Μήνυμα προς τους συμμετέχοντες στο Δ’ Διεθνές Συνέδριο για την Ποιμαντική Διακονία στον Χώρο της Υγείας απέστειλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, οι εργασίες του Διεθνούς Συνεδρίου, το οποίο διοργανώνεται στη Ρόδο από το «Δίκτυο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την Ποιμαντική στον Χώρο της Υγείας» και φιλοξενείται από την Ι.Μητρόπολη Ρόδου, ξεκίνησαν χθες και θα ολοκληρωθούν στις 15 Οκτωβρίου.
Στο Μήνυμά του ο Οικουμενικός Πατριάρχης, το οποίο αναγνώσθηκε κατά την έναρξη των Εργασιών του Διεθνούς Συνεδρίου, σημειώνει, μεταξύ άλλων ότι, «η πίστις εις την Ανάστασιν του Χριστού και η γνωριμία των ανθρώπων μετ’ Αυτού, όστις αποτελεί την πηγήν της ζωής, συνιστούν την βάσιν διά την αντιμετώπισιν του πόνου, της απογοητεύσεως, της ψυχικής καταθλίψεως και της ελλείψεως της ελπίδος. Διά τούτο η Εκκλησία μας πιστεύει και διακηρύττει ότι ο πόνος και η ψυχική θλίψις είναι σύνδρομα οφειλόμενα εις την απουσίαν του Θεού από την ζωήν μας».
«Οι Άγιοι μας αποτελούν τα πρότυπα της καρτερικότητας εις τας θλίψεις, τας διώξεις και τον θάνατον, διδάσκουν δε με την ζωήν των ότι “η ελπίς ου καταισχύνει” (Ρωμ.ε’, 5). […] Την βασικήν πηγήν ελλείψεως της ελπίδος και κινήτρων διά την ζωήν εις τας ημέρας μας συνιστά η ευημερία και ο κορεσμός, η άνεσις και η ευδαιμονία, ήτοι πάντα όσα προβάλλουν την υλικήν και σωματικήν υπόστασιν του ανθρώπου, ενώ η Εκκλησία ενδιαφέρεται διά τον καθαγιασμόν του ανθρώπου ως συνόλου και διά την σωτηρίαν του ως ενιαίας ψυχοσωματικής οντότητας», τονίζεται σε άλλο σημείο του Πατριαρχικού Μηνύματος.
«Είμεθα βέβαιοι ότι εις τας υπό των εκλεκτών εισηγητών και των συνέδρων διαπραγματευθησομένας ενότητας του Συνεδρίου, αφορώσας εις την έννοιαν της ελπίδος, όπως αυτή εκφράζεται εις την Αγίαν Γραφήν, εις την μοναχικότητα εις την ζωήν και την ασθένειαν, εις την έμπνευσιν ελπίδος εις τους νέους, είς την απόγνωσιν εν όψει σοβαρών ψυχολογικών καταστάσεων και ασθενειών, εις την αντιμετώπισιν των χρονίως πασχόντων, εις τα ευρισκόμενα εις το περιθώριον της ζωής άτομα, εις την πνευματικήν διάστασιν και βιωσιμότητα εν μέσω κοινωνικών προκλήσεως και τέλος, εις την απογοήτευσιν των θεραπόντων και εις την διαχείρισιν των αναφυομένων προβλημάτων, θα αναπτυχθώσιν αρκούντως σοβαροί προβληματισμοί και θα διατυπωθώσιν αξιόλογοι θέσεις, θα εξαχθώσι δε ελπιδοφόρα συμπεράσματα προς ανεύρεσιν της χαμένης ελπίδος και, βεβαίως, προς ωφέλειαν της επιστήμης και των διακονούντων εις τον χώρον της υγείας κληρικών τε και λαϊκών» καταλήγει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εκφράζοντας τις ευχές του για την πλήρη επιτυχία των εργασιών του Διεθνούς Συνεδρίου, «επευλογούντες εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πάντας υμάς και τα θεάρεστα έργα των χειρών υμών».
