Η γειτονική Αλβανία ζει τούτο τον καιρό εκλογικό πυρετό. Η αντιπαράθεση των εκεί πολιτικών δυνάμεων είναι οξύτατη. Το γεγονός μάλιστα ότι η κυβέρνηση Σάλι Μπερίσα δεν σημείωσε πρόοδο στην προσπάθειά της για ένταξη της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατέστησε την σύγκρουση εντονότερη.
Με αποτέλεσμα η προεκλογική διαπάλη να μετατοπισθεί σε θέματα εθνικού ενδιαφέροντος ή καλύτερα να εκτραπούν προς εθνικιστική κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαίες λοιπόν οι πρόσφατες μεγαλοϊδεατικές αναφορές του Σάλι Μπερίσα για την Μεγάλη Αλβανία η οποία εκτείνεται από το Κόσσοβο έως την Πρέβεζα.
Ως συνέχεια αυτής της εθνικιστικής μετατόπισης αντιμετωπίζεται και η προσπάθεια της αλβανικής κυβέρνησης να απομειώσει τις δυνατότητες της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας. Προσφάτως, όπως επισήμως δηλώνει η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, το 2011 για την ακρίβεια, η αλβανική κυβέρνηση επιχείρησε στο πλαίσιο της γενικής απογραφής του πληθυσμού και καταγραφή του θρησκεύματος των πολιτών της γειτονικής χώρας, με μέθοδο που μόνο επιστημονική δεν ήταν.
Με αποτέλεσμα το πλήθος των ορθοδόξων να εμφανισθεί πρωτοφανώς μειωμένο, μικρότερο ακόμη και από εκείνο των καθολικών. Πράγμα που ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την αλβανική στατιστική, οι ορθόδοξοι φθάνουν μόλις το 6,75% και οι καθολικοί το 10,03% , όταν στις δύο προηγούμενες απογραφές οι ορθόδοξοι ξεπερνούσαν το 20% και οι καθολικοί περιορίζονταν πάντα στη ζώνη του 10%, όπως συμβαίνει και τώρα.
Η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας και συγκεκριμένα ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος θεωρεί αντιεπιστημονική τη μέθοδο καταγραφής του θρησκεύματος, μιλάει για τεράστια παραποίηση , δεν αναγνωρίζει το αποτέλεσμά της και προειδοποιεί ότι τέτοιοι χειρισμοί είναι ενδεχόμενο να υπονομεύσουν ακόμη και την αρμονική θρησκευτική συνύπαρξη στη γειτονική χώρα. Το όλο θέμα δεν είναι απλό.
Η άνοδος του εθνικισμού στην γειτονική χώρα δεν μπορεί να αφήνει κανένα αδιάφορο και θα ήταν σκόπιμο να προειδοποιηθούν οι αλβανικές αρχές αναλόγως, ώστε να μην υπάρξει ξανά κύμα θρησκευτικών διωγμών στη γειτονική χώρα σε βάρος χριστιανών και κατ’ επέκταση εναντίον πολιτών ελληνικής καταγωγής. Η κυβέρνηση οφείλει πρόνοιες, διπλωματικές και άλλες. Και μάλιστα το ταχύτερο, πριν άλλα εκδηλωθούν.