Άκρως ενδιαφέρουσα ήταν η ομιλία με θέμα “Πίστη και Ιατρική” του αρχιμ. Ειρηναίου Λαφτσή στην εκδήλωση προς τιμήν των συνταξιούχων ιατρών που διοργανώθηκε στην Αλεξανδρούπολη το Σάββατο 20 Απριλίου.
Αναλυτικά η ομιλία:
Σεβασμιώτατε,
Ελλογιμώτατοι κυρίες και κύριοι καθηγητές της Ιατρικής μας Σχολής,
Κύριε Πρόεδρε και Μέλη του Ιατρικού μας Συλλόγου,
Αγαπητοί μας κυρίες και κύριοι ιατροί,
Κυρίες και κύριοι,
Κατ’ αρχήν θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την τιμητική σας πρόσκληση να μιλήσω στην σημερινή εκδήλωση κατά την οποία θα τιμηθούν άνθρωποι που αφιέρωσαν την ζωή τους στην ιατρική επιστήμη, στον άνθρωπο και στην κοινωνία. Ως κληρικός, μπροστά σε ακροατήριο με ιατρούς, στην σημερινή ομιλία θα αναφερθώ στη σχέση της πίστης και της ιατρικής πράξης και στην ιατρική της προσωπικότητος η οποία αποτελεί μια ειδικότητα στην επιστήμη της Ιατρικής.
Κάποτε ένας βασιλιάς ήθελε να εξετάσει ποια γλώσσα θα μιλούσαν τα παιδιά, εάν μεγάλωναν χωρίς τη μάνα τους: την ελληνική, την εβραϊκή, την αραβική ή τη φυσική των γονέων τους. Κι ενώ τους τα προσέφερε όλα με παραμάνες και βρεφοκόμους, τους απαγόρευσε τη ζεστασιά της αγκαλιάς και της συνομιλίας. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά, αλλά και τραγικά: τα περισσότερα παιδιά πέθαναν, επειδή δεν είχαν τη στοργή και την αγάπη που προσφέρει η αγκαλιά, έστω και της θετής μητέρας, καθώς και τη δυνατότητα επικοινωνίας. Αυτό ισχύει και στη σχέση ιατρού και Χριστού. Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να θεωρείται η ιατρική πράξη και ο γιατρός κάτι ξεχωριστό από την πίστη.
Ασφαλώς η επιστήμη υπάρχει και προοδεύει και σήμερα φθάσαμε στο σημείο να προωθούμε, χωρίς εγχείρηση, μέσα από μια αρτηρία ένα καθετήρα μέχρι την καρδιά κι ακόμα περισσότερο να τον σπρώχνουμε σε λεπτές και μικρές αρτηρίες, όπως είναι οι στεφανιαίες της καρδιάς, χωρίς by-pass, χωρίς νάρκωση και με τον άρρωστο να ακούει μουσική δωματίου κατά την επέμβαση.
Αυτή είναι η επιστήμη. Όμως είναι δύσκολο ή αδύνατον να την ξεχωρίσεις από την θρησκευτική πίστη. Αυτό μας το αποδεικνύει η ιστορία της Ιατρικής από τον Ασκληπιό και τα Ασκληπιεία, από τον Ιπποκράτη, που έδωσε τέλος στις μαντικές και μαγικές αντιλήψεις περί της Ιατρικής, από τον Ευαγγελιστή Λουκά τον ιατρό, ο οποίος έζησε την επίδραση της θρησκευτικής πίστης στην ιατρική, μέχρι και σήμερα που σεις, οι ιατροί, βεβαιώνετε θανάτους από κακή ψυχική διάθεση.
Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησία μας ο άνθρωπος αποτελείται από δύο στοιχεία, την ψυχή και το σώμα. Ούτε μόνο ψυχή είναι ο άνθρωπος, ούτε μόνο σώμα, αλλά και τα δύο μαζί. Για την Εκκλησία ο πόνος και ο θάνατος είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας και δεν προέρχεται από τον Θεό. Όμως μέσω του πόνου και τον δοκιμασιών ο άνθρωπος βρίσκει ευκολότερα τον Θεό όπως άλλωστε τα πάθη και η σταύρωση του Χριστού οδήγησαν στην Ανάστασή Του. Ο Χριστιανισμός δίνοντας αξία στο ανθρώπινο σώμα παράλληλα αναδεικνύει την φιλανθρωπία και την αγάπη για τους ασθενείς αδελφούς μας ως μέγιστες αρετές του.
