Τον γύρο της γειτονικής χώρας έκανε το δημοσίευμα για σχέδιο δολοφονίας του Νταβούτογλου στην Αθήνα
Σάλο προκάλεσε στην Τουρκία η αποκάλυψη της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ το προηγούμενο Σάββατο που έκανε λόγο για “μαύρη αποστολή” που οργανώθηκε για την αποτροπή σχεδίου δολοφονίας του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, από Κούρδους εξτρεµιστές του DHKP-C.
Η αποκάλυψη της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ αναπαράχθηκε από τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά μέσα της γειτονικής χώρας.
Διαβάστε το ρεπορτάζ της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που προκάλεσε σάλο
Πώς οι Αρχές ασφαλείας απέτρεψαν σχέδιο δολοφονίας του στην Αθήνα
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Υπάρχουν αποστολές που ανακοινώνονται όταν ολοκληρωθούν. Αλλες, πάλι, µένουν εντός των τειχών που αποφασίζονται από υψηλόβαθµους αξιωµατούχους. Υπάρχουν, όµως, και κάποιες, ελάχιστες, που δεν κοινοποιούνται ούτε στους ασκούντες τη διοίκηση των υπηρεσιών ασφαλείας.
Πραγµατοποιούνται από «αφανείς» αξιωµατικούς χαµηλότερων βαθµίδων, έµπιστους στους εντολείς τους, χωρίς εξαρτήσεις από υπηρεσίες άλλων κρατών, δίχως απαιτήσεις, σε περίπτωση που η αποστολή αποτύχει.
Συµµετέχουν στις λεγόµενες «µαύρες αποστολές», άγνωστες στο ευρύ κοινό και στην πλειονότητα των κατεχόντων τα υψηλά πόστα στις Ενοπλες ∆υνάµεις, τις Μυστικές Υπηρεσίες και τα Σώµατα Ασφαλείας. Κατευθύνονται απευθείας από ανώτατο κυβερνητικό παράγοντα, µε τη συνδροµή του υπεύθυνου ασφαλείας του ή κάποιου άλλου έµπιστου προσώπου του.
Μια τέτοια «µαύρη αποστολή» εξελίχθηκε τις παραµονές της επίσκεψης του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Αχµέτ Νταβούτογλου και αφορούσε την «εξουδετέρωση» σχεδίου δολοφονίας του από Κούρδους εξτρεµιστές του DHKP-C (Μέτωπο Επαναστατικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Κόµµατος).
Η πληροφορία κατέφθασε στο Μαξίµου στις 8 ∆εκεµβρίου, από φυλακή όπου κρατούνταν ένας εκ των συλληφθέντων τον περασµένο Αύγουστο για τη µεταφορά όπλων και ρουκετών στα ανοιχτά της Χίου.
Την αρχική αναστάτωση στο πρωθυπουργικό γραφείο διαδέχτηκε η απόφαση για επαλήθευση της πληροφορίας. Τρεις έµπιστοι υπηρετούντες στην Ασφάλεια µε «24ωρα εντάλµατα», δηλαδή µε δικαίωµα συλλήψεων ανά πάσα στιγµή, αναζήτησαν αµέσως τους υπόπτους σε διάφορα σηµεία της Αθήνας, γνωρίζοντας ότι, σε περίπτωση απώλειας της ζωής τους, δεν επρόκειτο να αναγνωριστεί η επιχείρηση. Παράλληλα, ο συντονιστής τους αξιωµατικός της ΕΛ.ΑΣ. ταξίδεψε σε δύο φυλακές για συλλογή περισσότερων στοιχείων.
ΠΕΡΙΠΟΛΙΕΣ. Εως την Τρίτη (10/12) το βράδυ, παρότι η πληροφορία διασταυρώθηκε, οι αστυνοµικοί δεν µπορούσαν να εντοπίσουν τους Κούρδους. Αποφασίστηκε, τότε, η ενεργοποίηση και άλλης ολιγοµελούς οµάδας, που ξεκίνησε περιπολίες στο κέντρο της Αθήνας. Η τουρκική πλευρά ζήτησε, για λόγους ασφαλείας, να µην ανακοινωθεί το πρόγραµµα Νταβούτογλου, που θα ερχόταν στην Αθήνα την Παρασκευή 13 ∆εκεµβρίου.
Στις 2.15 µετά τα µεσάνυχτα της Τετάρτης, συνελήφθη σε τυχαίο έλεγχο, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, ο 26χρονος υπήκοος Τουρκίας Α.Μπ., έχοντας στην κατοχή του, µεταξύ άλλων, 5 κάρτες κινητών τηλεφώνων. Μεταφέρθηκε σε αστυνοµικό τµήµα και λίγο αργότερα κατευθείαν στη ΓΑ∆Α. Το πρωί της Πέµπτης είχαν ήδη «σπάσει» οι κάρτες και ξεκίνησε η αναζήτηση δύο εκ των συνοµιλητών του Κούρδου. Κανείς στο Μαξίµου δεν µίλησε µε κανέναν αξιωµατούχο στη ΓΑ∆Α. Η δουλειά έγινε µέσω συνεργάτη του πρωθυπουργού, που κρατιέται µακριά από τα φώτα της δηµοσιότητας.