Υπενθυμίζεται ότι το Πατριαρχικό Δίκτυο για την Ποιμαντική Διακονία στο Χώρο της Υγείας, συντονιστής του οποίου είναι ο Πρωτοπρεσβύτερος Σταύρος Κοφινάς, διοργανώνει ένα Συνέδριο κάθε τρία χρόνια (2008, 2011, 2014). Τα Συνέδρια αυτά δίνουν την κατάλληλη ευκαιρία στις τοπικές Εκκλησίες, στους επιστήμονες και στους επαγγελματίες που διακονούν τον ασθενή, να ανταλλάσσουν τις εμπειρίες τους και να συζητούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του Μηνύματος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου:
Τω Αιδεσιμολογιωτάτω Πρωτοπρεσβυτέρω κυρίω Σταύρω Κοφινά, Συντονιστή του «Δικτύου του Οικουμενικού Πατριαρχείου διά την Ποιμαντικήν Διακονίαν εις τον Χώρον της Υγείας», τέκνω της ημών Μετριότητος εν Κυρίω αγαπητώ, χάριν και ειρήνην παρά Θεού.
Μετά πολλής πάντοτε στοργής και υψηλού ενδιαφέροντος παρακολουθούντες από του εν Φαναρίω Σεπτού Κέντρου τα περί το Δίκτυον Ποιμαντικής εις τον χώρον της υγείας, επληροφορήθημεν με ιδιαιτέραν χαράν την σύγκλησιν εν Ρόδω, από ια´ έως και ιε´ ε.ε., του Δ΄ Επιστημονικού Συνεδρίου, έχοντος ως θέμα: «Αναθερμαίνοντες την ελπίδα – Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται», φιλοξενουμένου δε υπό του Ιερωτάτου και λίαν αγαπητού αδελφού Μητροπολίτου Ρόδου κ. Κυρίλλου, προς τον οποίον εκφράζομεν την ολόθυμον Πατριαρχικήν ημών ευαρέσκειαν και ευχαριστίαν.
Αντιλαμβανόμεθα ότι το θέμα τούτο προέκυψεν ένεκα της δυσαρέστου καταστάσεως την οποίαν διαπιστούμεν σήμερον, διαδεδομένην όσον ποτέ άλλοτε εις την ιστορίαν του ανθρώπου, τουτέστι της βαθείας απογνώσεως, της εξουθενωτικής καταθλίψεως και της ελλείψεως νοήματος διά την ζωήν. Ασφαλώς, η πίστις εις την Ανάστασιν του Χριστού και η γνωριμία των ανθρώπων μετ᾽ Αυτού, όστις αποτελεί την πηγήν της ζωής, συνιστούν την βάσιν διά την αντιμετώπισιν του πόνου, της απογοητεύσεως, της ψυχικής καταθλίψεως και της ελλείψεως της ελπίδος. Διά τούτο η Εκκλησία μας πιστεύει και διακηρύττει ότι ο πόνος και η ψυχική θλίψις είναι σύνδρομα οφειλόμενα εις την απουσίαν του Θεού από την ζωήν μας.
Ο Θεός εδημιούργησε μόνον ζωήν. Ο πόνος και ο θάνατος είναι αποτελέσματα των επιλογών του ανθρώπου, αποτελούν δε συνέπειαν του κακού, της παραχρήσεως του αυτεξουσίου και της ελευθερίας του. Αι καταθλίψεις, αι στενοχωρίαι, αι απογοητεύσεις και ο θάνατος, συνιστούν μίαν πραγματικότητα αρρήκτως συνδεδε-μένην με την μεταπτωτικήν κατάστασιν του ανθρώπου, η οποία τον ταλανίζει, αναλόγως της εγγύτητος ή της αποστάσεως την οποίαν έχει προς τον Θεόν.
