του Κώστα Παππά – από την Ορθόδοξη Αλήθεια που κυκλοφορεί στα περίπτερα
* Η φωτογραφία είναι του Δημ. Σωτηρόπουλου από το βιβλίο «Μοναστήρια της Ηπείρου».
Ο γέροντας Αθανάσιος, Ηγούμενος της Μονής Ντουραχάνης στα Γιάννενα, είναι ένας άνθρωπος που για την τοπική κοινωνία συμβολίζει πολλά πράγματα.
Απλός στρατιώτης της Εκκλησίας του Χριστού, κατάφερε σταδιακά να χτίσει τη Μονή της Παναγίας Ντουραχάνης, η οποία θεωρείται ένας σημαντικός χώρος πνευματικής και υλικής προσφοράς για την τοπική κοινωνία των Ιωαννίνων. Μέσα από το πολυποίκιλο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο που δημιούργησε και συντονίζει ο γέροντας Αθανάσιος, η ψυχή του μοναστηριού και ο άνθρωπος ο οποίος, μόνο με τη βοήθεια του Θεού, όπως ο ίδιος λέει, ανέστησε και κατέστησε τη μονή σημαντικό μοναστικό κέντρο της περιοχής.
Το 1974 ο νέος μοναχός Αθανάσιος κατάφερε με συνεχείς και άοκνες προσπάθειες να μετατρέψει το ερειπωμένο Μοναστήρι της Παναγίας της Ντουραχάνης στα Γιάννενα σε μια κυψέλη ανθρωπιάς και οξυγόνου για τον άνθρωπο που δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως στη ζωή του. Τότε, όταν το εγκαταλελειμμένο Μοναστήρι της Παναγίας Ντουραχάνης παραχωρήθηκε στον καλόγερο, είχε μόνο βράχια και πέτρες. Ο π. Αθανάσιος το ανέστησε με τα χέρια του.
«ΕΙΜΑΙ ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ»
Ο γέροντας, κατά κόσμον Σωτήρης Χατζής, γεννήθηκε στην ορεινή Βοβούσα, στο ανατολικό Ζαγόρι. Ο ίδιος λέει ότι είναι αγράμματος, όμως με τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος κατάφερε να διαβάσει αρχικά την Αγία Γραφή και στη συνέχεια όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία. Δεν πήγε δημοτικό ούτε γυμνάσιο, γιατί την περίοδο του Μεσοπολέμου στο χωριό του λειτουργούσαν σχολεία με Ρουμάνους δασκάλους και αρνήθηκε να παρακολουθήσει τα μαθήματα. Δεν έμεινε μόνο σε αυτή την άρνηση, κατάφερε να ξεσηκώσει και άλλα παιδιά από το χωριό του, ώστε να μην πηγαίνουν στο ρουμανικό σχολείο, και όλοι μαζί καθημερινά πήγαιναν στο δάσος.
Ο ίδιος αφηγείται χαρακτηριστικά: «Στη Βοβούσα μάς δίχασαν. Είμαστε βλαχόφωνοι και είπαν να πάμε για σπουδές στο ρουμανικό σχολείο, που είχε αρχίσει να λειτουργεί στο χωριό μας. Αντέδρασα σαν θηρίο. Οταν τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ήμουν 12-13 χρονών. Τότε λειτούργησε ελληνικό σχολείο μόνο για 25 ημέρες, γιατί ξεκίνησε ο Εμφύλιος και σταμάτησε».
Η διάθεση προσφοράς του π. Αθανασίου ξεκίνησε από τα 18 χρόνια του. «Εως τα 18 μου περνούσα έξω από τις εκκλησίες, έκανα τον σταυρό μου, δεν είχα ακούσει τον Θεό. Αρρώστησα πολύ και ήρθα στα Γιάννενα» αναφέρει. «Κάποια ημέρα που ήμουν ξαπλωμένος στην αποθήκη του μπάρμπα μου, άκουσα μια φωνή. Θα σε επισκεφθεί το Πνεύμα το Αγιο. Είδα ένα καντήλι αναμμένο να τρεμοπαίζει και από τότε πήρα τέτοια δύναμη, τέτοιο θάρρος, δεν φαντάζεσαι… Ανακοίνωσα στην οικογένεια, στα αδέλφια μου, ότι τους παραχωρώ το μερίδιό μου στην επιχείρηση και έφυγα. Νοίκιασα δύο σπίτια, για να φιλοξενήσω παιδιά που είχαν ανάγκη. Προσπάθησα να βοηθήσω φτωχούς μαθητές που γνώριζα, ώστε να διαβάσουν και να βρουν καταφύγιο για τη νύχτα».
