του Αρχιμανδρίτη Παύλου Παπαδόπουλου
Βρισκόμαστε αδελφοί μου ήδη στην δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου. Θα λέγαμε στην προπαρασκευαστική περίοδο πριν εισέλθουμε στην Μεγάλη και Αγία Τεσσαρακοστή.
Βλέπεται πόσο σοφά η Εκκλησία, μας εισάγει σιγά σιγά στους πνευματικούς αγώνες και όχι απότομα και σκληρά; Και το κάνει αυτό γιατί; Γιατί η Εκκλησία έχει μια βαθειά ψυχολογική γνώση της ανθρώπινης φύσης. Ξέροντας την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης και την τρομακτική “κοσμικότητα” της ζωής μας, αναγνωρίζει την αδυναμία μας να αλλάξουμε αυτόματα, να πάμε ξαφνικά από μια πνευματική ή διανοητική κατάσταση σε μια άλλη. Έτσι, αρκετά πριν αρχίσει η ουσιαστική προσπάθεια , η Εκκλησία προκαλεί τη προσοχή μας στη σοβαρότητα της Μ.Σαρακοστής και μας καλεί να σκεφθούμε τη σημασία της.
Η Κυριακή του Ασώτου Υιού ή αλλιώς όπως σωστά λέγεται του σπλαχνικού και φιλάνθρωπου Πατέρα, η Εκκλησία θέλει να μας μιλήσει με αυτό το ευαγγελικό ανάγνωσμα για άλλη μία φορά για πολλά και καίρια ζητήματα για την πνευματική μας πρόοδο.
Συνήθως λοιπόν όταν ομιλούμε για αυτήν την παραβολή εστιάζουμε την προσοχή μας στην μετάνοια που έδειξε ο άσωτος υιός, ή στην ανεξικακία και την φιλανθρωπία που επέδειξε ο άκακος Πατέρας του αλλά και στην αδιαλλαξία και την μνησικακία που είχε ο μεγαλύτερος υιός.
Όμως σήμερα θα μου επιτρέψετε να σταθώ κάπου αλλού. Διαβάζοντας και μελετώντας την παραβολή θα διακρίνουμε εκτός από τα παραπάνω και κάτι άλλο πολύ σημαντικό.
Διαπιστώνουμε από την παραβολή ότι ο Θεός πατέρας σέβεται σκανδαλωδώς την ανθρώπινη ελευθερία και βούληση. Ο πατέρας της παραβολής δεν νοιάζεται για το κύρος του, για το τι θα πει ο κόσμος, ότι θα χάσει το στήριγμά του, τον βοηθό του, το παιδί του. Λυπάται για τη φυγή μα δεν θέλει να την αποτρέψει ενώ μπορεί.
Ο Θεός πολλές φορές σκανδαλίζει με αυτήν την μεγάλη ελευθερία που μας δίνει. Μια ελευθερία όμως που όπως φαίνεται δεν ξέρουμε να την διαχειριστούμε προς όφελός μας. Η αγάπη του Θεού όμως είναι αρχοντική. Ο Θεός πατέρας θέλει πλησίον του παιδιά που τον αγαπούν και θέλουν να είναι κοντά του και όχι σκλάβους και δούλους ανελεύθερους, φοβισμένους, τρομαγμένους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά του μόνο και μόνο επειδή φοβούνται τις μέλλουσες τιμωρίες.
Και γι’ αυτόν τον λόγο αφήνει τον μικρό του υιό να καταχραστεί όχι την περιουσία που του έδωσε, αυτό είναι το λιγότερο, αλλά την ελευθερία του, τον αφήνει να επιλέξει ακόμα και τον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην εξαθλίωση.
Ο πατέρας ξέρει ότι ο υιός του θα αποτύχει, θα ζήσει ίσως κάποιες μέρες με επίγειες ηδονές αλλά γρήγορα όλα θα τελειώσουν και αυτό που θα μείνει θα είναι το ανεκπλήρωτο κενό της αμαρτίας μέσα στην ψυχή του.
