Ήταν φυσικό και αναμενόμενο να αντιδράσουν οι γονείς από τη στιγμή που πήραν στα χέρια τους τα βιβλία των Θρησκευτικών που δόθηκαν στα παιδιά τους. Και μόνο αν ξεφυλλίσει κανείς τα βιβλία, που ονομάζουν «Φακέλους Μαθήματος» (Φ.Μ.), μπορεί να διαπιστώσει τη ριζική αλλοίωση του Μαθήματος.
Κι αν μελετήσει πιο προσεκτικά την κατανομή και ανάπτυξη της ύλης, τότε με θλίψη θα ομολογήσει ότι το Μάθημα στη μορφή που προσφέρεται από τα εγχειρίδια αυτά, όχι μόνο δεν διατηρεί τον ορθόδοξο χαρακτήρα του, αλλά αποπροσανατολίζει τους μαθητές και τους αφήνει αθωράκιστους στον κόσμο στον οποίο μεγαλώνουν.
Για να εξηγήσουμε την παραπάνω διαπίστωση θα αναφέρουμε τέσσερις βασικούς λόγους, για τους οποίους τα νέα βιβλία των Θρησκευτικών είναι απαράδεκτα:
1. Αποτελούν θρησκειολογικό μείγμα
Τα βιβλία είναι γεμάτα από παράλληλες αναφορές σε άλλες θρησκείες σχεδόν σε κάθε θεματική ενότητα και σε κάθε τάξη, ακόμη και στη Γ΄ Δημοτικού!
Έτσι οι μικροί μαθητές της Γ΄ Δημοτικού μπορούν να μάθουν μαζί με τις χριστιανικές γιορτές την Ρος Ασανά των Εβραίων και την Ιντ αλ Φιτρ των Μουσουλμάνων1, και αντίστοιχα οι μαθητές της Δ΄ Δημοτικού να γνωρίσουν αγίους, όπως ο άγιος Πορφύριος και η αγία Λυδία, μαζί τους όμως και «ιερά και σεβαστά πρόσωπα» όπως ο Μωάμεθ, ο ραββίνος Ελιέζερ, ο Όσκαρ Ρομέρο, ο Μαχάτμα Γκάντι κλπ.2
Επίσης στη Δ΄ Δημοτικού, στη θεματική ενότητα «Ιερά Βιβλία», οι μαθητές διδάσκονται ότι η Αγία Γραφή είναι το ιερό βιβλίο των Χριστιανών, όπως είναι η Τανάκ για τους Εβραίους η το Κοράνιο για τους Μουσουλμάνους, για το οποίο μάλιστα υπάρχει εικόνα με την εξής λεζάντα: «Ο αρχάγγελος Γαβριήλ παραδίδει το Κοράνιο στον Μωάμεθ»3!
Στην Ε΄ Δημοτικού στην ενότητα «Μαθητές και δάσκαλοι» ο Χριστός παρουσιάζεται «ως διδάσκαλος, συνοδοιπόρος και οδηγός», και στην ίδια συνάφεια υπάρχει ειδική παράγραφος με τίτλο «Δάσκαλοι αλλων θρησκειών του κόσμου», όπου αναφέρονται ο Μωάμεθ, ο Βούδας, ο Λάο Τσε κι ο Κομφούκιος4.
Είναι αδύνατον να εκθέσουμε εδώ την πληθώρα από παρόμοιες θρησκειολογικές αναφορές που υπάρχουν σε κάθε τάξη. Αλλωστε τις είχε επισημάνει ήδη αναλυτικά ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος, ο οποίος, αφού μελέτησε το δημοσιευμένο υλικό των Φακέλων προτού ακόμη τυπωθεί στην τελική του μορφή, έστειλε εκτενέστατη επιστολή διαμαρτυρίας στον Πρωθυπουργό στις 27 Σεπτεμβρίου 2016.
Σ᾿ αυτήν επεσήμαινε ότι όλο αυτό το εκπαιδευτικό υλικό «όχι μόνο δεν μπορεί να βοηθήσει το παιδί μιάς ορθόδοξης οικογένειας στη διαμόρφωση μιάς συνεκτικής εικόνας για την Ορθοδοξία, αλλά (μπορεί) να κλονίσει και τις νωπές ακόμα θρησκευτικές του πεποιθήσεις, να του προκαλέσει σύγχυση, ενσπείροντάς του την λογική αμφιβολία ότι δεν αποκλείεται τελικά ο Χριστός να είναι και προφήτης του Ισλάμ η ότι όλες οι θρησκευτικές παραδοχές είναι το ίδιο αληθείς ‒ όλα αυτά σε παιδιά των 8 η 9 ετών χωρίς την ανεπτυγμένη κριτική ικανότητα και το στέρεο γνωστικό υπόβαθρο, που προϋποθέτει μία τέτοια συζήτηση».