Το μεγαλείο της ψυχής του γέροντα Αθανασίου πριν ακόμα γίνει μοναχός αναδεικνύεται και από το γεγονός ότι εργαζόταν σε δύο και τρεις δουλειές καθημερινά, προκειμένου να εξασφαλίσει το φαγητό και τη στέγη στα παιδιά. Ο ίδιος τονίζει: «Αρχισα να μαζεύω παιδιά που δεν είχαν τη δυνατότητα ακόμη και να παίξουν. Νοίκιασα μια αίθουσα, για να παίζουν και να διαβάζουν. Σ’ ένα σπίτι με δύο δωμάτια και κουζίνα έβαλα έξι παιδιά. Ενα βράδυ που πήγα να δω τι κάνουν είδα ότι τα σεντόνια τους ήταν γεμάτα κοριούς. Τότε φύγαμε αμέσως από εκεί και την επομένη πήγαμε σε άλλο χώρο». Κάποια από αυτά τα παιδιά με τα χρόνια έγιναν σπουδαίοι επιστήμονες και επιχειρηματίες, αλλά δεν ξέχασαν ποτέ τον άνθρωπο που τα φρόντισε. Στην πορεία βρέθηκαν να δίνουν χέρι βοήθειας και υποστήριξης στο κοινωνικό έργο του π. Αθανασίου, τον οποίο αγαπούν και σέβονται.
Το 1972 ένας βοηθός Επισκόπου στα Ιωάννινα προέτρεψε τον Σωτήρη Χατζή -αναγνωρίζοντας την επιθυμία του- να γίνει μοναχός. Στη συνέχεια, χειροτονήθηκε διάκος και την επόμενη χρονιά ιερέας.
Ο θρύλος του μοναστηριού
Η παράδοση λέει πως το Μοναστήρι της Παναγίας Ντουραχάνης είναι χτισμένο από έναν Τούρκο. Στις ανατολικές όχθες της Παμβώτιδας, στους πρόποδες του βουνού Μιτσικέλι, απέναντι από την πόλη των Ιωαννίνων, πριν από πολλούς αιώνες υπήρχε ένα εικονοστάσι ταμένο στη χάρη της Υπεραγίας Θεοτόκου, στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα το μοναστήρι. Τον χειμώνα του 1434 ο μπέης της Ρούμελης, ο Ντουραχάν Πασάς, οδεύοντας με τον στρατό του για πολεμική επιχείρηση, πέρασε από εκεί και άναψε ένα κερί, γιατί ήταν από γονείς χριστιανούς. Στη συνέχεια, μέσα στην ομίχλη και στο χιόνι, έχασε τον προσανατολισμό του και πέρασε με τον στρατό του πάνω από την παγωμένη λίμνη, χωρίς όμως απώλειες. Αντιλήφθηκε τι είχε συμβεί όταν πάτησε στη στεριά. Συνέχισε την αποστολή έως το Αργυρόκαστρο, όπου κέρδισε τη μάχη, και κατά την επιστροφή πήγε στο εικονοστάσι και έχτισε το Μοναστήρι της Ντουραχάνης (Δουραχάνη) ή της Παναγίας Ντουραχανιώτισσας, όπως επίσης είναι γνωστό.
Το τεράστιο έργο του -από το 1974- περιλαμβάνει οικοτροφείο, σχολείο,
συσσίτια, ραδιόφωνο, μουσείο κ.ά.