Ο πατέρας αγωνιά για τον υιό του αλλά δεν τον βιάζει, δεν τον ζορίζει, δεν του αρνείται τίποτα αλλά με καλή διάθεση του προσφέρει αυτά που του ζητά με επιμονή, γνωρίζοντας το τέλος και ελπίζοντας στην ελεύθερη αλλαγή του υιού του. Και αυτό αδελφοί μου είναι το μαρτύριο του Πατέρα, αυτό είναι το μαρτύριο της ελευθερίας που προσφέρει στον υιό του… ενώ γνωρίζει τι θα ακολουθήσει και όμως δεν μιλά αλλά τον αφήνει ελεύθερο να επιλέξει, έχει ηλικία και είναι υπόλογος των επιλογών του. Θέλει μόνος του να καταλάβει αυτό που λέγει ο απ. Παύλος: ”…πάντα μοι έξεστιν, αλλ΄ού πάντα συμφέρει” (Κορ.Α΄στ’12). (δηλαδή, όλα μου επιτρέπονται, αλλά δεν με συμφέρουν τα πάντα…)
Ακριβώς αυτό αγαπητοί μου κάνει και Θεός μαζί μας. Μας παρέχει μια ελευθερία που είναι τόσο μεγάλη που μας επιτρέπει ακόμα και να τον απορρίψουμε, να τον αρνηθούμε, να τον βλασφημήσουμε.
Ο Θεός όμως είναι πάντα εκεί, μας περιμένει. Αναμένει τον γυρισμό μας, αρκεί να έλθουμε «εις εαυτόν» όπως ο άσωτος και να γυρίσουμε στην πατρική οικία.
Το θέμα λοιπόν αδελφοί μου είναι το τι θα κάνουμε εμείς. Κάποιος είπε ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε οι επιλογές που κάνουμε. Το τι θα επιλέξουμε τελικά δείχνει και το ποιοι είμαστε, με άλλα λόγια το πώς θα διαχειριστούμε την ελευθερία που μας παρέχει ο Θεός δείχνει εάν όντως θέλουμε να γίνουμε συγκληρονόμοι της Βασιλείας του Πατρός.
Στην Εκκλησία μας δεν υπάρχουν νόμοι και «πρέπει», δεν υπάρχουν υποχρεώσεις καθήκοντα και κανόνες, όπως εσφαλμένα κάποιοι υποστηρίζουν. Ο χριστιανός δεν είναι κάποιος άνθρωπος που είναι δουλωμένος σε κάποιους εξωτερικούς τύπους και κανόνες, η Εκκλησία δεν καλεί τον άνθρωπο να ελευθερωθεί από τα πάθη και τις κακές του συνήθειες, από τον εγωισμό και την ακηδία για να τον δουλώσει στον καθωσπρεπισμό, στον ηθικισμό και σε ένα κανονολόγιο απαγορεύσεων και υποχρεώσεων, αλλά η Εκκλησία μας καλεί να σπάσουμε όλα αυτά τα κοσμικά δεσμά που έχουν δημιουργήσει οι άνθρωποι και να γίνουμε εκουσίως δούλοι Χριστού, που σημαίνει πραγματικά ελεύθεροι. Διότι ο Χριστός είναι η Αλήθεια και η Αλήθεια ελευθερώσει ημάς, όπως μας διαβεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος.
[irp posts=”330750″ name=”Δεν ήλθε η ώρα, δεν το επιτρέπει ακόμα ο Θεός”]
Η Εκκλησία λοιπόν τι κάνει; Η Εκκλησία δεν έχει θεσπίσει κάποιους κανόνες που πρέπει να τηρούμε, δεν έχει π.χ. καθορισμένες νηστείες, ακολουθίες κτλ.;
Ναι, βεβαίως και έχει, όμως όχι με την προσέγγιση που συνήθως λανθασμένα κάνουμε.
