Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού
Επείγεται λοιπόν προς το πάθος και βιάζεται να πιεί το ποτήρι του θανάτου, το σωτήριο για όλο τον κόσμο.
Έρχεται πεινασμένος για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, και δε βρίσκει σ᾽ αυτήν καρπό. Γιατί αυτήν υπαινίσσεται μεταφορικά η συκιά.
Ποιος δηλαδή τρώει το πρωί; Ο βασιλιάς, ο Κύριος, ο Δάσκαλος. Νιώθοντας πείνα πρωί-πρωί, δεν εμποδίζει την επιθυμία του φαγητού. Δεν συγκρατεί τη φύση Του, αλλά, σαν κάποιος ακρατής κι ακόλαστος, ορμά ανόητα στο φαγητό, σε ακατάλληλη ώρα. Πώς τότε παιδαγωγεί τους μαθητές Του να μην τους νικά το πάθος της επιθυμίας; Δεν είναι έτσι το πράγμα. Αλλα όπως μιλούσε διδάσκοντας με παραβολικούς λόγους, έτσι εκτελεί και τις παραβολές με έργο. Πλησίασε στη συκιά πεινώντας (Ματθ. 11, 19). Η συκιά υποδήλωνε τη φύση της ανθρωπότητας. Ο καρπός της συκιάς είναι γλυκός, τα φύλλα της τραχιά κι άχρηστα κι έτοιμα για τη φωτιά. Αλλά και η φύση της ανθρωπότητας είχε γλυκύτατο τον καρπό της αρετής, έχοντας από τον Θεό την εντολή να την καρποφορεί, εξαιτίας όμως της ακαρπίας της στην αρετή έβγαλε τα τραχιά φύλλα.
Πράγματι τί υπάρχει τραχύτερο από τις βιοτικές μέριμνες (Γεν. 2, 25); Ηταν κάποτε γυμνοί ο Αδάμ και η Εύα και δεν ένιωθαν ντροπή. Γυμνοί στην απλότητα και την απέριττη ζωή τους. Ούτε τέχνη είχαν ούτε βιοτικές μέριμνες. Δεν επινοούσαν τρόπους πως να σκεπάσουν τη γύμνια του σώματός τους. Δεν ντρέπονταν για την ακτημοσύνη τους ούτε για τη λιτότητα της ζωής τους, αλλά, αν και ήταν γυμνοί στο σώμα, τους σκέπαζε η Θεία Χάρη. Δεν είχαν σωματικό φόρεμα, αλλά φορούσαν ένδυμα αφθαρσίας. Όταν όμως παράκουσαν, βρέθηκαν μακριά από τη Χάρη που τους σκέπαζε. Απογυμνώθηκαν από την έκστασή τους προς τον Θεό και τη θεωρία Του. Είδαν τη γύμνωση του σώματός τους (Γεν. 3, 7). Πόθησαν τα ευχάριστα της ζωής. Βρέθηκαν μέσα στη φτωχική και στερημένη ζωή. Έρραψαν φόρεμα από φύλλα συκιάς κι έκαναν περιζώματα, έκαναν πολλούς λογισμούς και βρήκαν την τραχιά και γεμάτη μέριμνες και πόνους ζωή. «Με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα φας το ψωμί σου. Καταραμένη θα είναι για τα έργα σου η γη, θα βγάλει για σένα αγκάθια και τριβόλια και θα καταλήξεις στη γη» (Γεν. 3, 17, 19).
Απόχτησες γήινα φρονήματα, γι᾽ αυτό η στροφή σου θα γίνει προς τη γη. Έγινες ένα με τα άλογα ζώα, αφού δεν κατάλαβες ότι είχες τιμητική θέση (Ψαλμ. 48, 13). Ήσουν στους κόλπους του Θεού και δεν κατάλαβες την καρποφόρο αρετή. Προτίμησες την απόλαυση των γήινων κι αγάπησες τη ζωή των αλόγων ζώων. Είσαι γη και θα καταλήξεις στη γη. Θα κληρονομήσεις το θάνατο, όπως τα άλογα ζώα. Αυτός είναι ο λόγος που φοράει και τους δερμάτινους χιτώνες (Γεν. 3, 21). Όντας με το σώμα του ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο – ενώ πρώτα ζούσε στον παράδεισο της τρυφής και κατοικούσε σε βασιλικά διαμερίσματα – απόκτησε έπειτα θνητό και παχύ σώμα, ικανό να αντέχει στους κόπους. Είναι αληθινά τραχιά τα φύλλα της συκιάς της φύσης μας, της απειθάρχητης κακίας της φύσεώς μας. Σ᾽ αυτή τη συκιά, τη φύση δηλαδή της ανθρωπότητας, πήγε ο Σωτήρας πεινώντας και ζητώντας από αυτήν το γλυκύτατο καρπό, δηλαδή τη γλυκύτατη για το Θεό αρετή, με την οποία πραγματοποιεί τη σωτηρία μας. Και δεν βρήκε καρπό, παρά φύλλα μονάχα, την τραχιά και πικρή αμαρτία και ό,τι κακό φυτρώνει από αυτήν.
Γι᾽ αυτό και της λέει επιτιμητικά: «Ποτέ πια δεν θα δώσεις καρπούς» (Ματθ. 11, 19). Γιατί η σωτηρία δεν προέρχεται από τους ανθρώπους. Η αρετή δεν προέρχεται από ανθρώπινη δύναμη. Εγώ θα φέρω τη σωτηρία σας και με το πάθος μου θα σας χαρίσω την ανάσταση. Θα σας χαρίσω επιπλέον και την απαλλαγή από την πολύ σκληρή αυτή ζωή που τώρα ζείτε. Αυτά είπε και βέβαια όπως τα είπε, τα πραγματοποίησε.