Την ταπεινότητα που είχε ως μεγάλη αρετή η Παναγία μας και πρέπει να έχουμε κι εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι τονίζει στο μήνυμά του για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.Ευστάθιος.
Χαρακτηριστικά αναφέρει:
Προς
Το χριστεπώνυμον πλήρωμα
της Ιεράς Μητροπόλεώς μας
«Ο Θεός επέβλεψε επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού»
Χριστιανοί μου αγαπητοί,
Ο Αύγουστος θεωρείται ως ο μήνας της Παναγίας μας. Η Εκκλησία μας εορτάζει περίλαμπρα και πανηγυρίζει χαρμόσυνα την ημέρα της ενδόξου Κοιμήσεως της Μάνας του Θεού και της Μάνας της ανθρωπότητος, της Θεοτόκου Μαρίας. Αυτή η εορτή δεσπόζει όλων των άλλων εορτών του μηνός οι οποίες αναφέρονται στην Παναγία και αποτελεί το Πάσχα του καλοκαιριού. Η αθάνατη Κοίμησή της πλημμυρίζει με χαρά και σκορπά αγαλλίαση στους ουρανούς. Όλη η Δημιουργία προπέμπει πανηγυρικά και με εξόδια και ευλαβικά άσματα την Παναγία Παρθένο, τη Μάνα της Οικουμένης, την ενσάρκωση της Αρετής.
Η Παναγία μας πράγματι υπήρξε φορέας πολλών αρετών. Με την αγιοπνευματική και χαρισματική ζωή της επέτυχε τον προσωπικό αγιασμό της, που κάλυψε ολόκληρη την παρθενική της ύπαρξη, δηλαδή και την πάναγνη ψυχή της και το ολοκάθαρο σώμα της. Θαυμάζουμε την αγάπη, την πίστη, την αγνότητα, την προσευχητική της διάθεση, μα εκείνη που την ξεχωρίζει είναι μία αρετή που είναι η πηγή και των άλλων και η οποία στις μέρες μας θεωρείται αδυναμία και δεν εκτιμάται. Καί αυτή είναι η ταπείνωσή της.
Όταν έλεγε στην Ελισάβετ, κατά τη συνάντησή τους, ότι ο Θεός «επέβλεψε επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού», έδινε μαρτυρία για το περιεχόμενο της καρδιάς της. Η Παναγία μας κατέδειξε αυτή την ταπείνωση σε κάθε στιγμή της ζωής της. Όταν αναχώρησε για τον Ναό και έζησε μεν σε άγιο τόπο, αλλά χωρίς την παρουσία και τη στοργή των κατά σάρκα γονέων της. Όταν είδε με τα μάτια της τον απεσταλμένο του Θεού αρχάγγελο Γαβριήλ, άκουσε από το στόμα του να την ονομάζει «κεχαριτωμένη» και πληροφορήθηκε ότι θα γίνει Μητέρα του Χριστού, αυτή παρέμεινε ταπεινή και χαρακτήρισε τον εαυτό της ως δούλη του Κυρίου. Στον γάμο της Κανά πλησιάζει τον Κύριο και διακριτικά του λέγει ότι «οίνον ουκ έχουσι». Εκείνος σχεδόν αυστηρά την παρατηρεί και της λέγει «τι εμοί και συ γύναι; ούπω ήκει η ώρα μου». Η απάντηση δεν ήταν καθόλου κολακευτική και έπρεπε Εκείνη που την άκουσε, για να μην πικραθεί και προσβληθεί, να έχει ταπείνωση. Η Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας είχε αυτή την «υψοποιό ταπείνωση», γι’ αυτό και αμέσως την αμείβει ο Κύριος, κάνοντας το πρώτο θαύμα και αλλάζοντας το πρόγραμμά του. Επίσης, με υπομονή και άκρα ταπείνωση αντίκρισε τον Κύριό μας επάνω στον σταυρό και αντιμετώπισε αυτούς που την είδαν ως μητέρα «του πλάνου εκείνου», ως τροφό του καταδικασμένου σε σταυρικό θάνατο, ως οδηγήτρια εκείνου που τον σταύρωσαν «ως κακούργον μετά των κακούργων».
Αγαπητοί μου αδελφοί, ο άνθρωπος του Θεού είναι ταπεινός. Αυτή η αρετή της ταπεινοφροσύνης κρατάει κοντά στον άνθρωπο που την κατέχει τον ίδιο τον Θεό και το άγιο Πνεύμα. Αυτή η αρετή κάνει τον Θεό συγκαταβατικό και ήπιο για τον άνθρωπο, αφού «Ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Η ταπείνωση μας προσγειώνει και αποτρέπει τη γελοιοποίησή μας, γιατί ο εγωιστής καυχάται για ανύπαρκτες αρετές και ανυπόστατα χαρίσματα και αποδεικνύεται κενός περιεχομένου, όταν έρθει η στιγμή να τα χρησιμοποιήσει. Η ταπεινή ζωή μας βοηθάει να ιδούμε τις αδυναμίες μας, προκειμένου να μετανοήσουμε, να τις διορθώσουμε και να σωθούμε.
Ας αποτελεί, λοιπόν, αίτημα της προσευχής μας η επιθυμία μας να έχουμε στολίδι μας την ταπείνωση όπως την είχε η Μητέρα του Κυρίου μας. Ας επιδοθούμε σε αγώνα ισόβιο για την κατάκτησή της. Ας την έχουμε σαν κόσμημα που μεταβάλλεται σε βάθρο, για ν’ ανέβουμε πιο ψηλά και για ν’ ακούει ο Θεός την προσευχή μας, αφού σύμφωνα με τη δική Του διδασκαλία και υπόσχεση «επιβλέπει επί την προσευχήν των ταπεινών».
Θερμός Ευχέτης προς την Υπεραγία Θεοτόκο
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