Οι δύο ύποπτοι εντοπίστηκαν το απόγευµα της ίδιας ηµέρας, αλλά δεν συνελήφθησαν. Κρατήθηκαν στο µικρό διαµέρισµά τους µέχρι την ολοκλήρωση της επίσκεψης του Νταβούτογλου και απελάθηκαν σε άγνωστη χώρα.
ΑΓΩΝΙΑ. Από το γραφείο του Σαµαρά δεν ήθελαν να διαρρεύσει το παραµικρό προς οποιαδήποτε υπηρεσία ή υπουργείο, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα «κοινοποιούνταν» σε δευτερόλεπτα προς τις πρεσβείες. Οι «µαύροι» συνέχιζαν τις έρευνες, καθώς µια τέτοια τροµοκρατική ενέργεια απαιτεί τουλάχιστον διψήφιο αριθµό συνεργών. Σύµφωνα µε πληροφορίες των «Π», έγιναν 3 ακόµη προληπτικές κρατήσεις στον Ταύρο και τα Σπάτα.
Το πρωί της Παρασκευής, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών επισκέπτεται υπό πλήρη µυστικότητα τον πρωθυπουργό και µία ώρα αργότερα συναντιέται µε τον οµόλογό του, Ευάγγελο Βενιζέλο. Ο Σαµαράς κάθεται σε αναµµένα κάρβουνα. Ακυρώνει το ένα µετά το άλλο τα ραντεβού του, έχοντας αποκλειστικά στραµµένο το ενδιαφέρον του στην παραµονή του Νταβούτογλου στην Ελλάδα.
Ξέρει καλά πως η παραµικρή λανθασµένη κίνηση ή ολιγωρία θα τίναζε στον αέρα τις διπλωµατικές σχέσεις και θα έβαζε ξανά τη χώρα σε περιπέτειες. Ο βαθµός δυσκολίας αυξήθηκε, όταν νεότερες πληροφορίες ανέφεραν πως η υποκλαπείσα διαρροή από τις φυλακές έγινε εµπρόθετα, γιατί οι Τούρκοι είχαν κατά νου την προβοκάτσια. Ο συναγερµός έληξε νωρίς το απόγευµα, όταν το αεροπλάνο του Τούρκου προσγειώθηκε στα Κατεχόµενα της Κύπρου, τα οποία επισκέφθηκε την ίδια ηµέρα. Οπως λέγεται, η αποφασιστικότητα των συµµετεχόντων και η ακαριαία αντίδρασή τους κατά την αιφνίδια έφοδό τους σε ένα σπίτι απέτρεψαν τα χειρότερα.
Ο “Πάµπλο” και ο Καλεντερίδης
Η Ελλάδα έχει παρελθόν στις «µαύρες αποστολές» που τελέστηκαν κατά κόρον τη δεκαετία του 1980, τότε που ο Ανδρέας Παπανδρέου υπερέβη τα ευρωπαϊκά σύνορα, αναπτύσσοντας σχέσεις µε τον αραβικό κόσµο. Παλαιστίνιοι, Κούρδοι, Λιβανέζοι και Σύροι µεταφέρονταν στην Αθήνα από κλιµάκιο χαµηλόβαθµων αξιωµατικών που υπηρετούσαν στο Στρατόπεδο του Μεγάλου Πεύκου. Πρωταγωνιστής αυτών ο Μιχάλης Ράπτης (Πάµπλο), φίλοι µε τον τεθνεώτα πρωθυπουργό από τα νεανικά τους χρόνια και επί σειρά ετών σύµβουλος στην αλγερινή κυβέρνηση του Μπεν Μπελά.
Πέρα από τις διιστάµενες απόψεις για τον ρόλο και τη δράση του «Πάµπλο», η αλήθεια είναι ότι οργάνωσε πολλές αποστολές σωτηρίας στη Μέση Ανατολή και την Τουρκία, φυγαδεύοντας αρκετούς κρατουµένους και προς κράτη της Λατινικής Αµερικής. Ως λέγεται, ελάχιστες ήταν οι «µαύρες αποστολές» που απέτυχαν. Μία εξ αυτών αφορούσε τη φυγάδευση του Αµπντουλάχ Οτσαλάν τον Φεβρουάριο του 1999, τον οποίο συνόδευε ο Σάββας Καλεντερίδης, αποσπασµένος στην ΕΥΠ ταγµατάρχης του Ελληνικού Στρατού. Η επιχείρηση «καρφώθηκε» εκ των ένδον, µε τις γνωστές οδυνηρές συνέπειες τόσο για το κύρος της χώρας όσο και για τους Κούρδους. Εως σήµερα παραµένει µυστήριο ποιοι άλλοι συνέδραµαν τον Καλεντερίδη, το όνοµα του οποίου «κάηκε» αµέσως, γι’ αυτό και παρέµεινε ζωντανός.