“Χωρίς μάτια δε μπορούμε να δούμε το φως και χωρίς πνευματικά μάτια θα παραμένουμε στο περιθώριο και στον διάκοσμο της εορτής” αναφέρει μεταξύ άλλων στο Χριστουγεννιάτικο μηνυμά του ο Μητροπολίτης Γλυφάδας Παύλος.
.Ακολουθεί ολόκληρη η εγκύκλιος:
Αδελφοί μου και τέκνα μου εν Κυρίω αγαπητά, «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον».
Ξένο και παράδοξο μυστήριο
γνωρίζουν σήμερα οι ανθρώπινες αισθήσεις.
Η γιορτή αυτή ξεπερνά τις αντιληπτικές ικανότητες του νού.
Η βίωσή της μας εισάγει,
στις δυνατότητες ενός άλλου τρόπου ζωής.
Αυτό που ζούμε σήμερα και το αποκαλούμε ζωή,
είναι ο τρόπος, που ένας μεθυσμένος βλέπει τον κόσμο.
Όλα τόσο αληθινά και υπαρκτά γύρω μας,
αλλά και τόσο παραμορφωμένα και στρεβλά,
λόγω του μεθυσμένου-σκοτισμένου νού μας.
Πως να κατανοήσουμε λοιπόν
το μυστήριο της γιορτής;
Την απάντηση την δίνει ένα τροπάριο του κανόνα της εορτής:
«Εκ νυκτός έργων, εσκοτισμένης πλάνης
ιλασμόν ημίν Χριστέ τοις εγρηγόρως».
«Γρήγορα να εξέλθουμε
από τη νύχτα της εσκοτισμένης πλάνης μας,
με μετάνοια στο Χριστό».
Τότε το μυστήριο της εορτής
θα αρχίζει να αποκαλύπτεται.
Στην πορεία μας αυτή να ακολουθήσουμε,
ως συνοδοιπόροι τους Θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας,
που με την αγιοπνευματική Θεολογία Τους,
μας εισάγουν σε ένα εορταστικό πανηγύρι.
Γράφει ο Άγιος «Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Ο τόσο μεγάλος και τέτοιας δόξας Κύριος επεθύμησε μία πόρνη. Πόρνη επεθύμησε ο Θεός; Ναί, πόρνη. Την φύση την δική μας λέγω. Πόρνη επεθύμησε ο Θεός; Καί ο μεν άνθρωπος, εάν επιθυμήσει πόρνη, καταδικάζεται, ο δε Θεός επεθύμησε πόρνη;
Καί πολύ μάλιστα. Ο άνθρωπος επιθυμεί πόρνη, για να γίνει πόρνος,
αλλά ο Θεός επιθυμεί πόρνη, για να καταστήσει παρθένο την πόρνη. Ο τόσο μεγάλος και τέτοιας δόξας επεθύμησε πόρνη; Καί γιατί; Γιά να γίνει Νυμφίος. Τι κάνει; Δεν στέλνει προς αυτήν κανέναν από τους δούλους, δεν στέλνει Αρχάγγελο, δεν στέλνει τα Χερουβείμ, δεν στέλνει τα Σεραφείμ, αλλά αυτός ο ίδιος παραβρίσκεται ως ερωτευμένος.
Επεθύμησε πόρνη και τι κάνει;
Δεν την ανεβάζει επάνω. Διότι δεν ήθελε πόρνη στον ουρανό να ανεβάσει, αλλά κατεβαίνει αυτός κάτω. Επειδή αυτή δεν μπορούσε να ανεβεί επάνω, αυτός κατέβηκε κάτω. Προς την πόρνη έρχεται και δεν ντρέπεται. Έρχεται στην καλύβα της. Την βλέπει να είναι μεθυσμένη. Καί πως έρχεται;
Όχι με γυμνή τη θεική Ουσία, αλλά γίνεται αυτό ακριβώς, που ήταν η πόρνη, όχι στην προαίρεση, αλλά στη φύση γίνεται αυτό, για να
μην πτοηθεί, όταν τον δεί, για να μην αποδημήσει, για να μην φύγει. Έρχεται προς την πόρνη και γίνεται άνθρωπος. Καί πως γίνεται;
Σε μήτρα κυοφορείται. Αυξάνεται για λίγο και αναμιγνύεται με ανθρώπους. Βρίσκει την ανθρώπινη φύση γεμάτη με πληγές, και φορτωμένη με δαιμόνια και τι κάνει;
Προσέρχεται σε αυτήν.
