Τού Αρχιμ. Ιακώβου Κανάκη
Αλήθεια, τι να πείς σε έναν γονιό που πέθανε το παιδί του; Πως να ξεκινήσεις; Θα είναι άραγε δεκτικοί οι γονείς να ακούσουν κάποιον που θέλει να τους μιλήσει για την ψυχή του παιδιού τους αλλά και για τον θάνατο, τον Θεό, την αιώνια ζωή; Μάλιστα, αν αυτός που θα μιλήσει θα είναι ένας ιερέας θα είναι πιο εύκολα ή πιο δύσκολα τα πράγματα; θα γίνει δεκτός στο σπίτι αυτό που πενθεί;
Όλα τα παραπάνω είναι μια σειρά ερωτημάτων και προβληματισμών συνάμα που συνέχουν την ψυχή των ιερέων οι οποίοι επιθυμούν να συμμετέχουν στην δυσκολία αυτή των πενθούντων ενοριτών τους. Με αυτήν την διάθεση γράψαμε το παρόν κείμενο και μέσω αυτού επιθυμούμε να μιλήσουμε διά της γραφής για όσα είναι δύσκολο κάποιες φορές διά ζώσης να πείς. Κάποιες φορές ο γραπτός λόγος είναι πιο άμεσος από τον προφορικό. Μακάρι έστω και στον ελάχιστο βαθμό να βοηθήσει στην ανακούφιση των πονεμένων ψυχών όλων αυτών που δικαιολογημένα ως άνθρωποι θλίβονται και να προσφέρει μια καινούργια αισιόδοξη αρχή χωρίς σε καμμία περίπτωση θέλοντας να σβήσει το παρελθόν το οποίο άλλωστε είναι αδύνατο να γίνει!
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Κάθε άνθρωπος που πατάει στην ευλογημένη γη που ζούμε έχει μια θεωρία περί αυτής και μια πορεία όπως ο καθένας για τον εαυτό του την διάλεγει. Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό και άλλοι που δεν πιστεύουν ή έχουν δημιουργήσει έναν δικό τους Θεό. Όσοι έχουν λάβει το χριστιανικό βάπτισμα ομολογούν αλήθειες και ζούν σύμφωνα με τα όσα ο Χριστός έχει διδάξει και διδάσκει σε όσους τον Πιστεύουν ως Θεό και άνθρωπο.
Ως χριστιανοί πιστεύουμε ότι η ζωή είναι ωραία και έχει νόημα μόνο κοντά στον Θεό. Όπως το ψάρι έγινε για να κολυμπάει και τα πουλιά για να πετούν έτσι και ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να ζεί με τον Θεό, να ενώνεται μαζί Του και έτσι να βρίσκεται και στην παρούσα και στην μέλλουσα ζωή. Φυσικά οιι χριστιανοί πιστεύουμε ότι ο Παράδεισος και η Κόλαση ξεκινούν από την παρούσα ζωή και συνεχίζεται στην ζωή μετά τον θάνατο. Στην Ορθοδοξία μας δεν μιλούμε για μέλλον μόνο αλλά και για ένα πραγματικό και δυναμικό παρών. Ως χριστιανοί πιστεύουμε ότι η ψυχή του ανθρώπου δεν χάνεται ποτέ αλλά υπάρχει και μετά τον θάνατο. Την ψυχή αυτή ο καθένας μας πρέπει να την φροντίζει, να την επιμελείται και να μην την αφήνει να πεινάει, να λιμοκτονεί. Να φροντίζει να είναι καθαρή και έτοιμη να συναντήσει τον Χριστό οποιαδήποτε στιγμή. Γιατί αυτό το ξεχνάμε; Γιατί αφήνουμε να μας οδηγούν τα πράγματα στον κόσμο; Γιατί δεν νοιαζόμαστε για την ψυχή μας;
Σε μια κατάσταση ανάστατη και άνευ νοήματος οδηγούν οι ρυθμοί της ζωής και εμείς σαν τα καραβάκια βρισκόμαστε στα μανιασμένα κύματα. Γιατί δεν ψάχνουμε απάγκιο; Έναν ασφαλή λιμένα;
῞Ενα από τα κύματα που μπορούν να χτυπήσουνα αυτό το κααβάκι της ψυχής μας είναι ο θάνατος και μάλιστα ο θάνατος του παιδιού μας, του αδελφού, του συζύγου, του φίλου μας. Ομολογουμένως μεγάλο κύμα αυτό, χτύπημα δυνατό! Τι κάνουμε αν αυτό συμβεί στο δικό μας σπιτικό; Να τα βάλω μα τον Θεό; Να πω γιατί Θεέ; Μα ο Θεός δεν έφτιαξε τον θάνατο! Το λέγει καθαρά η Αγία Γραφή, « Θεός θάνατον ουκ εποίησε».1 Τότε ποιός είναι η αιτία του θανάτου; Ο άνθρωπος! Ναί, ο άνθρωπος! Όταν οι πρωτόπλαστοι δοκίμασαν την αμαρτία εισήλθε ο θάνατος στην ζωή των ανθρώπων. Η παρακοή και συγκεκριμένα ο εγωισμός του ανθρώπου έφερε τον θάνατο στον κόσμο! Άρα ας μην λέμε όταν πονάμε «γιατί Θεέ;» αλλά «γιατί άνθρωπε;»
Καί αυτό που λένε ότι «ο Θεός αγάπησε το παιδί και το πήρε;» Όχι αδελφοί μου δεν ξέρουμε το σχέδιο για κάθε ψυχή, ας μην το λέμε έτσι.
