Της Μαρίας Παρασκευά
Παναγία η Έλωνα (Δέσποινα α Έωνα, στα τσακώνικα)
Στο νότιο τμήμα της οροσειράς του Πάρνωνα και σε ύψος 650 μέτρα από τη θάλασσα υψώνεται επιβλητικό το μοναστήρι της Παναγίας της Έλωνας . Ακολουθώντας την διαδρομή Λεωνίδιο-Κοσμάς και γύρω στο 17ο χμ, μέσα από τη ρεματιά ανοίγει ο ουρανός και ξεπροβάλει σαν χελιδονοφωλιά η Παναγία η Έλωνα. Η μόνή ιδρύθηκε το 1300. Λέγεται πως βοσκοί που διατηρούσαν τα ποίμνιά τους στα απέναντι βουνά, έβλεπαν κάθε βράδυ κάποιο φως στον απότομο βράχο. Μόλις έγινε γνωστό το γεγονός αυτό στον επίσκοπο Ρέοντος και Πραστού επισκέφθηκε μαζί με τον κλήρο της περιοχής, τους τοπικούς προεστούς και πλήθος χριστιανών την περιοχή για να… διαπιστώσουν ότι στη μέση του βράχου ήταν τοποθετημένη η εικόνα της Παναγίας και μπροστά της έχυνε το ιλαρό του φως ένα αναμμένο καντήλι. Μέχρι και σήμερα ο πιστός πάνω από το μοναστήρι μπορεί να δει το ξύλο από το οποίο ήταν κρεμασμένη η εικόνα. Με απόφαση του επισκόπου Ρέοντος και Πραστού, οι μοναχοί Καλλίνικος και Δοσίθεος που ήταν ασκούμενοι μοναχοί εγκαταστάθηκαν στο σημείο όπου βρέθηκε η εικόνα, έκτισαν ένα μικρό ναό, δύο κελιά και έγιναν οι πρώτοι κτήτορες της μονής της Ελώνης. Αυτοί οι μοναχοί μαρτύρησαν για την πίστη τους στο Θεό αφού τους έσφαξαν δύο Τούρκοι μέσα στην προσπάθειά τους να κατατροπώσουν όσους περισσότερους χριστιανούς μπορούσαν. Η Παναγία όμως τιμώρησε τους αλλόθρησκους για αυτή τους την πράξη τυφλώνοντας τους την στιγμή που έμπαιναν στο ναό της για να τον λεηλατήσουν. Αφού αντιλήφθηκαν τη χάρη της Παναγίας μετανόησαν και ξαναβρήκαν το φως τους αφιερώνοντας όλη την περιουσία τους στην Μονή, η οποία εκ τότε δέχθηκε πολλά προνόμια από μέρους των Οθωμανών, με αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια να αναπτυχθεί τόσο σε αριθμό μοναχών όσων και κτισμάτων, προσκυνητών και δωρεών.
Το 1770 η Μονή πέρασε από μεγάλη δοκιμασία. Οι Τούρκοι έσφαξαν τους μοναχούς της, την λεηλάτησαν και την πυρπόλησαν. Ωστόσο το 1785 ξαναέρχονταν μοναχοί οι οποίοι έφταναν τους σαράντα σε αριθμό και έτσι η μονή αρχίζει να ακμάζει πνευματικά και υλικά χάρη στην υποστήριξη των χριστιανών της περιοχής. Η ακμή της έρχεται στα έτη 1798-1811 και αυτό γιατί ο δρόμος προς την μονή γίνεται προσπελάσιμος, κτίζεται νέος ναός, κελιά, ξενώνες και αγοράζονται ή αφιερώνονται κτήματα στο Λεωνίδιο, στο Δήμο Λιμναίων, Σεληνούντος, Γερόνθρων και Έλους. Σημαντική ήταν και η βοήθεια από τους Υδραίους και τους Σπετσιώτες καπεταναίους. Εξαιτίας της φήμης που απέκτησε το οικουμενικό πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως την ανακήρυξε πατριαρχική και σταυροπηγιακή μονή μετά προνομίων πολλών και κεφαλαίων εις διηνεκή ασφάλειαν.
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και συγκεκριμένα στης 12 Απριλίου 1822 έδωσε στην Πελοποννησιακή Γερουσία δεκαπέντε χιλιάδες γρόσια για τις ανάγκες του έθνους. Επίσης οι μοναχοί της πήραν μέρος σε πολυάριθμες μάχες. Όμως το ελεύθερο ελληνικό κράτος με το διάταγμα του 1833 έδιωξε τους μοναχούς της και πήρε την περιουσία της. Όμως η χάρη της Παναγίας βοήθησε και έτσι άρχισε να ευδοκιμεί και πάλι από το 1972.