Τι φοβάστε;
Δεν είμαι κριτής, αλλά ιατρός «δεν ήλθα, για να κρίνω τον κόσμο, αλλά για να σώσω τον κόσμο» (Ιωαν 12, 47). Κείτεται μέσα σε φάτνη αυτός, που βαστάζει την οικουμένη και σπαργανώθηκε αυτός, που φροντίζει για όλα. Έρχονται μάγοι και προσκυνούν, έρχεται ο τελώνης και γίνεται ευαγγελιστής, έρχεται πόρνη και γίνεται παρθένος, έρχεται Χαναναία και απολαμβάνει φιλανθρωπία. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό του ερωτευμένου, το να μην απαιτεί ευθύνες για τα αμαρτήματα, αλλά να συγχωρεί τα σφάλματα. Καί τι κάνει;
Λαμβάνει αυτήν και την κάνει σύντροφο. Καί τι της δίνει;
Δακτυλίδι.
Ποιό;
Το Πνεύμα το Άγιον. Όπως λέγει ο Παύλος: «ο Θεός που είναι μαζί μας, διαβεβαιώνει εμάς, αυτός που μας σφράγισε και μας έδωσε τον αρραβώνα του Πνεύματος». (Β’ Κορ, α, 21-22). Πνεύμα δίνει σε αυτή.
Έπειτα λέγει:
«Δεν σε εφύτευσα σε παράδεισο;».
Λέγει «ναί». «Καί πως από εκεί εξέπεσες;» «Ήλθε ο διάβολος και με πήρε από τον παράδεισο». «Να, εγώ σε φυτεύω μέσα μου, εγώ σε βαστάζω». Γιά αυτό λέγει: «εγώ είμαι η ρίζα και εσείς τα κλήματα». «Αλλά είμαι αμαρτωλή και ακάθαρτη». «Μην σε απασχολεί, είμαι γιατρός, Ξέρω, γνωρίζω το δικό μου σκεύος, ξέρω πως διαστράφηκε,
το ξαναπλάθω με λουτρό αναγέννησης ».
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει:
«Να γίνουμε, όπως ο Χριστός, επειδή και ο Χριστός έγινε όπως εμείς. Να γίνουμε θεοί για Αυτόν, επειδή κι’ Εκείνος έγινε, για εμάς άνθρωπος. Προσέλαβε το χειρότερο, για να δώσει το καλύτερο. Επτώχευσε, για να πλουτήσουμε εμείς, από τη πτωχεία Εκείνου. Δούλου μορφή έλαβε, για να λάβουμε εμείς την ελευθερία. Κατέβηκε, για να υψωθούμε. Δοκίμασε πειρασμό, για να νικήσουμε τον πειρασμό. Ατιμάσθηκε, για να δοξασθούμε. Πέθανε, για να σώσει. Ανέβηκε, για να ανεβάσει προς Αυτόν, αυτούς που κείτονταν κάτω στην αμαρτία.
