Επιμέλεια: Στέλλα Μεϊμάρη
Γράφει για το “Αγιορείτικο Βήμα” ο Aρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης
Το Πάσχα είναι η ωραιότερη και σπουδαιότερη σύνθεση, την οποία συνθέτουν ανόμοια στοιχεία και αντιθέσεις. Γύρω από το Θείο Δράμα απαντούν οι μεγαλύτερες αντιθέσεις. Ο Θεός και ο Άνθρωπος, η αγιότητα και η αμαρτία, ο μαθητής και ο Διδάσκαλος, ο Ευεργέτης και ο προδότης, η ομολογία του Εκατόνταρχου και η άρνηση του φίλου, η ύβρις και η μετάνοια, ο άμωμος και ο κακούργος, ο θανατοποινίτης στον Παράδεισο, η πτώση και η ανάσταση.
Εκεί η αμαρτωλή σώζεται και εδώ ο μαθητής, ο υιός της απωλείας, χάνεται. Ο αναμάρτητος σταυρώνεται σαν κακούργος ανάμεσα σε δύο ληστές. Ο αθάνατος πεθαίνει με επώδυνο και επονείδιστο θάνατο. Πωλείται ο ατίμητος και μας εξαγοράζει με αυτό το Τίμιο Αίμα Του. Νεκρός χθες και σήμερα Αναστημένος από το μνήμα. Θάνατος και Ανάσταση, λύπη και χαρά, δάκρυα και πόνος χθες, αγαλλίαση και αλαλαγμοί σήμερα. Θάρρος και παρρησία ενός ληστού ευγνώμονα και φόβος και δειλία των φίλων. Εγκατάλειψη και λατρεία.
Ο Σταυρός, το ξύλο της φρικτής καταδίκης και τιμωρίας, τίμιο σύμβολο πίστεως, σεβάσμιο φυλακτό και προσφιλέστατο κόσμημα.
Ο ‘Αρτος της Ζωής προδίδεται από εκείνον που έτρωγε με Αυτόν στον Δείπνο τον Μυστικό τον άρτο, «ο εμβάψας εν τω τρυβλίω την χείρα» και φεύγει, για να προδώσει Αυτόν που έπλασε τον άνθρωπο.
Το «ύδωρ το ζών» διψά.
Οι άνδρες κρύβονται, ενώ οι γυναίκες επιχειρούν επικίνδυνο τόλμημα το πρωί της μιάς Σαββάτου.
Δύο Απόστολοι, ο ένας νέος και ο άλλος ώριμος πλέον, ο Ιωάννης και ο Πέτρος, τρέχουν στο μνημείο. Ο θαρραλέος διστακτικός, ο γεροντότερος τολμηρός. Οι φανεροί Μαθητές απομακρύνονται και ελάχιστοι παρακολουθούν από μακριά τα γενόμενα, ενώ οι μυστικοί Μαθητές αποκαλύπτονται στην κρίσιμη ώρα.
Η ημέρα έγινε νύκτα και ο ήλιος στο μεσουράνημά του σκοτείνιασε, ενώ ο Ήλιος της Δικαιοσύνης έδυε πάνω στο Σταυρό.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΛΑΜΠΡΟΦΟΡΑ!