Την τρίτη κατά σειρά ομιλία του με θέμα: «Η θεία Κοινωνία και το Μυστήριο της μετάνοιας, από τη θεολογική γραφίδα του Αγίου Νεκταρίου», πραγματοποίησε ο Αρχιμανδρίτης Ιωαννίκιος Γιαννόπουλος, από την Ιερά Μητρόπολη Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Τετάρτη 1 Νοεμβρίου. Η ομιλία δόθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…» που οργανώνει ο Ιερός Ναός.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση του Ιερού Ναού, της ομιλίας προηγήθηκε Ιερά Παράκληση προς την Υπεραγία Θεοτόκο την Βηματάρισσα, την Βατοπαιδινή.
Ακολουθώντας τον θεολογικό λόγο του Αγίου Νεκταρίου, ο ομιλητής σημείωσε στην αρχή του λόγου του, πως ο άνθρωπος επιζητούσε την αιώνιο ζωή σε όλη την ιστορική του πορεία. Η πτώση του και η αμαρτία δεν κατόρθωσαν να εξοστρακίσουν από την ψυχή του την ενδόμυχη αυτή αναζήτηση της αιωνίου ζωής.
Αυτός ο πόθος ήταν και είναι ριζωμένος βαθειά μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Η αγωνιώδης αναζήτηση της ανθρώπινης ύπαρξης – κατά τον Άγιο – είναι παγκόσμια, οικουμενική και καθολική. Δηλαδή μαρτυρείται από όλα τα έθνη σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της υφηλίου, από όλους τους αιώνες.
Το κενό αυτό της υπάρξεως και την αναζήτηση της επιστροφής του προς τον Δημιουργό του, προσπαθούσαν να τα αναπληρώσουν οι βωμοί, τα θυσιαστήρια, τα ολοκαυτώματα, οι προσφορές και η καύση των πολυτίμων υπαρχόντων του.
«Η αμαρτία, δηλαδή το κακό – κατά τον Άγιο Νεκτάριο – είναι το μη ον, διότι δεν δημιουργήθηκε από τον Θεό και κατά την διάπραξή της κατέχει τον χώρο, που είχε το αγαθό, το οποίο και απεδίωξε.
Η γέννηση της αμαρτίας, του κακού, επέφερε διατάραξη στην αρμονία της δημιουργίας και απειλεί την ύπαρξη της. Τόσο οι Ιουδαίοι, που πίστευαν στον αληθινό Θεό, όσο και οι Εθνικοί, που πίστευαν σε αλλότριους θεούς πρέσβευαν, ότι κάθε αμαρτία αναφέρεται προς αυτόν τον Θεό.»
Ποιός είναι – κατά τον Άγιο Νεκτάριο – ο τρόπος και η οδός της ευρέσεως της Θείας καταγωγής του ανθρώπου, της εξιλεώσεως από την αμαρτία, της λυτρωτικής επιστροφής προς την Θεία πραγματικότητα; Η μετάνοια.
Η μετάνοια, είναι η διαρκής καταλλαγὴ και συμφιλίωση με τον Θεό, αφού η αμαρτία αποξένωσε τον άνθρωπο από την κοινωνία μαζί Του.
Οι δρόμοι και οι τρόποι της μετανοίας είναι πολλοί: η βαθειά συναίσθηση και αναγνώριση του σφάλματος και του βάρους της αμαρτίας, η ανεξικακία προς τους εχθρούς, το να εγκαταλείψει ο άνθρωπος την υποδούλωση στην αμαρτία, η θερμή και ακριβής προσευχή, η ελεημοσύνη, η ταπεινοφροσύνη.
Δεν αρκεί κάποιος να σταματήσει την διάπραξη της αμαρτίας, αλλά χρειάζεται να αγωνίζεται να διαπράξει την αντίστοιχη αρετή. Και παρακινεί ο Άγιος, την πλεονεξία και την αρπαγή αντιμετώπισε με την ελεημοσύνη, την ανηθικότητα με την αγνεία κ.ο.κ.
Συνεχίζοντας ο π. Ιωαννίκιος τόνισε:
«Το μυστήριο της μετανοίας ολοκληρώνεται στην εξομολόγηση των αμαρτιών. Η εξομολόγηση ορίζεται από τον Άγιο, ως ο τρόπος της ψυχικής θεραπείας, τον οποίο έχει καθορίσει η Εκκλησία.
Προϋποθέσεις εξομολογήσεως, που συνιστούν και τα αποδεικτικά στοιχεία της πραγματικής μετανοίας είναι: να είναι οικειοθελής και ειλικρινής, να εμφορείται από παρρησία και αυτοκατάκριση, να διακατέχεται από συντριβή καρδίας.
Η εξομολόγηση είναι αναγκαία, διότι είναι θεία εντολή, διότι επαναφέρει και αποκαθιστά την ειρήνη μεταξύ Θεού και ανθρώπων και διότι ωφελεί ηθικά και πνευματικά τον άνθρωπο.»
Τελευταίο θέμα της ομιλίας, η προσέλευση του πιστού στην Θεία Ευχαριστία, σύμφωνα με τον ευλογημένο λόγο του Αγίου Νεκταρίου. Σύμφωνα λοιπόν με τον Άγιο, η Θεία Ευχαριστία υπερβαίνει όλους τους όρους ή κατηγορίες με τους οποίους εκδηλώνονται οι φυσικοί νόμοι, γι’ αυτό και είναι το μεγαλύτερο από όλα τα θαύματα και το υψηλότερο, διότι υπερβαίνει κάθε έννοια.
Η αφαίρεση των υποδημάτων του Μωϋσέως για την προσέγγιση του θαύματος της βάτου, αποτελεί προτύπωση της προσεγγίσεως του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας από κάθε άνθρωπο. Χρειάζεται, δηλαδή εσωτερική καθαρότητα για να το πλησιάσουμε.
Χρειάζεται εκ μέρους του προσερχομένου, να υπάρχει αυτοεξέταση, προσοχή, αντίληψη της ηθικής κατάστασης και της σχέσεως του προς τον Θεό και τον πλησίον, που αποτελούν τα κριτήρια διά των οποίων ὁ πιστός θα κρίνει την ετοιμότητα του προς το μυστήριο. Σε αυτό πρέπει να προσέλθει ὁ χριστιανός, καθαρός από κάθε μολυσμὸ αμαρτίας, κατά τον τύπο τοῦ Μωϋσέως.
Ανάλογα με την καθαρότητα της καρδιάς του πιστού, που προσέρχεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, η αίσθηση του Θεού είναι διπλή: ως φωτιά, που κατακαίει, για τους αναξίους και ως φως, που αγιάζει, φωτίζει και Χριστοποιεί τον αξίως μεταλαμβάνοντα.
«Τέλος ο λόγος του Αγίου ολοκληρώνεται με τα όσα πρέπει να ακολουθούν την Θεία Ευχαριστία. Επανέρχεται στο θέμα της μετανοίας και μεταξύ των άλλων συνιστά στον πιστό να μην αναβάλλει, αλλά και να μην αμφιβάλλει, ότι θα γίνει αποδεκτός εν μετανοίᾳ από τον Σωτήρα του. Η πλάνη της αναβολής δείχνει άγνοια του χριστιανικού πνεύματος και εμμονή στην αμαρτία, και τελικώς ερμηνεύεται ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος.»