Γεννήθηκε μεν ως άνθρωπος, αλλά και έχει γεννηθεί από τον Θεόν Πατέρα. Από γυναίκα μεν, αλλά ταυτόχρονα και Παρθένο. Τούτο ανθρώπινο, εκείνο θείο. Απάτωρ εδώ στην κατά σάρκα γέννηση, αλλά και αμήτωρ εκεί στην άχρονη γέννηση άπό τον Θεό Πατέρα. Όλο αυτό είναι θεότητος γνώρισμα. Κυοφορήθηκε μεν, αλλά αναγνωρίσθηκε από Προφήτη, τον Πρόδρομο. Σπαργανώθηκε μεν ως βρέφος, αλλά βγάζει τα εντάφια σπάργανα, όταν αναστήθηκε. Στην φάτνη μεν ανακλήθηκε, αλλά δοξάστηκε από αγγέλους και από αστέρι κηρύχθηκε, και από μάγους προσκυνήθηκε. Πως λοιπόν προσκρούεις στα ορατά και δεν βλέπεις τα νοητά; Φυγαδεύτηκε μεν στην Αίγυπτο, αλλά φυγαδεύει τα είδωλα των Αιγυπτίων. Δεν είχε εμφάνιση, ούτε κάλλος,αλλά κατά τον Δαβίδ ήταν ο πιο ωραίος από τους ανθρώπους. Βαπτίστηκε μεν ως άνθρωπος, όχι επειδή είχε ανάγκη από καθαρισμό, αλλά για να αγιάσει τα ύδατα, και αμαρτίες έλυσε, ως Θεός. Επειράσθη, ως άνθρωπος, αλλά νίκησε, ως Θεός.»
Στο αποκορύφωμα της εορταστικής του Θεολογίας
τονίζει και πάλιν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος : «Βλέπω εκείνη, που γέννησε.
Βλέπω κι Εκείνον, που γεννήθηκε. Αλλά τον τρόπο της γεννήσεως, δεν μπορώ να τον καταλάβω.
Όπου θέλει ο Θεός νικώνται οι φυσικοί νόμοι. Έτσι έγινε κι’ εδώ. Παραμερίστηκε η φυσική τάξη και ενήργησε η θεία θέληση.
Πόσο ανέκφραστη είναι η ευσπλαγχνία του Θεού!
Ο προαιώνιος Υιός του Θεού, ο άφθαρτος και αόρατος και ασώματος, κατοίκησε μέσα στο φθαρτό και ορατό σώμα μας.
Γιά ποιό λόγο; Επειδή εμείς οι άνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ’ ο,τι βλέπουμε, παρά σ’ ο,τι ακούμε. Στα ορατά πιστεύουμε. Στ’ αόρατα όχι.
Έτσι δεν πιστεύαμε στον αόρατο αληθινό Θεό, αλλά λατρεύαμε ορατά είδωλα, με μορφή ανθρώπων.
Δέχτηκε λοιπόν ο Θεός να παρουσιαστεί μπροστά μας, με ορατή μορφή ανθρώπου, για να διαλύσει μ’ αυτόν τον τρόπο κάθε αμφιβολία, για την ύπαρξή Του.
Κι ύστερα, αφού μας διδάξει, με την αισθητή και αναμφισβήτητη παρουσία Του, να μας οδηγήσει εύκολα στην αληθινή πίστη, στ’ αόρατα και υπερφυσικά.
Κατάπληξη με γεμίζει το θαύμα!
Τι άλλο μένει να πω;
Δημιουργό και φάτνη βλέπω… Βρέφος και σπάργανα… Λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή… Ανέχεια πολλή…
Είδες όμως;
Τι πλούτος μέσα στη μεγάλη φτώχεια; Ο Πλούσιος έγινε φτωχός για χάρη μας.
Δεν έχει ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα.
Μέσα σε ταπεινό παχνί Τον έχουν αποθέσει…
Ω, φτώχεια, πλούτου πηγή!
Ω, πλούτε αμέτρητε, κρυμμένε μες στη φτώχεια!
Μέσα στη φάτνη κείτεσαι και την οικουμένη σαλεύεις.
Μέσα σε σπάργανα τυλίγεσαι και σπας τα δεσμά της αμαρτίας.
Λέξη ακόμα δεν άρθρωσες και δίδαξες στους μάγους τη Θεογνωσία.
Τι να πω και τι να λαλήσω;
Να Βρέφος σπαργανωμένο!
Να η Μαρία, Μητέρα και Παρθένος μαζί!
Να ο Ιωσήφ, πατέρας τάχα του Παιδιού!
