Παύλος Γεωργίου, Πληροφορικός – (Αφιερωμένο στη μνήμη του καθηγ. Αντωνίου – Αιμιλίου Ταχιάου † 10-4-2018)
Το 862 ο ηγεμόνας της Μοραβίας Ραστισλάβ ζήτησε από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ άνθρωπο κατάλληλο να διδάξει τη χριστιανική πίστη στη γλώσσα που καταννοούσε ο λαός του, δηλ. τη σλαβική.
Ο αυτοκράτορας έστειλε στη Μοραβία τον λόγιο Κωνσταντίνο Φιλόσοφο, ο οποίος αργότερα έγινε μοναχός και έλαβε το όνομα Κύριλλος, και ως συμπαραστάτη τον αδελφό του μοναχό Μεθόδιο. Για τα γεγονότα αυτά και την κατοπινή εξέλιξη, οι κυριότερες διαθέσιμες πηγές είναι τα συναξάρια των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, που διασώθηκαν σε παλαιοσλαβική γραφή. Τα κείμενα αυτά, παρότι αγιολογικού περιεχομένου, αποτελούν ωστόσο τις βασικές πηγές για το έργο των δύο αγίων και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Η πρώτη ελληνική μετάφραση, απευθείας από την παλαιοσλαβική, είναι του καθηγητού Ταχιάου [1]. Η σπουδαιότητα του έργου του αειμνήστου καθηγητού δεν έγκειται μόνο στην ακρίβεια που μας παρέχει η απευθείας μετάφραση, αλλά και στα εξίσου σημαντικά σχόλια, στις παραπομπές και στην πληρότητα της αναλυτικής βιβλιογραφίας.
Από τη μετάφραση αυτή και συγκεκριμένα τον Βίο Κωνσταντίνου Κυρίλλου (στη συνέχεια: Ταχιάου, ΒΚ), παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:«Ο Ραστισλάβ, ηγεμόνας της Μοραβίας, έστειλε [γράμμα] στον αυτοκράτορα Μιχαήλ, λέγοντας: «Μολονότι ο λαός μας απαρνήθηκε την ειδωλολατρία και τηρεί τον χριστιανικό νόμο, εν τούτοις δεν έχουμε διδάσκαλο τέτοιον που να μπορεί να μας εξηγήσει την ορθή πίστη στη δική μας γλώσσα, ώστε βλέποντας αυτό και οι άλλοι λαοί, να μας μιμηθούν. Γι’ αυτό στείλε μας, δέσποτα, επίσκοπο και τέτοιον δάσκαλο. Διότι από σας απορρέει προς όλες τις χώρες ο καλός νόμος». Ο αυτοκράτορας λοιπόν, αφού συγκάλεσε συμβούλιο, κάλεσε τον Κωνσταντίνο τον Φιλόσοφο, και αφού τον ενημέρωσε σχετικώς, του είπε: «Φιλόσοφε, γνωρίζω ότι είσαι κουρασμένος, αλλά πρέπει εσύ να πας εκεί, διότι αυτή την υπόθεση κανένας άλλος δεν μπορεί να την διεκπεραιώσει, όπως εσύ»…»[2]
Το ίδιο περιστατικό περιγράφεται και στον Βίο Μεθοδίου (στη συνέχεια: Ταχιάου, ΒΜ): «Συνέβη εκείνες τις ημέρες, ο Ραστισλάβ, ο ηγεμόνας των Σλάβων, με τον Σβατοπλούκ[3] , [να] στείλουν [γράμμα] από τη Μοραβία προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ, λέγοντας αυτά: «Με το έλεος του Θεού είμαστε υγιείς, ήρθαν δε σε εμάς πολλοί διδάσκαλοι χριστιανοί από τους Λατίνους, τους Έλληνες και τους Γερμανούς, διδάσκοντάς μας διαφορετικά. Εμείς όμως οι Σλάβοι είμαστε άνθρωποι απλοϊκοί και δεν έχουμε ποιον να μας διδάξει την αλήθεια και να μας εξηγήσει την γνώση. Γι’ αυτό, κράτιστε δέσποτα, στείλε μας άνδρα ο οποίος θα μας κατευθύνει σε όλη την αλήθεια». Τότε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ είπε στον Φιλόσοφο Κωνσταντίνο: «Ακούς, Φιλόσοφε, τα λόγια αυτά; Κανένας άλλος δεν μπορεί να το κάνει αυτό εκτός από εσένα. Να λοιπόν, [λάβε] δώρα πολλά, πάρε τον αδελφό σου, τον ηγούμενο Μεθόδιο, και πήγαινε. Διότι εσείς είστε Θεσσαλονικείς, και όλοι οι Θεσσαλονικείς συνδιαλέγονται σωστά στα σλαβικά».[4]