Η υπέρβασις της ατέρμονος περιδινήσεως μεταξύ ηδονής και οδύνης επιτυγχάνεται μόνον με την χαράν, η οποία αντλείται από τον Χριστόν, όστις είναι η πραγματική και αληθινή πηγή της χαράς. Η κοινωνία και συσχέτισις μετ᾽ Αυτού αποτελεί, «εν ελευθερία», την μόνην οδόν, διά να υπομένη κάποιος τας δυσκολίας της ζωής του. Μόνον εντός αυτής της προοπτικής δυνάμεθα να δεχώμεθα την στέρησιν της ηδονής και να υπομένωμεν την οδύνην, ακόμη και εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν αυτή συνδέεται με τον θάνατον. Η τοιαύτη πραγματικότης αποτελεί έκφρασιν του βιώματος και της εμπειρίας της Εκκλησίας, όπως αύτη εντοπίζεται εις την μαρτυρικήν τελείωσιν των αγίων μας, οι οποίοι αποτελούν τα πρότυπα της καρτερικότητος εις τας θλίψεις, τας διώξεις και τον θάνατον, διδάσκουν δε με την ζωήν των ότι «η ελπίς ου καταισχύνει» (Ρωμ. ε’, 5). Η ελπίς δεν καταισχύνει ημάς τους βασιζομένους εις αυτήν και ελπίζοντας εις τον Θεόν, αλλά δεν καταισχύνει και Αυτόν τον ίδιον τον Θεόν, διότι δεν αθετεί τας υποσχέσεις Του, αλλά, πραγματοποιών τα υποσχόμενα, δίδει εις τον άνθρωπον την πραγματικήν χαράν της ζωής.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία, προς αποφυγήν πεπλανημένων αντιλήψεων και βιωμάτων, επί των οποίων εδράζεται εν πολλοίς ο εκκοσμικευμένος άνθρωπος, δεν παύει να τονίζη την εσχατολογικήν προοπτικήν του ανθρώπου και την ψυχοσωματικήν ενοείδειαν του. Εξ άλλου, την βασικήν πηγήν ελλείψεως της ελπίδος και κινήτρων διά την ζωήν εις τας ημέρας μας συνιστά η μονοδιάστατος επιδίωξις της θεραπείας και της βιολογικής υγείας, η ευημερία και ο κορεσμός, η άνεσις και η ευδαιμονία, ήτοι πάντα όσα προβάλλουν την υλικήν και σωματικήν υπόστασιν του ανθρώπου.
Εις αυτό δε ακβριβώς το σημείον διαφαίνεται και η χρηστική προσπάθεια της επιστήμης, όταν αυτή αγωνίζεται να θεραπεύση το σώμα και να προσφέρη μόνον μακροβιότητα. Ασφαλώς, η προσπάθεια αύτη δεν δύναται να αποτελέση αυτοσκοπόν διά τον ορθόδοξον πιστόν, διότι η Εκκλησία ενδιαφέρεται διά τον καθαγιασμόν του ανθρώπου ως συνόλου και διά την σωτηρίαν του ως ενιαίας ψυχοσωματικής οντότητας. Ει δ’ άλλως, θα φθάσωμεν εις το παράδοξον σημείον να συναντώμεν πολλούς υγιείς, οι οποίοι είναι άρρωστοι, και πολλούς αρρώστους, οι οποίοι είναι υγιείς, δηλαδή θα ανακαλύπτωμεν πολλούς συνανθρώπους μας οι οποίοι έχουν βιολογικήν υγίειαν, αλλά δεν είναι υγιείς, και πολλούς οι οποίοι είναι ασθενείς, αλλά είναι υγιείς και πλήρεις ελπίδος και χαράς.
Είμεθα βέβαιοι ότι εις τας υπό των εκλεκτών εισηγητών και των συνέδρων διαπραγματευθησομένας ενότητας του Συνεδρίου, αφορώσας εις την έννοιαν της ελπίδος, όπως αύτη εκφράζεται εις την Αγίαν Γραφήν, εις την μοναχικότητα εις την ζωήν και την ασθένειαν, εις την έμπνευσιν ελπίδος εις τους νέους, εις την απόγνωσιν εν όψει σοβαρών ψυχολογικών καταστάσεων και ασθενειών, εις την αντιμετώπισιν των χρονίως πασχόντων, εις τα ευρισκόμενα εις το περιθώριον της ζωής άτομα, εις την πνευματικήν διάστασιν και βιωσιμότητα εν μέσω κοινωνικών προκλήσεων και, τέλος, εις την απογοήτευσιν των θεραπόντων και εις την διαχείρισιν των αναφυομένων προβλημάτων, θα αναπτυχθώσιν αρκούντως σοβαροί προβληματισμοί και θα διατυπωθώσιν αξιόλογοι θέσεις, θα εξαχθώσι δε ελπιδοφόρα συμπεράσματα προς ανεύρεσιν της χαμένης ελπίδος και, βεβαίως, προς ωφέλειαν της επιστήμης και των διακονούντων εις τον χώρον της υγείας κληρικών τε και λαικών.
Ταύτα λέγοντες και διαβεβαιούμενοι από της ιεράς της Μητρός Εκκλησίας Καθέδρας, συγχαίρομεν άπαντας επί τη συγκλήσει της Δ΄ Επιστημονικού Διεθνούς Συνεδρίου Ποιμαντικής Διακονίας εις τον χώρον της υγείας, ευχόμεθα πλήρη επιτυχίαν των εργασιών αυτού και αίρομεν χείρας ικέτιδας, επευλογούντες εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πάντας υμάς και τα θεάρεστα έργα των χειρών υμών.
,βιζ’ Οκτωβρίου ια’