Γι’ αυτό και με την ίδρυσή της η Εκκλησία δημιουργεί και κτίζει φιλανθρωπικά Ιδρύματα και τα λειτουργεί. Από τον 4ο αιώνα μέχρι και σήμερα. Από την Βασιλειάδα της Καππαδοκίας μέχρι τον Άγιο Κυπριανό της Αλεξανδρούπολης. Κι αυτό γιατί πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο πρώτος ιατρός. Την λειτουργία του ανθρωπίνου σώματος την γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους τους ιατρούς. Οι ιατροί είναι ερευνητές τους σώματος. Ο Χριστός είναι ο κατασκευαστής του. Γνωρίζει τις ασθένειες και έχει την δυνατότητα να τις θεραπεύσει μέσω της ιατρικής επιστήμης και των λειτουργών της. Άλλωστε είναι γνωστό σε όλους το χωρίο «Κύριος έδωκεν τοις ανθρώποις επιστήμην ενδοξάζεσθαι εν τοις θαυμασίοις αυτού» (Σοφ. Σειράχ 38, 6). Αλλά και το γνωμικό του Μπλεζ Πασκάλ (Γάλλος φυσικός 1623-1662): «Το τελευταίο βήμα της λογικής έγκειται στο να αναγνωρίζει ότι υπάρχουν άπειρα ζητήματα που υπερβαίνουν τις αντιληπτικές της ικανότητες». Αλλά και του Αντρέ Αμπέρ (Γάλλος φυσικός 1775-1836): «Άκουε τους σοφούς αλλά μόνο από το ένα αυτί. Το άλλο ας είναι πάντοτε έτοιμο να δεχθεί τους ήχους από τον ουράνιο φίλο του».
Με τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι ο ιατρός που έχει και πίστη στο Θεό είναι ολοκληρωμένος επιστήμονας επειδή η πίστη δεν υποτιμά την γνώση αλλά την ξεπερνά γιατί δεν αρκείται μόνο σ’ αυτή. «Ούτε η γνώσις άνευ πίστεως, ούτε η πίστις άνευ γνώσεως» (Κλήμης Αλεξανδρεύς). Η σωστή σχέση πίστης και ιατρικής εκφράζεται με την επιγραμματική θέση, που είναι θέση και του Ευαγγελίου, αλλά είναι και θέση και της επιστήμης: «Γιγνώσκουσα πίστη και πιστεύουσα γνώση». Η συνεργασία αυτή είναι αναγκαία και απαραίτητη γιατί οδηγεί στην αληθινή πρόοδο της επιστήμης και στην ευδαιμονία του ασθενούς.
Θα μου επιτρέψετε τώρα να αναφερθώ στην ιατρική της προσωπικότητος, η οποία προτάθηκε το 1940 περίπου από τον Πωλ Τουρνιέ (Ελβετός ιατρός 1898-1986) και στην ουσία είναι μια καινούρια μορφή της Ιατρικής και προσφέρει α) γνώση για τον άνθρωπο, και β) αντιμετώπιση της προσωπικότητος του ασθενούς από τον ιατρό. Η ιατρική της προσωπικότητος θεωρεί τον άνθρωπο ως ον πνευματικό και δεν εξαντλεί το ενδιαφέρον της στο σώμα, διαγνωστικώς και θεραπευτικώς, αλλά προχωρεί και πιο πέρα.
Αναζητά τον χαρακτήρα του ασθενούς, «τι είδους άνθρωπος είναι», όπως έλεγε ο Ιπποκράτης, και θεραπεύοντας το σώμα προχωρά στην πνευματική ανοικοδόμηση του ασθενούς για να αντιμετωπισθεί η ασθένεια. Σήμερα η πνευματική αντιμετώπιση του αρρώστου είναι επιβεβλημένη προκειμένου να υπάρξει επαρκής θεραπεία και θετική εξέλιξη της νόσου. Με τον τρόπο αυτό πλησιάζουμε σε μια μορφή τέλειας ιατρικής, σύμφωνα με τον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής της Χαϊδελβέργης Ρίτσαρντ Σίμπεκ (Γερμανός ιατρός 1883-1965), όπου «η θεραπεία δεν εξαντλείται στο βιολογικό και ψυχολογικό επίπεδο, αλλά θεραπεύει ολόκληρο τον άνθρωπο γιατρεύοντας τα πάθη της ψυχής και του σώματος, όχι μόνο με την ψυχολογική τακτοποίηση των αισθημάτων ενοχής, αλλά με την είσοδο του ανθρώπου στη βασιλεία του Θεού», που εκφράζεται με το περιεχόμενο της χριστιανικής ζωής.
Άλλωστε ο καθένας από εσάς τους ιατρούς δίδει ιδιαίτερη σημασία στον εσωτερικό άνθρωπο υποστηρίζοντας στην πράξη ότι ο ψυχικός παράγοντας στην αιτιολογία και στη θεραπεία της ασθένειας (π.χ. στον καρκίνο). Η σύγχρονη ιατρική δηλώνει ότι η νόσος δεν οφείλεται μόνο στη συμβολή ενός μικροβίου, μιας ενζυματικής διαταραχής ή μιάς εκφυλιστικής διεργασίας, αλλά στον τρόπο ζωής και συμπεριφοράς του ανθρώπου, στην κρίση του πολιτισμού, στις συνεχείς αλλαγές, μεταβολές και νέες μορφές που ήρθαν και έρχονται, στους τρόπους ζωής των νέων κοινωνιών, οι οποίες επιφέρουν ψυχικές και σωματικές ασθένειες.
Όλα αυτά τα νέα δεδομένα οδηγούν τους ιατρούς να παραδεχτούν τα λόγια του καθηγητή και ακαδημαϊκού Γεωργίου Μερίκα (1911-1996): «Και ο άνθρωπος που πιστεύει στο Θεό, αλλά και ο αρνητής του, όταν βρεθούν κάτω από τον κλοιό της νόσου, αισθάνονται την ανάγκη να αποταθούν προς ένα πνευματικό κόσμο, του οποίου ο άνθρωπος είναι τέκνο». Θα μου επιτρέψετε να πω πως σήμερα ο ιατρός χρειάζεται πνευματικό εξοπλισμό για να γίνει ουσιαστικός θεραπευτής. Η σύγχρονη επιτυχία του ιατρικού έργου προϋποθέτει την εσωτερική ανακαίνιση του ιατρού και την απόκτηση ήθους. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Τουρνιέ: «Είναι φανερό ότι θα μπορέσω να έλθω σε επαφή με την προσωπικότητα του αρρώστου, όταν θα χρησιμοποιήσω την δική μου προσωπικότητα, όταν θα δείξω ότι βρίσκομαι στη θέση του ως ομοιοπαθής. Δεν ωφελούν οι συμβουλές του ιατρού, αλλά η συμπόνια του, το να γίνει ένα με τη δύσκολη πραγματικότητα του ασθενούς»
Σύμφωνα με τον Ιπποκράτη ο σωστός ιατρός «επ’ αλλοτρίοισι ξυμφορήσι ιδίας καρπούται λύπας» (Ο γιατρός από τις συμφορές των άλλων προσκομίζει δικές του στενοχώριες), δηλ. πρέπει ο ιατρός να ταυτίζεται με την αγωνία και τον πόνο του ασθενούς. Για να είναι ολοκληρωμένος πρέπει να έχει μέσα του χριστιανική αγάπη. Αγάπη που ξεπερνά και την γνώση. Αυτή που ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους: «Κι αν έχω προφητείαν και ιδώ τα μυστήρια πάντα πάσαν την γνώσιν….αγάπην δε μη έχω ουδέν ειμί» (Α΄ Κορ. 13, 2).
Σύμφωνα, λοιπόν, με όσα είπαμε, ο ολοκληρωμένος ιατρός διακατέχεται –να μου επιτραπεί η έννοια- από ιπποκρατικοχριστιανική νοοτροπία. Ας θυμηθούμε τα λόγια του ιατρού Δημητρίου Χαροκόπου (1901-1968): «Δεν μπορεί κανείς να είναι πραγματικός ιατρός, αν δεν είναι αληθινός χριστιανός». Και για να μην παρεξηγηθώ αναφέρω πως δεν υπάρχει χριστιανική ιατρική και μη χριστιανική. Υπάρχει όμως ιατρική που ασκείται από χριστιανό γιατρό, δηλαδή ανθρώπου που μέσα του βιώνεται η αξία αγιότητα.
Σήμερα ο ιατρός κατά την σταδιοδρομία του ασκεί στην κοινωνία τέσσερις βασικούς ρόλους. Του θεραπευτή, του ερευνητή, του εκπαιδευτή-παιδαγωγού και του πνευματικού. Ιδιαιτέρως στέκεται κανείς στον τέταρτο ρόλο του πνευματικού ανθρώπου, και την εννοώ με την πλατιά έννοια του όρου, και την κοσμική και την θρησκευτική. Για έναν ιατρό αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξοπλισθεί με ό,τι καλύτερο έχει να του δώσει το ανθρώπινο πνεύμα και με ό,τι βαθύτερο έχει να του προσφέρει η σοφία του Θεού. Πρέπει να κατανοήσει ο κάθε ιατρός πως ό,τι μας προσέφερε η επιστήμη και η τέχνη μας για να το εφαρμόσουμε καλύτερα πρέπει να το τοποθετήσουμε στο σχέδιο του Θεού.
Ας παραφράσουμε τα λόγια του Αποστόλου Παύλου που λέει πάλι προς τους Κορινθίους ότι για να στερεωθούμε όλοι στη ζωή μας πρέπει να πάρουμε από την πνευματική πέτρα που στηρίχθηκαν οι πρόγονοί μας, «Η δε πέτρα ην ο Χριστός» (Α΄ Κορ. 10, 4). Γι’ αυτό και ο Χριστός σας προσκάλεσε στον κόσμο αυτό. Επειδή μέσα σ’ αυτόν υπάρχει η αρρώστια, ο πόνος, ο θάνατος. Επειδή, ο Θεός μέσα από εσάς τους ιατρούς, εμφανίζεται ως θεραπεία, ως παρηγοριά, ως ζωή.
Σας ευχαριστώ πολύ.