Βέβαια οι υποστηρικτές των νέων Προγραμμάτων, θέλοντας να αμβλύνουν τις εντυπώσεις, προβαλλουν το επιχείρημα ότι ο εκπαιδευτικός εχει την ευχέρεια να μη διδάξει αυτές τις θρησκειολογικές αναφορές, αν δεν το κρίνει απαραίτητο. Εξάλλου υποστηρίζουν οτι το ποσοστό των κειμένων που αφορούν στην ορθόδοξη πίστη είναι συντριπτικά μεγαλύτερο και συνεπώς το μάθημα είναι ορθόδοξο.
Κατ’ αρχάς, είναι απορίας άξιο πως αυτοί που υποστηρίζουν ότι το μάθημα δεν πρέπει να είναι ομολογιακό η κατηχητικό, τώρα σπεύδουν να υπεραμυνθούν του τάχα ορθόδοξου χαρακτήρα του! Οφείλουν όμως να μην εξετάζουν μόνο την ποσότητα ύλης αλλά και την ποιότητα. Διότι, δυστυχώς, όπως θα δούμε στη συνέχεια, το υλικό που παρέχεται για την ορθόδοξη διδασκαλία είναι τόσο ακατάστατα δομημένο και με τόσες τραγικές ελλείψεις, ώστε τελικά οι μαθητές μέσα από αυτά τα Προγράμματα διδάσκονται την ορθόδοξη πίστη ακρωτηριασμένη και διαστρεβλωμένη.
[irp posts=”384724″ name=”Χίου Μάρκος: Υπέρ της επιστροφής βιβλίων των θρησκευτικών”]
2. Δεν έχουν λογική δομή
Το δεύτερο βασικό πρόβλημα των νέων προγραμμάτων Θρησκευτικών είναι ότι η διδασκαλία της ορθοδόξου πίστεως προσφέρεται χωρίς λογική δομή. Η ύλη αναπτύσσεται αποσπασματικά και επιλεκτικά και όχι συστηματικά και μεθοδικά με αντικειμενική βάση την ιστορική σειρά των γεγονότων.
Έτσι εγκαταλείπεται η καθιερωμένη σειρα, δηλαδή να διδάσκονται τα παιδιά στην Α΄ Γυμνασίου την Παλαιά Διαθήκη, στη Β΄ Γυμνασίου την Καινή Διαθήκη, στη Γ΄ Γυμνασίου την Εκκλησιαστική Ιστορία κλπ. Με τα νέα προγράμματα η ύλη αναπτύσσεται εννοιολογικά κατά θέματα (λατρεία, προσευχή, ιερά βιβλία, ιερές πορείες, γιορτές, αγιότητα, ελευθερία, αγάπη κλπ.).
Κάτι τέτοιο όμως είναι εντελώς αντιπαιδαγωγικό, καθώς ο μαθητής δεν έχει το γνωστικό υπόβαθρο, ώστε να μπορεί να τοποθετεί τα γεγονότα που δίνονται ως αφορμή για συζήτηση, στο ιστορικό τους πλαίσιο. Εξάλλου η ακατάστατη αυτή δομή έχει ως αποτέλεσμα τις συχνές επαναλήψεις ίδιων κειμένων και παραδειγμάτων.
Το κυριότερο όμως είναι ότι η αποκοπή των γεγονότων της ζωής του Χριστού και της Εκκλησίας του από την ιστορική τους συνάφεια συνιστά τραγική αλλοίωση της πραγματικότητας. Η ορθόδοξη πίστη δεν αποτελεί ανθρώπινη ιδεολογία η φιλοσοφία. Βασίζεται σε γεγονότα – αποκαλύψεις του Θεού που λαμβάνουν χώρα μέσα στην ιστορία σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Αυτό την καθιστά μοναδική ανάμεσα στις τόσες θρησκευτικές διδασκαλίες και φιλοσοφίες που δημιούργησε κατά καιρούς η ανθρώπινη φαντασία. Μήπως αυτή η μοναδικότητα κάποιους ενοχλεί και θέλουν έμμεσα να την αποκρύπτουν;
3. Παραλείπουν βασικά θέματα πίστεως
Ένα τρίτο σημαντικό πρόβλημα είναι ότι στα νέα Προγράμματα παραλείπονται ‒άραγε σκόπιμα; ‒ βασικά θέματα πίστεως.
Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι, σε σύγκριση με τα μέχρι πέρυσι ισχύοντα βιβλία, στα Νέα Προγράμματα:
● Η Παλαιά Διαθήκη αφαιρέθηκε από την Α΄ Γυμνασίου και μετατοπίσθηκε στη Γ΄ και στη Δ΄ Δημοτικού, όπου εκτίθεται πολύ περιληπτικά και ουσιαστικά αποδυναμωμένη, αφού σε αυτή την ηλικία τα παιδιά δεν μπορούν να κατανοήσουν δύσκολα σημεία που απαιτούν ειδική ανάπτυξη για να μην παρερμηνευθούν.
● Το Σύμβολο της Πίστεως, που μέχρι τώρα διδασκόταν σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο, απαλείφθηκε εντελώς από το Δημοτικό και το Λύκειο και παρατίθεται μόνο στην Α΄ Γυμνασίου ως ανερμήνευτο κείμενο με μια σύντομη εισαγωγή για την ιστορία του5 και στην Α΄ Λυκείου μόνο το άρθρο περί Εκκλησίας 6.
● Στο Δημοτικό παραλείπονται επίσης τα κεφάλαια «Οι αιρέσεις νοθεύουν την αλήθεια» και «Οι Σύνοδοι της Εκκλησίας…» που υπήρχαν στην ύλη της ΣΤ΄ Δημοτικού. Στην ίδια τάξη, όπως επίσης και στη Γ΄ Γυμνασίου πολύ εκτενέστερα, υπήρχε ιδιαίτερη αναφορά στη Δ΄ Οικουμενική Συνοδο και στη συμβολή της στη διατύπωση του δόγματος ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, κάτι όμως που εξαλείφθηκε στα νέα προγράμματα. Στα νέα βιβλία υπάρχει χώρος για εκτενείς αναφορές και κείμενα από την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης» (2016)7, όχι όμως και για τις Οικουμενικές Συνόδους. Θέματα για Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, που έδωσαν αγώνες για τη διαφύλαξη της αλήθειας, είτε παραβλέπονται είτε παρουσιάζονται κολοβωμένα. Για παράδειγμα, για τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό παρατίθεται απόσπασμα λόγου του υπέρ της Ενώσεως, δεν αναφέρεται όμως τίποτε για την ανυποχώρητη στάση του στη Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας8.
● Εντύπωση προκαλεί και το γεγονός ότι στο Λύκειο αγνοήθηκαν εντελώς τα κεφάλαια που έκαναν λόγο για τις Παραθρησκείες, τη Μαγεία, τον Σατανισμό, τις Σύγχρονες Αιρέσεις, τη Μασονία και τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Πρόκειται όμως για θέματα πολύ σημαντικά που απασχολούν τους εφήβους και τα θέτουν ως ερωτήματα στους θεολόγους. Γιατί να μην τους δώσουμε σωστη ενημέρωση και να τους αφήσουμε απροστάτευτους στα ερεθίσματα που έχουν από τους επικίνδυνους αυτούς χώρους;
● Εκείνη όμως η έλλειψη που είναι απολύτως απαράδεκτη αφορά στο πρόσωπο και τη ζωή του Χριστού. Ενώ υπάρχουν ολόκληρες θεματικές ενότητες με τίτλο «Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός», οι αναφορές μέσα είναι τόσο φτωχές, που τελικά δίνουν διαστρεβλωμένη εικόνα για τον Θεάνθρωπο: Στη Γ΄ Δημοτικού παρουσιάζεται περίπου ως ένας ξένος και κατατρεγμένος μετανάστης και «δάσκαλος που όλοι θαύμαζαν»9, ενώ σε καμία τάξη του Δημοτικού δεν αναφέρονται θαύματά Του! Ελάχιστα μόνο θαύματα αναφέρονται στη Β΄ Γυμνασίου, όπως π.χ. ότι χόρτασε τους πεντακισχιλίους, παραλείπονται όμως άλλα που υπήρχαν στα προηγούμενα βιβλία, όπως η κατάπαυση της τρικυμίας, η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου κι η ανάσταση του Λαζάρου. Γενικά αποσιωπάται οτιδήποτε μπορεί να κινήσει στους μαθητές έστω και την υποψία ότι ο Χριστός είναι Θεός! Αλλιώς δεν εξηγείται γιατί απουσιάζουν βασικοί σταθμοί της ζωής του Θεανθρώπου που συνιστούν και μεγάλες εορτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο δεν υπάρχει πουθενά διδακτική ενότητα για τα Χριστούγεννα, για το μυστήριο δηλαδή της θείας Ενανθρωπήσεως, ούτε για τη Βάπτιση, που σήμανε τη φανέρωση τούΤριαδικού Θεού, ούτε για την ένδοξη Ανάληψη του Κυρίου, που άνοιξε τον δρόμο για τη θέωση του ανθρώπου.