Η «Ορθόδοξη Αλήθεια» επικοινώνησε με την Ιερά Μονή Παναγίας Ντουραχάνης, όπου και ζει έως σήμερα ο π. Αθανάσιος. Το προχωρημένο της ηλικίας του γέροντα δεν μας επέτρεψε να πούμε περισσότερα μαζί του, συνομιλήσαμε όμως με την κυρία Ολγα Τσίγκου, ένα από τα πνευματικά παιδιά του π. Αθανασίου και ένα από τα μέλη της τοπικής κοινωνίας που δραστηριοποιείται ιδιαίτερα στο φιλανθρωπικό έργο του μοναστηριού. Μας μίλησε για τον γέροντα Αθανάσιο και την προσωπική ιστορία του, το έργο του και τη διάθεσή του για προσφορά στον πλησίον καθώς και για τη συνολική φιλανθρωπική δράση της μονής.
«Ο παππούλης μας είναι ένας πολύ λιτός, αληθινός και ειλικρινής άνθρωπος. Ακακος, με ψυχή μικρού παιδιού» τονίζει η κυρία Τσίγκου και συμπληρώνει: «Εχει μια απεραντοσύνη αγάπης, θα έλεγα ότι τα έχει όλα, αλλά δεν έχει τίποτα όσον αφορά τα υλικά πράγματα. Παραδόθηκε στον Χριστό. Ο ίδιος μάς λέει: “Χωρίς αυτόν δεν έχει νόημα η ζωή, είναι η αναπνοή μας, είναι το παν”. Το σύνθημά του είναι “πίστευε, αγάπησε, συγχώρησε, προχώρησε και βοήθησε όσο μπορείς”».
H κυρία Τσίγκου τονίζει ιδιαίτερα τη σχέση του γέροντα με τα παιδιά, αλλά και το καθημερινό κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της μονής με τη λειτουργία του σχολείου και τις άλλες δράσεις, οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη υπέρ των φυλακισμένων. Πιο συγκεκριμένα, επισημαίνει: «Στην αρχή εδώ δεν υπήρχε τίποτα απολύτως. Η περιοχή όπου πλέον έχει ιδρύσει ένα σχολείο ο παππούλης έχει παραχωρηθεί από το διπλανό χωριό. Μας έχουν δώσει την έκταση. Το σχολείο αυτό λειτουργεί και σήμερα με 50 παιδιά. Εκεί στεγάζεται οικοτροφείο, δημοτικό, γυμνάσιο και έχουμε και 14 παιδιά του λυκείου, τα οποία πηγαινοφέρνουμε εμείς στα Γιάννενα. Φιλοξενούμε παιδιά ποικίλλων περιπτώσεων, παιδιά ορφανά, παιδιά διαζευγμένων γονιών…»
ΣΥΛΛΟΓΟΣ «ΤΟ ΑΝΘΟΣ»
Η ίδια σημειώνει: «Υπάρχει επίσης με τη φροντίδα του π. Αθανασίου ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος «Το Ανθος”. Βασική δραστηριότητα του συλλόγου είναι το σχολείο αλλά όχι μόνο αυτό. Προσφέρουμε επίσης συσσίτιο σε καθημερινή βάση στο Μεταγωγών και στο Αστυνομικό Τμήμα των Ιωαννίνων. Πολλά χρόνια δίναμε και εκτός Ιωαννίνων, όπως στο Δελβινάκι».
Στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» μίλησε για τον γέροντα Αθανάσιο ακόμα ένα πνευματικό παιδί του, η κυρία Μαρούλα Παπαευσταθίου, σχολική σύμβουλος Φιλολόγων, η οποία επίσης αναφέρθηκε με λόγια αγάπης στο πρόσωπό του. «Ο π. Αθανάσιος είναι μια σπάνια προσωπικότητα, που ο Θεός ευλόγησε να συναντήσουμε στη ζωή μας. Τα πλούσια χαρίσματα με τα οποία Εκείνος τον προίκισε τα αξιοποίησε όλα, για να δημιουργήσει μια πολιτεία μέσα στην πόλη των Ιωαννίνων τόσο μικρή, όσο ήταν δυνατόν να χωρέσει στα περιορισμένα όρια της πλαγιάς-βράχου δίπλα και γύρω από το Μοναστήρι της Παναγίας Ντουραχάνης που του δόθηκε, απέναντι από τη λίμνη, και τόσο μεγάλη, ώστε να ξεκουράζονται όλα τα Γιάννενα και όχι μόνο» αναφέρει.
