του κ. Χρήστου Κων. Λιβανού
«Καί δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα περιβεβλημένοι σάκκους» (Αποκ. 11, 3).
Θα δώσω, λέγει ο Χριστός στην ῾Ιερά ᾿Αποκάλυψι του ᾿Ιωάννου, δύναμι στους δύο μάρτυρές μου (κήρυκές μου), για να προφητεύσουν (κηρύξουν) χίλιες διακόσιες ημέρες φορώντας σάκκους (πένθιμα ενδύματα).
Πρόκειται βεβαίως για τους δύο προφήτες (κήρυκες), οι οποίοι θα προφητεύσουν (θα κηρύξουν) στον κόσμο με απαράμιλλη παρρησία και δύναμι θεόσδοτη κατά τον καιρό του ᾿Αντιχρίστου, και οι οποίοι, σύμφωνα με την επικρατέστερη γνώμη των Πατέρων, θα είναι οι Προφήτες Ηλίας και ᾿Ενώχ.
Εκτός όμως από την εποχή του Αντιχρίστου, η οποία, όπως δείχνουν τα σημεία των καιρών, φαίνεται να πλησιάζη με καλπάζουσα ταχύτητα, και άλλοτε ο Χριστός έδωσε και δίνει δύναμι στους κήρυκές του να κηρύττουν στο λαό του κήρυγμα προφητικό, κήρυγμα πεπαρρησιασμένο, κήρυγμα ελεγκτικό, κήρυγμα που καλεί τους ανθρώπους σε μετάνοια και επιστροφή στο Θεό.
Γιά δύο τέτοιους κήρυκες θα κάνωμε λόγο στο παρόν άρθρο μας, που έζησαν στην εποχή μας και κράτησαν ως καλός αξιωματικός ο πρώτος και ως καλός στρατιώτης ᾿Ιησού Χριστού ο δεύτερος τη σημαία της ᾿Ορθοδοξίας υψηλά, σε μια εποχή που πολλοί επιτελάρχες και αξιωματικοί της την υποστέλλουν και την προδίδουν.
᾿Αφορμή γι᾿ αυτό το άρθρο ελάβαμε από την συμπλήρωσι την 28η Αυγούστου 2015 πέντε ετών από την κοίμησι του αγωνιστικωτέρου επισκόπου της εποχής μας, του μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου και ενός έτους από την κοίμησι του γνησιωτέρου πνευματικού του τέκνου, του αειμνήστου θεολόγου και αγωνιστού και ομολογητού της ᾿Ορθοδοξίας Νικολάου Σωτηροπούλου. Τριακόσες εξήντα πέντε ημέρες έχει το έτος. Καί όμως ο Θεός επέλεξε την ημέρα αυτή για να καλέση, με διαφορά τεσσάρων ετών, και τους δύο αυτούς πιστούς και αφωσιωμένους δούλους του κοντά του και να τους αναπαύση από τους κόπους, τις ασθένειες, τις θλίψεις, αλλά και από τους διωγμούς, που υπέστησαν για το όνομά του και για την ᾿Ορθόδοξη μαρτυρία τους εν μέσω μιάς γενεάς άπιστης και διεστραμμένης, η οποία, όπως έλεγε ο Ν. Σ., πυρετωδώς προετοιμάζει το έδαφος για τον ερχομό του ᾿Αντιχρίστου.