● Παρομοίως στο Γυμνάσιο – Λύκειο δυστυχώς παραγκωνίζεται και η Υπεραγία Θεοτόκος, την οποία συναντά κανείς μόνο σε μερικές σκόρπιες εικόνες, σε δύο λαογραφικά κείμενα στη Β΄ Λυκείου10 και σε μία παράγραφο στην Α΄ Γυμνασίου, όπου αναφέρεται ο Ευαγγελισμός της11. Ούτε μία διδακτική ενότητα δεν είναι αφιερωμένη στο πρόσωπο που συγκινεί τις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο…
Από τα παραπάνω και πολλά άλλα στοιχεία είναι φανερό ότι ακόμη και η ορθόδοξη διδασκαλία, όπως την προσφέρουν τα νέα βιβλία, φαίνεται να είναι καθαρά ανθρωποκεντρική. Στα νέα Προγράμματα κυριαρχούν τα θέματα κοινωνικής φύσεως, ο δε Χριστιανισμός αναφέρεται στον βαθμό που εξυπηρετεί τη στοχοθεσία του κάθε θέματος. Την Αλήθεια όμως ποιος θα την υπηρετήσει;…
4. Διαστρεβλώνουν και παραπλανούν
Δυστυχώς η αλήθεια όχι μόνο αποκρύπτεται, αλλά και διαστρεβλώνεται στα νέα βιβλία:
● Στο Βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού, κάτω από τον τίτλο «Χριστιανικές παραδόσεις της χώρας μας» στεγάζονται Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Αρμένιοι, Κόπτες, Αγγλικανοί, Ευαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί και Αντβεντιστές, ενώ συμπεριλαμβάνονται και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά με μόνη επισήμανση γι᾿ αυτους ότι «χαρακτηριστικό τους είναι η προσηλωση στη μελέτη της αγίας Γραφής και η προσμονή εγκαθίδρυσης χιλιετούς βασιλείας του Χριστού στη γη»12.
Έτσι οι μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού αποκτούν μία θετική εικόνα για όλους τους αιρετικούς, ακόμη και για τους Χιλιαστές, που είναι γνωστοί για την οργανωμένη προπαγάνδα και την αντεθνική και αντικοινωνική τους δράση.
● Γενικότερα η προσέγγιση των άλλων θρησκειών γίνεται με αποσπάσματα προσεκτικά επιλεγμένα, ώστε να αποκρύπτονται επιμελώς στοιχεία εξωφρενικά και παράλογα, ακόμη κι αν αυτά διαμορφώνουν τις κοινωνίες των θρησκειών αυτών και υποβαθμίζουν τον σύγχρονο πολιτισμό.
Για παράδειγμα, ενώ σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου γίνεται λόγος για το Ισλάμ, πουθενά δεν αναφέρεται η υποτίμηση της γυναίκας, που αποτελεί χαρακτηριστική θέση της θρησκείας αυτής. Επίσης στη Β΄ Γυμνασίου παρατίθεται εδάφιο από το Κοράνιο για τη φροντίδα των ξένων13 και στη Γ΄ Γυμνασίου ειδική ενότητα με τίτλο «Το Κοράνιο προτρέπει σεβασμό προς τους λαούς της Βίβλου και το ανθρώπινο πρόσωπο»14. Δεν γίνεται όμως κάποια αναφορά σε άλλα εδάφια, όπου το Κοράνιο παρακινεί σε πόλεμο εναντίον των απίστων, ούτε δίνεται κάποια εξήγηση για τη βία και την τρομοκρατία που δοκιμάζει όλος ο κόσμος από τους φανατικούς ισλαμιστές!
Είναι σαφής η προσπάθεια των νέων Προγραμμάτων να εξωραίσουν τις άλλες θρησκείες, ακόμη και με αποσιώπηση της αλήθειας, γεγονός που καθιστά τα νέα βιβλία, εκτός των άλλων, και παραπλανητικά!
