Την Κυριακήν, 7ην /20ην Μαρτίου 2016, Κυριακήν της Ορθοδοξίας, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου, συμφώνως προς την Τυπικήν και Προσκυνηματικήν αυτού διάταξιν το γεγονός της αναστηλώσεως των αγίων εικόνων υπό των ευσεβών αυτοκρατόρων Θεοδώρας της Αυγούστας και Μιχαήλ το έτος 843 μ.Χ. μετά από τον ένα και πλέον αιώνα απηνούς διωγμού εναντίον αυτών.
Διά της αναστηλώσεως των αγίων εικόνων η Εκκλησία μαρτυρεί το γεγονός της ενσαρκώσεως, ενανθρωπήσεως και κατά σάρκα γεννήσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της επί γης εμφανίσεως Αυτού και της μετά των ανθρώπων συναναστροφής. Άρνησις των αγίων εικόνων κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας, σημαίνει άρνησιν της επί γης παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Α’ Ο Εσπερινός.
Το γεγονός τούτο εώρτασε η Εκκλησία Ιεροσολύμων, αρχής γενομένης από της αναγνώσεως της Θ΄ Ώρας την 2.00 μ.μ. ώραν εις τον μοναστηριακόν Ναόν των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και συνεχίσεως του Εσπερινού εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως διά προϋπαντήσεως και θυμιάματος και προσκυνήσεως εις την Αγίαν Αποκαθήλωσιν, εις τον Πανάγιον Τάφον και διά προσκυνήσεως των Συνοδικών και των Αρχιερέων εις τον Φρικτόν Γολγοθάν, κρουομένων των σημάντρων, προσφοράς του θυμιάματος, των Ανοιξανταρίων, της Μεγάλης Εισόδου και της Αρτοκλασίας.
Του Εσπερινού τελεσθέντος, η Πατριαρχική Συνοδεία των Αγιοταφιτών ανήλθεν εις την μετάνοιαν αυτής εν τω Κεντρικώ Μοναστηριακώ Ναώ των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Β’ Ανήμερα της Εορτής
Την 7.00’ π.μ. της Κυριακής, 7ης/20ης Μαρτίου 2016, ήρξατο η Πατριαρχική συνοδεία υπό τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλον να κατέρχηται, των κωδώνων κρουομένων, εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως.
Ενταύθα, άμα τη εισόδω, ο Μακαριώτατος προσεκύνησεν εις την Αγίαν Αποκαθήλωσιν και ανήλθεν εις τον Γολγοθάν, λόγω της Κυριακής των Βαίων των Λατίνων και εισελθών εις το Καθολικόν, ηυλόγησεν και ενδυθείς μανδύαν, ανήλθεν εις τον Θρόνον, ότε και οι ιερείς, των σημάντρων κρουομένων, προσήλθον και «έλαβον καιρόν». Άκολούθως «έλαβε καιρόν» και ο Μακαριώτατος και εισελθών εις το Ιερόν Βήμα, ησπάσατο τους Αγίους Αρχιερείς.
Ενδυθέντος του Μακαριωτάτου και των Αρχιερέων μετά των Ιερέων ενδεδυμένων, εξήλθεν εις το Καθολικόν, ένθα και ήρξατο η θ. Λειτουργία, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου και συλλειτουργούντων Αυτώ των Αρχιερέων του Θρόνου, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, των Σεβασμιωτάτων Αρχιεπισκόπων Αβήλων κ. Δωροθέου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου, Λύδδης κ. Δημητρίου, Καττάρων κ. Μακαρίου και του Σεβασμιωτάτου πρώην Μητροπολίτου Ζάμπιας κ. Ιωακείμ, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων και του Αρχιδιακόνου π. Ευλογίου και των διακόνων π. Μάρκου, Αναστασίου, ψάλλοντος του Πρωτοψάλτου του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως Αρχιμανδρίτου π. Αριστοβούλου, του ευλαβούς προσκυνητού δοκίμου Γεωργίου και άλλων, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Γεωργίου Ζαχαριουδάκη και τη συμμετοχή ευσεβούς αθρόου εκκλησιάσματος εκ μοναζουσών, μελών της Ελληνικής παροικίας, του αραβοφώνου ποιμνίου και προσκυνητών.
Της αναιμάκτου θυσίας προσενεχθείσης και Απολύσεως γενομένης, ήρξατο από του σολέως του Καθολικού διά του «Ευλογημένη η είσοδος των Αγίων» η λιτανεία των Αγίων Εικόνων προς διαδήλωσιν της νίκης αυτών διά της περιφοράς εκ γ’ πέριξ του Αγίου Κουβουκλίου, εν ω εψάλλετο το τροπάριον «Την Άχραντον εικόνα Σου προσκυνούμεν, Αγαθέ» και διά της περιφοράς ανά τα προσκυνήματα πέριξ του Καθολικού εξωτερικώς.