Εκείνη η γυναίκα, αυτός ο άνδρας. Νόμιμες οι ονομασίες, αλλά με άλλο περιεχόμενο.
…Καί ήρθαν οι βασιληάδες, να προσκυνήσουν τον επουράνιο Βασιληά της δόξας.
Ήρθαν οι στρατιώτες, να υπηρετήσουν τον Αρχιστράτηγο των ουράνιων Δυνάμεων.
Ήρθαν οι γυναίκες να προσκυνήσουν Εκείνον, που μετέβαλε τις λύπες της γυναίκας σε χαρά.
Ήρθαν οι παρθένες να προσκυνήσουν Εκείνον, που δημιούργησε τους μαστούς και το γάλα, και τώρα θηλάζει από Μητέρα Παρθένο.
Ήρθαν τα νήπια να προσκυνήσουν Εκείνον, που έγινε νήπιο, για να συνθέσει δοξολογικό ύμνο «από τα στόματα των νηπίων» (Ψαλμ. 8:3).
Ήρθαν τα παιδιά να προσκυνήσουν Εκείνον, που η μανία του Ηρώδη τα ανέδειξε σε πρωτομάρτυρες.
Ήρθαν οι ποιμένες να προσκυνήσουν τον καλό Ποιμένα, που θυσίασε τη ζωή Του για χάρη των προβάτων.
Ήρθαν οι ιερείς να προσκυνήσουν Εκείνον, που έγινε αρχιερέας, όπως ο Μελχισεδέκ (Εβρ. 5:10).
Ήρθαν οι δούλοι να προσκυνήσουν Εκείνον, που πήρε μορφή δούλου, για να μετατρέψει τη δουλεία μας σ’ ελευθερία.
Ήρθαν οι ψαράδες να προσκυνήσουν Εκείνον, που τους μετέβαλε σε «ψαράδες ανθρώπων» (Ματθ. 4:19).
Ήρθαν οι τελώνες να προσκυνήσουν Εκείνον, που από τους τελώνες ανέδειξε ευαγγελιστή.
Ήρθαν οι πόρνες να προσκυνήσουν Εκείνον, που παρέδωσε τα πόδιά Του στα δάκρυα μιάς πόρνης. Ήρθαν όλοι οι αμαρτωλοί να δούν τον Αμνό του Θεού, που σηκώνει στους ώμους Του την αμαρτία του κόσμου:
Οι μάγοι, για να Τον προσκυνήσουν, οι ποιμένες, για να Τον δοξολογήσουν, οι τελώνες, για να Τον κηρύξουν, οι πόρνες, για να Τού προσφέρουν μύρα, η Σαμαρείτισσα, για να ξεδιψάσει, η Χαναναία, για να ευεργετηθεί.»
«Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον».
Όλοι σήμερα καλούμεθα σε αυτό το μυστήριο, να λάβουμε μέρος,
αρκεί να δεχθούμε τις προϋποθέσεις,
μέσα στις οποίες λειτουργεί η εορτή.
Χωρίς μάτια δε μπορούμε να δούμε το φως,
και χωρίς πνευματικά μάτια
θα παραμένουμε στο περιθώριο και στον διάκοσμο της εορτής.
«Εκ νυκτός έργων, εσκοτισμένης πλάνης
ιλασμόν ημίν Χριστέ τοις εγρηγόρως».
«Γρήγορα να εξέλθουμε
απο τη νύχτα της εσκοτισμένης πλάνης μας ,
με μετάνοια στον Χριστό».
Αδελφοί μου και τέκνα μου εν Κυρίω αγαπητά,
Εύχομαι εκ βαθέων ο ενανθρωπήσας Θεός,
να οδηγεί καθημερινά τις καρδιές μας,
μέσα στο φως της ιδικής Του γνώσεως
και στο πανηγύρι της ατελευτήτου ευφροσύνης Του.
Ο Επίσκοπός Σας και Ποιμενάρχης Σας.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΓΛΥΦΑΔΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ, ΒΟΥΛΑΣ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ και ΒΑΡΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ ο Α΄