, συνδρομή των φτωχών, στήριξη των ορφανών, βοήθεια των απόρων ασθενών, μόρφωση των απροστάτευτων παιδιών, σεβασμός αδιαπραγμάτευτος των στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Κλείνοντας την ομιλία του σε πιο προσωπικό τόνο, ο Πατριάρχης, ανέφερε ότι όταν πριν από 44 χρόνια , νέος μοναχός και πάμφτωχος έφτασε στη Θεσσαλονίκη και έψαχνε που θα μείνει, κατέφυγε στον τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα, ο οποίος τον βοήθησε, όπως και οι τότε μητροπολίτες Νεαπόλεως , Διονύσιος και Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς Προκόπιος.
“ Ήρθα στη σχολή μου, ήρθα στο σπίτι μου, ήρθα να συναντήσω τους συμμαθητές μου, που τέσσερα ολόκληρα χρόνια ταξιδέψαμε μαζί”, είπε συγκινημένος για την παρουσία του, στο ΑΠΘ.
Τέλος, ανακοίνωσε ότι το παλιό κτίριο δίπλα στο Πατριαρχείο ανακαινίζεται και θα γίνει ακαδημία, όπου θα προσκαλούνται παιδιά απ’ όλο τον κόσμο.
Στον χαιρετισμό του, ο πρύτανης του ΑΠΘ, Περικλής Μήτκας υπογράμμισε ότι με την αναγόρευση του Πατριάρχη σε επίτιμο διδάκτορα, δεν τιμάται μόνο ένα λαμπρό τέκνο των γραμμάτων του Ιδρύματος, αλλά αναδεικνύεται η προσωπικότητα του ιεράρχη και η συνεισφορά του στον ελληνισμό, στη διάδοση του ευαγγελίου της αγάπης και της δικαιοσύνης και πρωτίστως η φροντίδα του για τον συνάνθρωπο της πολύπαθης Αφρικής.
Επισήμανε ότι το έργο του Πατριάρχη δεν ταυτίζεται με ένα όχημα «πολιτιστικού ιμπεριαλισμού», αλλά ασκεί τη διακονία του σεβόμενος τις ιδιομορφίες, αλλά και τις τοπικές πολιτιστικές και γλωσσικές παραδόσεις των λαών της Αφρικής.
Ο κ. Μήτκας τόνισε ότι τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του ΑΠΘ παρέχουν αφανή, αλλά ουσιαστική στήριξη, εδώ και μια δεκαετία, σε ένα ίδρυμα του Πατριαρχείου, την Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή της Κινσάσα, στο Κογκό.
Χαρακτήρισε αξιοπρόσεκτες τις θέσεις που διατύπωσε ο Πατριάρχης για την αποκήρυξη της θρησκευτικής βίας, προσθέτοντας ότι το ΑΠΘ προχώρησε στη δημιουργία Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, γιατί η γνώση οδηγεί στην κατανόηση των θρησκευτικών ιδιαιτεροτήτων του «άλλου», στην ειρηνική συνύπαρξη και την πρόληψη της θρησκευτικής βίας.
Στην εκδήλωση αναγόρευσης διαβάστηκε χαιρετισμός του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου. Τον παρών έδωσαν, μεταξύ άλλων, ο υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννης Αμανατίδης, ο γραμματέας της ΠΕ, της Νέας Δημοκρατίας, Λευτέρης Αυγενάκης, ο βουλευτής της ΝΔ, Κώστας Γκιουλέκας, ο δήμαρχος Λαγκαδά, Γιάννης Καραγιάννης, καθηγητές πανεπιστημίου, ιερείς, φοιτητές και πλήθος κόσμου.
Ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος Β’ (κατά κόσμον Νικόλαος Χορευτάκης) γεννήθηκε στην Κρήτη το 1954, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Είναι απόφοιτος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής Αθηνών και πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Επίσης σπούδασε στην Οδησσό της Ρωσίας Ιστορία της Τέχνης, Λογοτεχνία και Φιλοσοφία.
Το 1997 εξελέγη Μητροπολίτης Καμερούν, όπου ανέπτυξε σημαντική ιεραποστολική δράση. Ανήγειρε ναούς, εκπαιδευτήρια και νοσοκομεία, βοηθώντας αδιακρίτως πολλούς Αφρικανούς και Έλληνες. Το έτος 2002 κατεστάθη στην Μητρόπολη Ζιμπάμπουε, όπου ίδρυσε 4 Ιεραποστολικά κέντρα στην πρωτεύουσα Χαράρε, Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο χωρητικότητος 400 συνέδρων, δύο μεγάλα Ιεραποστολικά Κέντρα στο Μαλάουι, τα οποία περιλαμβάνουν νοσοκομείο, τεχνικές σχολές και παιδικούς σταθμούς. Με την αρωγή της Βουλής των Ελλήνων, ανακαίνισε το «Ελληνικό τετράγωνο» (Σχολείο-Εκκλησία-Πρεσβυτέριο) στην πόλη Μπέιρα της Μοζαμβίκης. Επίσης, θεμελίωσε ναούς και συνέβαλε στην ίδρυση Ελληνικών Κοινοτήτων στην Μποτσουάνα και την Αγκόλα.
Στις 9 Οκτωβρίου 2004 εξελέγη παμψηφεί από την Ιεραρχία του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής.