Οι εργασίες αποκατάστασης στο ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην Ομόνοια, που «τραυματίστηκε» από σεισμούς και φυσική φθορά, ολοκληρώνονται σε περίπου δύο μήνες, πιο σύντομα από ό,τι αρχικά είχε υπολογιστεί.
Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, Θεμιστοκλής Βλαχούλης, ανέφερε σχετικά ότι οι εργασίες στερέωσης και συντήρησης, που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια στο μεγάλο νεοκλασικό οικοδόμημα στο κέντρο της Αθήνας, αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί ως τις αρχές του καλοκαιριού.
Η απόφαση για την ανέγερση του ναού είχε ληφθεί το 1869 από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων προς τιμήν του διαδόχου Κωνσταντίνου (γιου του Γεωργίου και της Όλγας) που είχε γεννηθεί ένα χρόνο νωρίτερα. Η εκκλησία, σύμβολο μιας εποχής όπου κυριαρχούσε το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, ανήκει στην κατηγορία της τρίκλιτης τρουλλαίας βασιλικής με εγκάρσιο κλίτος, και μορφολογικά στον νεοκλασικό ρυθμό.
Θεμελιώθηκε το 1871 σε σχέδιο του Λύσσανδρου Καυταντζόγλου, και αποπερατώθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, το 1905, με αρκετές διαφορές όπως προκύπτει από τα σωζόμενα σχέδια του γνωστού αρχιτέκτονα, όπως η μορφή και το ύψος του τρούλου. Οι δύο μεγάλοι σεισμοί του 1981 και του 1999, σε συνδυασμό με τη φυσική φθορά και την αστοχία των κατασκευαστικών επιλύσεων, προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα στο κτίριο, που έπαψε να λειτουργεί ως ενοριακός ναός.
Άμεσα μέτρα πάρθηκαν το 2001-2002, καθώς και το 2003-2005, οπότε συντελέστηκε η πρώτη φάση εργασιών στερέωσης και αποκατάστασης του μνημείου. Στη δεύτερη φάση οι εργασίες -ενταγμένες σε ΕΣΠΑ, με προϋπολογισμό περίπου 3.500.000 ευρώ- ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2013 με αρχικό προβλεπόμενο χρόνο ολοκλήρωσης τον Οκτώβριο του 2015.
Αφορούν στερεώσεις και αποκαταστάσεις με σκοπό τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας και της αυθεντικότητας του ναού, καθώς και των παραδοσιακών κατασκευαστικών τεχνικών που χρησιμοποιήθηκαν. Τελικός στόχος, η εκκλησία να επαναλειτουργήσει ως χώρος λατρείας και ως επισκέψιμο μνημείο.