Τυχαίαι συμπτώσεις ή θεοσημείαι;
Να ήταν άραγε σύμπτωσι η κοίμησι των δύο μεγάλων αυτών εκκλησιαστικών ανδρών την ιδία ημέρα; Να ήταν σύμπτωσι και το ότι αυτή την ημέρα το μεγαλύτερο μέρος του ᾿Ορθοδόξου Χριστιανικού κόσμου εορτάζει την Κοίμησι της Θεοτόκου, αλλά και το γεγονός, ότι την αυτή ημέρα το 430 μ.Χ. είχε κοιμηθή και ο ιερός Αυγουστίνος, επίσκοπος ῾Ιππώνος, του οποίου το όνομα έφερε ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης, το δε 1959 την αυτή ημέρα είχε κοιμηθή και ο συντοπίτης του εκ Λευκών της Πάρου καταγόμενος μακαριστός Γέροντας ᾿Ιωσήφ ο ῾Ησυχαστής; Να ήταν τέλος σύμπτωσι το ότι την 29η Αυγούστου, κατά την οποία η ᾿Εκκλησία μας πενθεί με αυστηρή νηστεία για την αποτομή της κεφαλής του Βαπτιστού ᾿Ιωάννου και ακούομε στους ναούς, ότι οι μαθηταί του «ήραν το πτώμα αυτού και έθηκαν εν μνημείω» (Μαρκ. 6, 29), την ιδία ημέρα συγγενείς, αδελφοί εν Χριστώ και συνεργάτες να ενταφιάζουν το σώμα ενός συγχρόνου μιμητού του Προδρόμου, ο οποίος ήλεγξε με Προδρομική παρρησία αιρέσεις, αμαρτίες και φαυλότητες; ῎Ηλεγξε ο ᾿Ιωάννης τον Ηρώδη και αποκεφαλίστηκε· ήλεγξε και ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος πλάνες και αιρέσεις οικουμενιστών αρχιερέων και αφωρίστηκε!
Σε αντίθεσι προς τον κόσμο, που πιστεύει στην τύχη, εμείς οι Χριστιανοί, που πιστεύουμε στην πρόνοια και πανσοφία του Θεού, φρονούμε, ότι οι συμπτώσεις αυτές δεν ήταν τυχαίες, αλλά αποτελούν σημεία ουράνια, διά των οποίων ο Θεός θέλησε να εκφράση την ευαρέσκειά του προς τους δύο δούλους του, οι οποίοι με τον ζήλο, την αφοσίωσί τους και τους αγώνες τους ευαρέστησαν στον Κύριό τους όσον ολίγοι άνθρωποι στην εποχή μας, συγχρόνως δε να αποδείξη ότι εκείνους, που οι φθονεροί και μοχθηροί άνθρωποι απορρίπτουν και διώκουν, αυτός τους τιμά, δικαιώνει και δοξάζει.
Προφητικαί μορφαί
Οι δύο αυτές μεγάλες μορφές της ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας και Θεολογίας, ο πνευματικός πατέρας και το κατά πάντα άξιο τέκνο του, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης και ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος, έλαβαν από το Θεό πολλά χαρίσματα, σπουδαιότερο των οποίων ήταν η παρρησία, αρετή δυσεύρετη στην ᾿Ορθοδοξία σήμερα. Καί το χάρισμα αυτό καλλιέργησαν και ανέπτυξαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε θύμισαν στους πιστούς μεγάλα πνευματικά αναστήματα περασμένων εποχών, Προφήτες της Π.Δ., Αποστόλους και μεγάλους Πατέρες της ᾿Εκκλησίας. Ποιός άλλος αλήθεια σύγχρονος επίσκοπος έδειξε τόσο θαυμαστή παρρησία, όσον ο Αυγουστίνος Καντιώτης; Καί ποιός άλλος σύγχρονος θεολόγος αγωνίστηκε με τόση τόλμη, θάρρος και ανδρεία υπέρ της ᾿Ορθοδοξίας και κατά των αιρέσεων, όσον ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος;