Υπάρχουν τρεις επικρατέστερες εκδοχές για την ονομασία της Mονής:
1. Από το σπήλαιο που φέρει την ονομασία «Ελώνη» (Θ.Βαγενά, Ν. Αντωνάκου, Τ. Μαύρος).
2. Από την τσακώνικη λέξη «έωνη»στα τσακώνικα και που στα ελληνικά σημαίνει Ελεούσα.
3. Από την επίκληση της Παναγίας στη Λακωνία ‘Ελωνίτισσα’ δηλαδή αυτή που κατάγεται από το έλος και τα ελοχώρια της Λακωνίας (Αν. Μιχαλόπουλος). Ο μελετητής Γεώργιος Γεώρτσης αναζητά τη γραμματολογική σημασία στη γραμματολογική ρίζα της λέξης στην Αρχαία Αττική διάλεκτο από την μετοχή του αορίστου β’ του ρήματος αιρέω-ώ= ελών, ελεούσα ,ελόν.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθώ σε ένα σχετικά πρόσφατο δυσάρεστο συμβάν που έγινε τον Αύγουστο το 2006 όταν η μονή πέρασε ακόμη μια δοκιμασία. Ένας Ρουμάνος κακοποιός όπου είχε φιλοξενηθεί πολλές φορές στη μονή έκλεψε τη σεπτή εικόνα της Παναγίας Έλωνας με όλα τα τάματα. Το γεγονός αυτό λύπησε τους χριστιανούς της Λακωνίας και της Αρκαδίας αλλά χάρη στις κινήσεις που έκανε η αστυνομία μαζί με την βοήθεια της Ιεράς Μητρόπολης Μαντινείας και Κυνουρίας ανακαλύφθηκε ο δράστης και η εικόνα με τα τάματα επιστράφηκε πίσω.
Σήμερα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί ο χώρος της Μονής με τις νεότερες προσθήκες, μπαίνει κανείς σ αυτόν από μια τοξωτή είσοδο. Υπάρχει ένας ανοικτός διάδρομος 15 μέτρων που οδηγεί στη δεύτερη πύλη, ακολουθώντας ένα δεύτερο διάδρομο με σκαλιά αριστερά του οποίου βρίσκεται γκρεμός και δεξιά πάνω κοφτός κόκκινος βράχος και έτσι οδηγούμαστε στο κέντρο της Μονής. Εδώ τα διαφορετικά επίπεδα, οι διάδρομοι, οι στοές και οι σκάλες συνθέτουν ένα αρμονικό κτιριακό σύνολο που μαρτυρεί την ύπαρξη εσωτερικής ζωής και κίνησης. Συγκεκριμένα, στην ανατολική πλευρά και πάνω από τον γκρεμό ορθώνονται δύο κτίρια εκ των οποίων το ένα είναι διώροφο, με ξενώνες και κελιά στον πρώτο όροφο, αποθήκες και τραπεζαρίες κάτω, ενώ το άλλο, ακριβώς δίπλα, περιλαμβάνει γραφεία, σαλόνια και χώρους υποδοχής. Ένα τρίτο κτίριο, στη δυτική πλευρά, με πλάτη στο βράχο διαθέτει επίσης ξενώνες και αποθήκες πίσω απ΄ αυτό δε και πιο ψηλά βρίσκεται το παρεκκλήσι των Αγίων Πάντων. Στο κοίλωμα του βράχου, μετά από αυτό, διακρίνονται ακόμα τα σημάδια ύπαρξης παλαιού ασκηταρίου. Υπάρχει επίσης μικρή πλακόστρωτη αυλή, στην οποία οδηγούμαστε μέσω μιας διπλής σκάλας. Η μικρή εκκλησία της Παναγιάς είναι νεότερο κτίσμα του 1790 κι έχει δεχθεί προσθήκη το 1809, η οποία αποτέλεσε χώρο στέγασης του Ιερού. Μια επιγραφή που υπάρχει πάνω από την είσοδο μαρτυρά τη χρονολογία κτίσεως καθώς και το ότι αυτό έγινε με άδεια του Τούρκου διοικητή της Πελοποννήσου Βελή Πασά (γιου του Αλή Πασά), όταν αρχιεπίσκοπος Ρέοντος και Πραστού ήταν ο Ιάκωβος. Είναι χτισμένη σε ρυθμό κεραμοσκεπαστής βασιλικής με πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομή. Διαθέτει τέσσερις θύρες εισόδου, ανοιγμένες όλες στη βόρεια πλευρά της. Η μεγαλύτερη από αυτές διαθέτει ακανόνιστο πέτρινο τόξο πάνω από το ανώφλι. Αριστερά της υψώνεται το μαρμάρινο κωδωνοστάσιο, χτισμένο στα 1831μ.