Η Εκκλησία απλά προτείνει… προτείνει την άσκηση, την ταπείνωση, την συγχωρετικότητα , την μυστηριακή ζωή και το κάνει αυτό χωρίς να βιάζει κανέναν, χωρίς να πιέζει, προτείνει έναν τρόπο ζωής που εάν θα τον ακολουθήσουμε δεν θα βγούμε ζημιωμένοι, κάνει την πρόταση και μας αφήνει να αποφασίσουμε μόνοι μας, να επιλέξουμε ελεύθερα σαν λογικά όντα.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της Παναγίας μας. Η Παρθένος Μαρία έκανε τελεία υπακοή στον Θεό, γιατί; από φόβο; από υποχρέωση; ΟΧΙ.
Έκανε υπακοή στον Θεό δηλαδή, Τού έδωσε όλη την ελευθερία της, ως μια προσφορά τελείας αγάπης και εμπιστοσύνης. «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρήμα σου». Αυτό είναι η υπακοή, η ελεύθερη προσφορά αγάπης και μόνο έτσι μπορεί να εννοηθεί μέσα στην Εκκλησία.
Όλα αυτά που κάνουμε αδελφοί μου μέσα στην Εκκλησία τα κάνουμε (θα πρέπει να τα κάνουμε) από αγάπη, από αγάπη για τον Χριστό νηστεύουμε από αγάπη προς τον Χριστό, αγρυπνούμε από αγάπη προς τον Χριστό, από αγάπη προσευχόμαστε, από αγάπη κάνουμε υπακοή.
Όταν λοιπόν τα κάνουμε όλα αυτά από αγάπη κανένας τύπος και κανόνας δεν μπορεί να μετριάσει την προσπάθειά μας. Δηλαδή τι θέλω να πω… Πολλές φορές όλοι μας δυσανασχετούμε για αυτά που προτείνει η Εκκλησία, σε λίγες ημέρες π.χ. θα μας προτείνει να νηστέψουμε αυστηρά, να προσευχόμαστε πιο πολύ, και γενικότερα να ασκηθούμε περισσότερο. Δυσανασχετούμε λοιπόν όλοι μας λίγο ή πολύ, και δυστυχώς αρχίζουμε και εφευρίσκουμε εύγεστα νηστίσιμα φαγητά, εφευρίσκουμε διάφορες δικαιολογίες για να καταλύσουμε την νηστεία όπως η φιλοξενία ή κάποια μικρή αδιαθεσία μας, και το ίδιο συμβαίνει και με την συμμετοχή μας στις ακολουθίες, και γενικότερα δείχνουμε με την συμπεριφορά μας ότι δεν θέλουμε να κάνουμε τίποτα από αυτά που μας προτείνει η Εκκλησία και τα κάνουμε μόνο και μόνο για να μην μας πούνε τίποτα οι άλλοι, τα κάνουμε για τα μάτια του κόσμου και όχι από μία εσωτερική ανάγκη ευχαριστίας, προσφοράς και αγάπης προς τον Θεό.
Πρέπει να καταλάβουμε κάτι πολύ σημαντικό, ότι αυτά που μας καλεί να κάνουμε η Εκκλησία είναι τα ελάχιστα που θα έπρεπε να κάνουμε εάν είχαμε αγάπη προς τον Θεό. Δηλαδή το να νηστεύουμε 40 ημέρες αλάδωτο είναι όχι το μέγιστο (νήστεψα 40 ημέρες και το θεωρώ κατόρθωμα…) αλλά το ελάχιστο που θα έπρεπε να κάνουμε για την αγάπη του Χριστού. Αυτός έγινε Άνθρωπος, εμείς τον σταυρώσαμε και αυτός όχι μόνο μας συγχώρεσε αλλά και μας προσφέρει αιώνια ζωή και εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε αυτήν την θυσία; να απέχουμε δηλαδή από τροφές για αυτό το χρονικό διάστημα; Αλοίμονο.