Μερικά μόνο στοιχεία παρουσιάσαμε απο τις απαράδεκτες καινοτομίες του νέου προγράμματος των Θρησκευτικών. Πιστεύουμε όμως ότι είναι αρκετά για να γίνει αντιληπτό το συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος: «Το μάθημα των Θρησκευτικών τώρα πλέον έγινε “κατηχητικό”… διότι προσπαθεί, με σαφή πολιτικά κριτήρια, να κατηχήσει και να στρατεύσει τους μαθητές σε μία εκκοσμικευμένη στάση απέναντι στο θρησκευτικό φαινόμενο. Παράλληλα συντηρεί μία θεολογικά ρηχή προσέγγιση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εκμηδενίζοντας την ιδιαιτερότητα του ορθόδοξου δόγματος και της χριστιανικής παράδοσης, αφού τα καταβιβάζει και τα μελετά στο επίπεδο του απλού κοινωνικού η φιλοσοφικού κινήματος».
Είναι απορίας άξιον γιατί αγνοήθηκαν οι τόσο σαφείς επισημάνσεις που έκανε ο Αρχιεπίσκοπος ‒ αφού ελάχιστες επιμέρους διορθώσεις έγιναν ‒ και πως τολμά το Υπουργείο να διακηρύσσει ότι η Εκκλησία είναι σύμφωνη με αυτά τα απαράδεκτα εκτρώματα.
Απομένει πλέον στους πιστούς γονείς, στους ευσυνείδητους εκπαιδευτικούς και σε όσους ακόμη πιστεύουν στις αρχές της ελληνορθόδοξης παιδείας, να αντιδράσουν με σθένος. Να μην επιτρέψουν να διδαχθούν τα παιδιά τους τέτοια Θρησκευτικά που κλονίζουν την πίστη, αλλά να απαιτήσουν το μάθημα των Θρησκευτικών να παραμείνει ορθόδοξο.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα (άρθρο 16 § 2) και την Ευρωπαική Σύμβαση για τα Δικαιώματα του ανθρώπου οι γονείς ως Έλληνες πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν από την Πολιτεία να παρέχει στα παιδιά τους παιδεία σύμφωνη με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.
Άλλωστε και ο Νόμος 1566/1985 (άρθρο 1 § 1) ορίζει συγκεκριμένα ότι η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οφείλει να υποβοηθεί τους Ορθόδοξους Χριστιανούς μαθητές, ώστε «να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης».
Γι᾿ αυτό και πολλοί γονείς επιστρέφουν τα βιβλία αυτά ως απαράδεκτα. Γι᾿ αυτό και Σύλλογοι Γονέων, ο ένας μετά τον άλλον, αποστέλλουν ψηφίσματα διαμαρτυρίας.
Είναι καιρός όλοι να ευαισθητοποιηθούμε. Να διακηρύξουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν θέλουμε Θρησκευτικά που δίνουν εγκυκλοπαιδικές πληροφορίες από τα διάφορα θρησκεύματα. Θέλουμε Θρησκευτικά που προσφέρουν αλήθεια, διαμορφώνουν συνείδηση, καλλιεργούν ήθος. Αυτά τα Θρησκευτικά θέλουμε. Τα άλλα που θέλουν να μας επιβάλουν, επιστρέφονται ως απαράδεκτα!
1. Φ.Μ. Γ΄ Δημοτικού, σ. 37.
2. Φ.Μ. Δ΄ Δημοτικού, σ. 121-125.
3. Φ.Μ. Δ΄ Δημοτικού, σ. 137-138.
4. Φ.Μ. Ε΄ Δημοτικού, σ. 20.
5. Φ.Μ. Α΄ Γυμνασίου, σ. 104-105.
6. Φ.Μ. Α΄ Λυκείου, σ. 114-116.
7. Βλ. ενδεικτικά: Φ.Μ. Γ΄ Γυμνασίου, σ. 9, 24-25, 29, 42-43, 50, 118.
8. Φ.Μ. Β΄ Γυμνασίου, σ. 114.
9. Φ.Μ. Γ΄ Δημοτικού, σ. 88-92.
10. Φ.Μ. Β΄ Λυκείου, σ. 26, 133.
11. Φ.Μ. Α΄ Γυμνασίου, σ. 70-71.
12. Φ.Μ. ΣΤ΄ Δημοτικού, σ. 91.
13. Φ.Μ. Β΄ Γυμνασίου, σ. 98.
14. Φ.Μ. Γ΄ Γυμνασίου, σ. 46.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”