«Δεν υπάρχει Γιαννιώτης που να μη γνωρίζει το έργο του, να μην το σέβεται και να μην τον εκτιμά. Και ούτε είναι εύκολο να το αποτιμήσεις, γιατί θα το αδικήσεις. Πρόκειται για μια ζωή θυσίας και αυταπάρνησης. Ο παππούλης εκδαπανά τον εαυτό του από τότε που τον θυμόμαστε, στη δεκαετία του ’80, αλλά και παιδιόθεν» σημειώνει η κυρία Παπαευσταθίου.
Αναφερόμενη στο σπουδαίο έργο του γέροντα για την τοπική κοινωνία επισημαίνει μεταξύ άλλων: «Για να ξεκουράζεται από τη μια δουλειά, έκανε άλλη ασταμάτητα, σαν μέλισσα. Εχει δημιουργήσει με τη βοήθεια του Θεού ένα τεράστιο έργο περίπου από το 1974, οπότε και έγινε κληρικός, ως σήμερα: ανακαίνιση στο ιστορικό μοναστήρι, κελιά, σχολεία, οικοτροφείο, ραδιοφωνικό σταθμό, ξυλουργείο, κήπους, μουσείο».
ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Η ίδια προσθέτει: «Ο γέροντας είναι ο πρώτος που επισκέφθηκε την Αλβανία μόλις άνοιξαν τα σύνορα, με φορτηγά τροφίμων και χρειωδών. Το ίδιο και με αποστολές στη Σερβία, στους Πομάκους και όπου αλλού εμείς δεν γνωρίζουμε. Προπάντων, δεν αφήνει ποτέ τους ενδεείς και εν περιστάσει όντας του νομού Ιωαννίνων και της Ηπείρου ευρύτερα. Ως και για τους φυλακισμένους βραχείας διαρκείας αυτός φροντίζει, ώστε η Αστυνομία παραλαμβάνει δεκάδες μερίδες φαγητού κάθε ημέρα επί δύο φορές. Η μέριμνά του και η προετοιμασία θυμίζουν τη σοφία Ιωσήφ. Στο δημοτικό, το γυμνάσιο και το οικοτροφείο για τις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης που έχει φιλοξενούνται, μαζί με τα Ελληνόπουλα, και παιδιά από την Αλβανία από εικοσαετίας και πλέον. Και στα κατατρεγμένα αυτά προσωπάκια όλων βλέπεις να ξανανθίζει το χαμόγελο, να ξαναβρίσκουν τη χαμένη ομοιόσταση, να ανακαινίζεται η νεότης μικρών και μεγάλων».
ΕΠΛΕΝΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
Η κυρία Παπαευσταθίου αναφέρεται και στη συνολική εικόνα προσφοράς του π. Αθανασίου για τα παιδιά, καθώς και στη γεμάτη αγάπη παιδαγωγική του απέναντί τους, επισημαίνοντας: «Εκατοντάδες μαθητές από τη δεκαετία του ’60-’70 έως σήμερα ευεργετήθηκαν. Στο οικοτροφείο -νοικιασμένο από τον ίδιο παλιό οίκημα των Ιωαννίνων, με όποια χρήματα έβγαζε από τον τίμιο μόχθο του ιδρώτα του προσώπου του ως ξυλουργός- διέμειναν μαθητές που διακρίθηκαν για την επιμέλεια, την τάξη, τη φιλοτιμία και τη φιλαλληλία. Στις πιθανές αταξίες τους η τιμωρία ήταν να τους πλένει τα πόδια».
Καταλήγοντας, η κυρία Παπαευσταθίου αποκαλεί τον γέροντα φαινόμενο: «Το φαινόμενο παπα-Θανάσης είναι ένας σύγχρονος ευεργέτης των Ιωαννίνων και του οφείλουμε άπειρη ευγνωμοσύνη. Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για εκείνον είναι να μιλήσουμε για τα θαυμαστά που είδαμε και νιώσαμε».