Εάν αδελφοί μου είχαμε αγάπη προς τον Θεό, τότε όχι μόνο 40 ημέρες αλλά ολόκληρη την ζωή μας θα νηστεύαμε, όπως και έπραξαν μεγάλοι άγιοι τις Εκκλησίας μας, εάν είχαμε αγάπη προς τον Θεό τότε όχι μόνο την Κυριακή θα πηγαίναμε στην Εκκλησία αλλά Εκκλησία θα κάναμε το σπίτι μας, εάν είχαμε αγάπη προς τον Θεό τότε θα αγαπούσαμε όχι μόνο τους οικείους μας αλλά όλον τον κόσμο, τους εχθρούς μας, ακόμα και τον διάβολο.
Εάν τα κάνουμε όλα αυτά επειδή πρέπει ή επειδή μας το είπαν κάποιοι ή με το ζόρι τότε εις μάτην κοπιάζουμε αδελφοί μου και θα καταντήσουμε σαν τον μεγάλο αδελφό της παραβολής που όλα αυτά τα έκανε για τα μάτια του κόσμου, για να μην μπορεί να τον πει τίποτα ο πατέρας του, όμως δεν είχε αγάπη και αυτή η κατάσταση τον οδήγησε στην κατάκριση του αδελφού του και τον ίδιο στην απομάκρυνση από τον πατέρα του.
Ενώ ήταν εκεί μέσα στο σπίτι του πατρός, ενώ εργαζόταν εκεί και όμως ούτε γνώριζε τον πατέρα, ούτε τον αισθανόταν πατέρα του αλλά και το σημαντικότερο δεν ήθελε ο πατέρας να αγαπά τον αδελφό του. Νόμιζε ότι επειδή έμεινε πιστός στον πατέρα του ότι είχε λόγο, είχε δικαίωμα να στερήσει από τον πατέρα του την αγάπη που έτρεφε για τον άσωτο υιό Του. Ο μεγάλος υιός ήθελε να παύσει ο πατέρας να αγαπά το παιδί του που έσφαλε, ο μεγάλος υιός ήθελε μόνο αυτός να μένει στην πατρική οικεία διότι μόνο αυτός ήταν άξιος.
Η Εκκλησία δεν μία ανθρώπινη οργάνωση πνευματικής αστυνόμευσης και καταστολής ανεπιθύμητων συμπεριφορών, αλλά είναι ένα πνευματικό νοσοκομείο, δεν είναι ο Θεός κάποιος πανίσχυρος δυνάστης και εκδικητής και τιμωρός αλλά Πατέρας που σε αφήνει ελεύθερο να επιλέξεις ακόμα και να Τον απαρνηθείς, χωρίς ο ίδιος να παύσει ποτέ να σε αγαπά. Ο Θεός είναι πατέρας που ήρθε να σώσει το απολωλός, ήρθε να μας ελευθερώσει από την αμαρτία αρκεί να Τον αφήσουμε.
Ας Του παραδώσουμε λοιπόν αγαπητοί μου την ελευθερία μας ώστε να ζήσουμε ελεύθεροι, ας διαχειριστούμε ορθά την ελευθερία μας ώστε να μην πληγωθούμε από τις λάθος επιλογές μας, αλλά ακόμη κι αν έχει γίνει αυτό μην απελπιστούμε, μην αποκάμουμε αλλά να θυμηθούμε ότι έχουμε Πατέρα ο οποίος μας αγαπά, και να τρέξουμε πάλι στην πατρική αγκαλιά Του και εκεί κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού μας να βρούμε την θαλπωρή της ανεξικακίας Του… Ας Του ζητήσουμε ταπεινά συγνώμη και να είμαστε βέβαιοι ότι όχι μόνο θα μας συγχωρέσει αλλά και θα μας χαριτώσει, θα μας φωτίσει και θα μας καταστήσει συγκληρονόμους των αιωνίων του αγαθών. Αμήν