Το κήρυγμα αμφοτέρων ήταν προφητικό, είχε δηλαδή όλα εκείνα τα στοιχεία, που περιείχε το κήρυγμα των Προφητών, εκτός βεβαίως του Μεσσιακού και της κατ᾿ έμπνευσι του ῾Αγ. Πνεύματος προφητείας. ῎Ηλεγξαν και οι δύο, όπως οι Προφήτες, την αμαρτία, την παρανομία, την πλάνη και την ασέβεια της εποχής τους, όπου και αν τις συνάντησαν. Ηλεγξαν και κατήγγειλαν δημοσίως πρόσωπα υπεροχικά, άρχοντες ισχυρούς, πολιτικούς και εκκλησιαστικούς, για δημόσια σκάνδαλα και παρεκτροπές τους. Κήρυξαν στο λαό του Θεού ολόκληρη την αλήθεια, την ακίνδυνη αλλά και την επικίνδυνη, γι᾿ αυτό και μισήθηκαν και διώχθηκαν. Κήρυξαν και οι δύο μετάνοια, μια λέξι και αρετή, που αγνόησαν η λησμόνησαν οι περισσότεροι κληρικοί και θεολόγοι στις ημέρες μας. Προειδοποίησαν τέλος για τα δεινά και τις συμφορές, που θα ακολουθήσουν, εάν η αφηνιασμένη και λακτίζουσα κατά του Θεού ανθρωπότητα δεν μετανοήση για τα αμαρτωλά της έργα και την αποστασία της. Καί αρκετοί καλοπροαίρετοι άνθρωποι, που άκουσαν τα κηρύγματά τους, μετανόησαν. Οι περισσότεροι όμως καταφρόνησαν τον λόγο του Θεού και «ου μετενόησαν εκ των έργων αυτών» (᾿Αποκ. 16, 11). Καί τα δεινά ήλθαν. Κρίσι οικονομική, ανεργία, φτώχεια, ανέχεια, συσσίτια, χρεωκοπίες, αυτοκτονίες, φυγή των νέων στο ᾿Εξωτερικό, λαθρομετανάστευσι, υποδούλωσι της Πατρίδος στους δανειστές της· Καί όλα δείχνουν, ότι έρχονται και χειρότερα.
Προφητικόν κήρυγμα-Προφητικόν τέλος
Προφητικές λοιπόν μορφές ο πνευματικός πατέρας, ο επίσκοπος Αυγουστίνος, αλλά και ο πνευματικός υιός του, ο θεοφώτιστος θεολόγος Νικόλαος. Καί όπως «επαναπέπαυται το πνεύμα Ηλιού επί ᾿Ελισαιέ» (Δ´ Βασ. 2, 15), τοιουτοτρόπως, κατ᾿ αναλογίαν, αναπαύθηκε και το πνεύμα του π. Αυγουστίνου στο Νικόλαο. Αλλα πνευματικά τέκνα υποβάσταζαν επί μακρόν το γηρασμένο σώμα του υπεραιωνοβίου επισκόπου στη Φλώρινα, στον δε Νικόλαο ο Θεός είχε αναθέσει να κρατήση το αγωνιστικό και μαχητικό πνεύμα του και με αυτό να αγωνισθή «άχρι θανάτου» υπέρ της αληθείας, της ευσεβείας και της δικαιοσύνης. Καί αυτό έπραξε ο τίμιος και ανιδιοτελής αυτός εργάτης του Ευαγγελίου, προκαλώντας με τη θεάρεστη δράσι του τον φθόνο και την μήνι εμπαθών και φθονερών αρχιερέων, οι οποίοι τον εδίωξαν και τελικώς τον αφώρισαν αδίκως και παρανόμως, άνευ δίκης και απολογίας! Προφητικό λοιπόν το κήρυγμά του, προφητικό και το τέλος του. Διότι, όπως οι περισσότεροι Προφήτες φονεύθηκαν από τους προφητοκτόνους Ιουδαίους, έτσι και ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος καταδικάστηκε, με τον άδικο και αντικανονικό αφορισμό, σε πνευματικό θάνατο, που οδηγεί στην αιωνία Κόλασι και απώλεια.
Ετσι βέβαια νόμισαν οι εχθροί του. Ο Θεός όμως, όπως έδειξε με διάφορα σημεία, τον δικαίωσε, καταισχύνοντας τους κακοδόξους διώκτες του και ευφραίνοντας τους πιστούς και ευσεβείς ανθρώπους, οι οποίοι τον αγάπησαν, τον εκτίμησαν, τον υποστήριξαν και ακούουν και σήμερα τα κηρύγματά του, μελετούν τα φωτισμένα συγγράμματά του και τον επικαλούνται στις ταπεινές τους προσευχές. «Παιδάκι μου, ο Νικολάκης με τον αφορισμό αυτό είναι από τώρα με το ένα πόδι στον Παράδεισο», είχε ειπή στον γράφοντα ένας από τους μεγάλους και χαρισματούχους Γέροντες των ημερών μας. Καί αυτή είναι άλλωστε και η πίστι και πεποίθησι της ᾿Εκκλησίας για κάθε αδίκως και παρανόμως αφωρισμένο τέκνο της.