Χ. επάνω στο οποίο διακρίνονται εμφανή υπολείμματα μπλε χρώματος. Μπαίνοντας κανείς στο εσωτερικό του ναού, μένει έκθαμβος στη θέα των δεκάδων καντηλιών (αφιερώματα πιστών) που κρέμονται από την καπνισμένη οροφή. Το Καθολικό είναι 5,10 Χ 14,90, σε ρυθμό θολοσκεπής βασιλικής, κι έχει τέσσερις εισόδους. Η οροφή του, δε φαίνεται, αφού την κατακλύζουν αμέτρητα καντήλια. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι κομψοτέχνημα φιλοτεχνημένο από ξύλο καρυδιάς. Οι εικόνες του φέρουν τις χρονολογίες 1798, 1806, 1815… Η εικόνα της Κοίμησης της Θεοτόκου είναι "δέησις Καμαρινού και υιού Νικολάου", η εικόνα του βαπτιστή Προδρόμου "δέησις Χατζή-Λαμπρινού Σμυρναίου", η εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής "δέησις Νικοδήμου του αγιογράφου Γεωργίου Κρητός". Κατά την παράδοση ο τεχνίτης ήταν κάποιος μοναχός ο οποίος δούλευε χρόνια και μόλις τελείωσε πέθανε. Επί του τέμπλου απεικονίζονται σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βαθύ σκάψιμό του, ενώ οι σκιές που δημιουργούνται καθώς εισχωρεί το φως στις εσοχές κάνουν την ατμόσφαιρα ακόμη πιο επιβλητική. Οι εικόνες στην κεφαλή του τέμπλου παρουσιάζουν το δωδεκάορτο και στηρίζουν την ισορροπία τους στον συνδυασμό ψυχρών και θερμών χρωμάτων και στη γεωμετρία των μορφών. Στο βάθος παρατηρούμε την ύπαρξη συμβολικού χώρου, που απεικονίζει γεωμετρημένα κτίρια ή τοπία χωρίς τη χρήση προοπτικής. Σκηνές από την Αγία Γραφή αναγνωρίζουμε και στον ξύλινο διάκοσμο, ενώ αξίζει να σημειωθεί ο λεπτός τρόπος που οι αναδυόμενες μορφές εντάσσονται αρμονικά στα "πλαστικά" στοιχεία της φυτικής ανάπτυξης. Αριστερά και δεξιά της Ωραίας Πύλης παρατηρούμε τα ασημένια "πουκάμισα" των εικόνων και τα εξωτερικά λεπτά χαράγματα του σχεδίου. Στο προσκυνητάρι δεσπόζει η φορητή εικόνα της Παναγιάς, που χρονολογείται από το 1350 περίπου. Είναι κατασκευασμένη με κερί και μαστίχα σε ξύλο, ενώ αργότερα προστέθηκε χρυσό περίτεχνο "πουκάμισο" και καλύφθηκε από τάματα. Εικάζεται ότι η εικόνα φιλοτεχνήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά και η ιστορία της είναι άρρηκτα δεμένη με την ίδρυση της Μονής. Πολλά θαύματα έχουν αποδοθεί στην ιερή δύναμη της εικόνας αυτής, γι αυτό και πλήθος προσκυνητών από όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας επισκέπτονται το μοναστήρι της Έλωνας. Εντός του ναού επίσης φυλάσσονται σε εμφανή σημεία λείψανα Αγίων, ένα χειρόγραφο Ευαγγέλιο, θαυμάσιες εικόνες διάφορων αγιογράφων και τεχνοτροπιών – μερικές δε και ρώσικης προέλευσης – χρυσά και αργυρά σκεύη – καθώς και πλήθος από τάματα πιστών.
Σήμερα το Μοναστήρι, που είναι γυναικείο, συντηρείται με την ιδιαίτερη φροντίδα τριών μοναχών επικεφαλής είναι η ηγουμένη Παρθενία Πήλιουρα. Πρέπει να αναφερθεί ότι μετόχια της Μονής βρίσκονται στο Λεωνίδιο και στον Κοσμά. Λειτουργεί εκθετήριο εκκλησιαστικών ειδών, βιβλίων, κ. ά. Η Παναγιά της Έλωνας εορτάζει στις 15 και 23 Αυγούστου (Κοίμηση και Εννιάμερα της Θεοτόκου αντίστοιχα), ενώ της 21 Νοεμβρίου, που εορτάζονται τα Εισόδια της Θεοτόκου γίνεται τοπική εορτή στο Λεωνίδιο και προς τιμή της τελώνται θρησκευτικές εκδηλώσεις.