Ο Θεός θέλει όλοι να ζούν και να χαίρονται την ζωή τους! Είναι Θεός της ζωής και της χαράς! Δεν θέλει να βασανίζονται οι γονείς και να κλαίνε στα φέρετρα των παιδιών τους. Δεν δημιούργησε έτσι την πλάση και τον άνθρωπο, ο θάνατος μπήκε σαν «φάλτσο» στην ζωή μας γι᾽αυτό πονάει. Καί όταν όμως έρθει επάνω μας το κύμα αυτό της απώλειας ανθρώπου, και μάλιστα νέου ανθρώπου ας προσπαθήσουμε να πάρουμε κουράγιο από τον Θεό μας και την Παναγία μας η οποία δέχθηκε στην καρδιά της ρομφαία, σπαθί κοφτερό!
Αλήθεια έχουμε σκεφθεί τη οδύνη της Παναγίας; Πρόκειται για διπλό μαρτύριο. Από την μια η αγωνία της λύτρωσης των ανθρώπων από τα πάθη και τις αμαρτίες και από την άλλη ως μοναδικός σωτήρας από την πτώση αυτή η θυσία του Υιού της. Αυτήν την μητέρα να παρακαλά η πονεμένη για τον θάνατο του παιδιού της μάνα. Σε εκείνη μπροστά να γονατίζει και να προσεύχεται. Να κλαίει αν νιώθει καλύτερα, να κλαίει και να μιλά στο παιδί της σαν να βρίσκεται παρών το παιδί της γιατί η ψυχή του όντως είναι παρούσα. Να μην ακούσει αυτούς που λένε ότι με το κλάμα της ότι βαραίνει την ψυχή του παιδιού της. Να κλάψει αλλά όχι και απαρηγόρητα. Να ζητά από τον Θεό την θεία παρηγορία και το έλεος Του. Όχι κατάθλιψη και ψυχοφάρμακα αλλά προσευχή και εμπιστοσύνη στο Θεό. Στην αρχή, τις πρώτες μέρες το γεγονός είναι νωπό και πολύ θλιβερό αλλά συν τω χρόνω και την προσέγγιση του Θεού η πληγή θα επουλώνεται χωρίς όμως να σβήσει ποτέ! Πάντα θα υπάρχει γιατί απλά δεν θέλουμε να ξεχνάμε τα αγαπημένα πρόσωπά μας, δεν πρέπει να τα ξεχνάμε!
Μιά μητέρα, ένα πατέρας, που το παιδί του αναχώρησε για τα αιώνια αφήνοντας τα μάταια, πρέπει να φροντίσει κατά το δυνατόν για την ψυχή του παιδιού του. Να κάνει ελεημοσύνες έστω και από το υστέρημα του, να ζητά από τους ιερείς να μνημονεύουν το όνομά του στην θεία λειτουργία, να τελούν τα τρισάγια και τα μνημόσυνα γιατί αυτά βοηθούν πολύ την ψυχή του κεκοιμημένου. Αλλά κυρίως να ζούν κοντά στον Θεό, να Τον αγαπούν. Να εξομολογούνται και να κοινωνούν το Σώμα Του και το Αίμα Του! Έτσι μας συμβουλεύει και μας προτρέπει ο Χριστός στην γνωστή παραβολή «του Πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου».1 Το πένθος μπορεί να γίνει μια αρχή προσδιορισμού όλης μας της ζωής! Να γίνει αφορμή για πνευματικό αγώνα, για ένωση του ανθρώπου με τον Θεό! Δεν θα ξεχάσω μια μάνα που σκοτώθηκε το μονάκριβο παιδί της την ημέρα που έλαβε το πτυχίο του, δεν θα ξεχάσω τον λόγο που μου είπε. « Πάτερ, όταν πέθανε το παιδί μου βλασφήμησα τον Θεό. Τον θεώρησα υπεύθυνο για την δυστυχία μου. Δεν ήθελα να ακούω γι᾽Αυτόν. Τότε ήταν που γνώρισα τον πνευματικό μου πατέρα. Με βοήθησε πολύ, μου μαλάκωσε την καρδιά, έσταξε βάλσαμο στην πληγωμένη και οργισμένη ψυχή μου!
Περνούσε ο καιρός και μια γλυκεία παρηγορία άρχισε να γεμίζει την ψυχή μου. Ένοιωσα ότι έχω να κάνω έργο στην ξεχασμένη από τις βιοτικές μέριμνες ψυχή μου! Το παιδί μου δεν θέλει να κλαίω αλλά να ζω για να βοηθώ τον διπλανό μου, να προσφέρομαι σε παιδιά ορφανά, σε ασθενείς και ανήμπορους ανθρώπους. Να συντροφεύω γέροντες και εγκατελειμμένους ανθρώπους. Έτσι συναντώ μέχρι και σήμερα το παιδί μου, μέσω από αυτές τις πράξεις. Το συναντώ και στην θεία λειτουργία όταν το μνημονεύει ιερέας. Καί στην προσευχή το συναντώ, νοιώθω την παρουσία του και αυτό με γλυκαίνει και με δυναμώνει! Έτσι θα ζω μέχρι να το συναντήσω και πάλι για να μην χαθούμε ποτέ! Νομίζω πως μπορώ να πω πλεόν « δόξα σοι ο Θεός», ναί αφού υπάρχει ανάσταση « δόξα σοι ο Θεός»! Δόξα σοι ο Θεός και στις χαρές και στις λύπες!»
Αγαπητέ μητέρα και πατέρα, αδελφέ και φίλε, αυτό θέλουν οι νεκροί μας από εμάς, αυτό θέλει και ο θεός!
Καλόν αγώνα, καλό κουράγιο!