Κηρύττουν και από τους τάφους των
Στα κοιμητήρια των ιερών μονών ῾Αγ. Αυγουστίνου στη Φλώρινα και Εισοδίων της Θεοτόκου Μυρτιάς στην Τριχωνίδα, όπου αναπαύονται τα σκηνώματα των δύο αυτών εκκλησιαστικών ανδρών, επικρατεί, όπως σε όλα τα κοιμητήρια, σιγή νεκροταφείου. Παρόμοια σιγή θέλησαν να επικρατήση και μέσα στην ᾿Εκκλησία όσοι πολέμησαν τους δύο αυτούς αγωνιστές, ώστε να μη ελεγχθούν οι κακοδοξίες τους και τα πονηρά τους έργα, αλλά δεν το επέτυχαν. Διότι οι δύο αυτοί κήρυκες του Ευαγγελικού λόγου κήρυξαν την αλήθεια, αφύπνισαν τις συνειδήσεις των πιστών και τηρούν, ακόμη και μέσα από τους τάφους των, σε εγρήγορσι χιλιάδες ᾿Ορθοδόξους χριστιανούς με την ανεκτίμητη πνευματική παρακαταθήκη, που τους κληροδότησαν.
Στα δύο προαναφερθέντα κοιμητήρια ο Αυγουστίνος Καντιώτης και ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος συνεχίζουν να κηρύττουν σήμερα όχι πλέον με τα πύρινα και βροντερά εκείνα κηρύγματά τους, αλλά με την εκκωφαντική σιωπή τους. «῎Ακρα του τάφου σιωπή», όπως λέγει και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός. Καί όμως το κήρυγμά τους είναι τώρα πιο πειστικό και αποτελεσματικό. Διότι είναι κήρυγμα από την αιωνιότητα και μόνο πωρωμένες και διεστραμμένες ψυχές μπορούν να μείνουν ασυγκίνητες, αδιάφορες και αμετανόητες μπροστά στο κήρυγμα αυτό, μπροστά στο θάνατο, τα φέρετρα, τους τάφους. «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον»!
Μακάριοι, ευτυχείς όσοι πιστεύουν στο λακωνικό αυτό κήρυγμα και μετανοούν και αγωνίζονται όχι για τα ανθρώπινα, τα πρόσκαιρα, τα «μάταια και ψευδή», αλλά για τα ουράνια και αιώνια αγαθά, που μας υποσχέθηκε ο ίδιος ο ενανθρωπήσας, σταυρωθείς και αναστάς εκ των νεκρών Χριστός, ο αληθινός Θεός ημών. Δυστυχείς δε όσοι αδιαφορούν για τη σωτηρία τους, παραμένουν αμετανόητοι, καταφρονούν τον λόγο του Θεού και (το χειρότερο) πολεμούν και διώκουν τους δικαίους, τους ευσεβείς, τους ιεραποστόλους και τους απεσταλμένους του Θεού. Οι τελευταίοι, οι διώκτες των ανθρώπων του Θεού και των κηρύκων του Ευαγγελίου, σύμφωνα με τον αδιάψευστο λόγο του Θεού, την ημέρα της Κρίσεως θα τιμωρηθούν σκληρότερα και από τους Σοδομίτες (Ματθ. 10, 15). Ακουέτωσαν ταύτα και οι διώκτες του μακαριστού Νικολάου Σωτηροπούλου, την δημοσία και έμπρακτη συγγνώμη των οποίων αναμένει ο κοιμηθείς θεολόγος, η ᾿Εκκλησία και ο πολυέλεος, αλλά και δίκαιος Θεός.
Τού μακαριστού επισκόπου Αυγουστίνου και του αειμνήστου θεολόγου Νικολάου, η απουσία των οποίων στις επάλξεις της αγωνιζομένης Ορθοδοξίας είναι κάτι παραπάνω από αισθητή, ας είναι αιωνία η μνήμη.