[irp posts=”422716″ name=”Αγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος: Ιεραποστολικοί αγώνες – Αποτίμηση της προσφοράς τους”]
Από τα δύο κείμενα γίνεται φανερό ότι η αποστολή των αγίων Κυρίλλου & Μεθοδίου στη Μοραβία δεν ήταν η πρώτη ιεραποστολή στην περιοχή αυτή. Έχουν προηγηθεί Λατίνοι, Γερμανοί και άλλοι Έλληνες. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο, δεν πρόκειται καν για την πρώτη προσπάθεια εκχριστιανισμού των Σλάβων, αφού εκείνος την αναγάγει στην εποχή του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610 – 641) και αφορούσε στους Σλάβους της βαλκανικής. [5]
Το 863 η βυζαντινή αποστολή φθάνει στην Μοραβία και ξεκινά άμεσα το μεταφραστικό έργο των λειτουργικών βιβλίων, των ακολουθιών του Όρθρου, της θ. Λειτουργίας, του Εσπερινού, του Αποδείπνου κ.λπ. Οι μεταφράσεις αυτές εξυπηρετούσαν ταυτόχρονα δύο στόχους, αφού εκτός της χρήσεώς τους στη λατρεία παράλληλα χρησιμοποιούνται ως διδακτικά εγχειρίδια για την εκμάθηση και εξοικείωση με τον γραπτό λόγο των μαθητών τους, που προορίζονταν να γίνουν κληρικοί.
Η περιοχή της Μεγάλης Μοραβίας ανήκε εκκλησιαστικά στη δικαιοδοσία του παπικού θρόνου της Ρώμης, ενώ η βυζαντινή αποστολή στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Στην ίδια περιοχή, όμως, είχε διεισδύσει και η Εκκλησία των Φράγκων. Ουσιαστικά αυτός ήταν ο λόγος που ο Ραστισλάβος επιδίωξε την εμπλοκή του Βυζαντίου ζητώντας «διδάσκαλο κατάλληλο» και «επίσκοπο»· απέβλεπε στην ανάσχεση της επιθετικής διείσδυσης των Γερμανών. Όμως ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ΄ και ο πατριάρχης Φώτιος, ενώ του έστειλαν τον κατάλληλο άνθρωπο, που ζητούσε, σκόπιμα δεν έστειλαν κληρικούς. Δεν ήθελαν να επιβαρύνουν τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τις μετακινήσεις τους από την Κωνσταντινούπολη στη Μοραβία και από κει προς τη Βενετία και τη Ρώμη, οι Κύριλλος και Μεθόδιος, μετέφεραν μαζί τους, δίχως να το αποχωριστούν ποτέ, το λείψανο του Αγ. Κλήμεντος, επισκόπου Ρώμης (88-100 μ.Χ.), το οποίο είχαν ανακαλύψει στην προηγούμενη αποστολή τους στην Κριμαία. Είναι προφανές ότι δεν θα υποβάλλονταν στον κόπο να περιοδεύουν με το λείψανο του Αγίου αν δεν είχαν εξαρχής σκοπό να επισκεφθούν τη Ρώμη και να το δωρήσουν στον παπικό θρόνο. Έτσι και έγινε. Τότε χειροτονήθηκαν και οι πρώτοι μαθητές τους κληρικοί και ο Μεθόδιος σε επίσκοπο. Όλα δείχνουν ότι αυτός ήταν ο αρχικός σχεδιασμός για την πορεία και εξέλιξη της ιεραποστολής.
1. Ταχιάος, Αντώνιος-Αιμίλιος, Ν, Κύριλλος και Μεθόδιος. Οι αρχαιότερες βιογραφίες των Θεσσαλονικέων εκπολιτιστών των Σλάβων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2008. Στη συνέχεια: Ταχιάου, ΒΚΜ.
2. Ταχιάου, ΒΚ 14, σ. 80.
3. Aνηψιός του Ράστισλαβ.
4. Ταχιάου, ΒΜ 5, σ. 198.
5. Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, «Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν», PG 113, 284-292.
6. PL 9, 241-24.