Της λιτανείας πληρωθείσης, ο Μακαριώτατος ανέγνωσε το Ιερόν Ευαγγέλιον της Αναστάσεως και το Συνοδικόν της Α’ Κυριακής των Νηστειών της Ορθοδοξίας, του Τριωδίου διά του «αιωνία η μνήμη» τοις αναπλάσασι τας Αγίας Εικόνας και του «αναθέματος» τοις μη σεβασθείσι ταύτας.
Της λιτανείας πληρωθείσης, η Πατριαρχική συνοδεία ανήλθεν εις τα Πατριαρχεία, ένθα ο Μακαριώτατος προσεφώνησε διά της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού ελληνιστί:
«Ο πήξας ασάλευτον την Εκκλησίαν Κύριε, και πύλαι Άιδου ταύτης ου κατίσχυσαν. Αυτός την ειρήνην Σου παράσχου τω λαώ Σου, ίνα Σε πάντες ειλικρινώς εν μια δοξολογία προσκυνώμεν και δοξάζωμεν», αναφωνεί μελωδικώς ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης.
Εξοχώτατε Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος κ. Γεώργιε Ζαχαριουδάκη,
Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες και αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και Προσκυνηταί.
Η Αγία ημών των Ορθοδόξων Χριστιανών Εκκλησία, ευφροσύνη ευφραίνεται σήμερον ότι ο Θεός Λόγος, δηλονότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ειρήνην έδωκε τοις εν γη και ταίς θείαις Εκκλησίαις την ενότητα της πίστεως.
Λέγομεν τούτο, διότι η Εκκλησία του Χριστού εδοκιμάσθη εκ του σκότους της αιρέσεως της Εικονομαχίας, της οποίας οι οπαδοί μανιωδώς εμάχοντο κατά της προσκυνήσεως των Αγίων Εικόνων και της λατρείας των Αγίων Λειψάνων. Κατ’ ουσίαν, οι Εικονομάχοι διέβαλλον κατά τον πλέον διεστραμμένον τρόπον το μέγα της θείας Οικονομίας μυστήριον, τουτέστιν την εκ της Παρθένου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου Μαρίας ενσάρκωσιν και ενανθρώπησιν του Θεού Λόγου του Σωτήρος ημών Χριστού.
Ούτοι, (οι Εικονομάχοι), αρνούμενοι την προσκύνησιν του εξεικονισμένου προσώπου του Σωτήρος ημών Χριστού, ως και των αγίων ηρνούντο τον Χριστόν και την Εκκλησίαν Αυτού, δηλονότι το επί γης θεανθρώπινον Σώμα Αυτού.
Η επί των ευσεβών και αειμνήστων αυτοκρατόρων Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ του Ραγκαβέ και της μητρός αυτού Θεοδώρας και επί της Πατριαρχίας του Αγίου και Ομολογητού Μεθοδίου αποκατάστασις και προσκύνησις και συνεπώς η αναστήλωσις των Αγίων Εικόνων, απετέλεσε γεγονός μέγα διά την των Ορθοδόξων ημών πίστιν εις Χριστόν εσταυρωμένον και αναστάντα ή καλλίτερον ειπείν εις τον καθ’ υπόστασιν ενωθέντα Θεόν Λόγον μετά της ανθρωπίνης ημών φύσεως, ως κηρύττει ο θείος Παύλος λέγων: «και ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον. Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη», ( Α’ Τιμ. 3,16).
Ημείς, επόμενοι της των αγίων Προφητών Αποστόλων και Θεοφόρων Πατέρων ορθής και αμωμήτου πίστεως και της ιεράς παραδόσεως, της περιχαρακωθείσης υπό των αγίων Οικουμενικών Συνόδων και δη της Ζ’, ετελέσαμεν την καθορισθείσαν ετήσιον θείαν Λειτουργίαν εν τω Πανιέρω Ναώ της Αναστάσεως προς τιμήν και ευσέβειαν των αγίων εικόνων και των ταύτας τας εικόνας ευσεβούντων και ορθώς δοξαζόντων, ως λέγει και ο μελωδός.
«Φύσει απερίγραπτος, τη θεική σου υπάρχων επ’ εσχάτων, Δέσποτα, σαρκωθείς ηξίωσας περιγράφεσθαι της σαρκός προσλήψει γαρ και τα ιδιώματα ανελάβου ταύτης άπαντα, διό το είδός Σου, το της εμφερείας εγγράφοντες, εν σχέσει ασπαζόμεθα, προς την Σην αγάπην υψούμενοι και των ιαμάτων την χάριν απαντλούμεν εξ αυτού, των Αποστόλων επόμενοι θείαις παραδόσεσιν».
Ευχαριστούμεν Κυρίω και παρακαλούμεν Αυτόν, ίνα το φως του θείου Αυτού προσώπου σημειωθή επί των καρδιών πάντων ημών. Έτη πολά και ευλογημένη η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αμήν.
ευχόμενος αιωνία η μνήμη των ακολουθούντων τας ιεράς εικόνας.