Καθηγουμένη στο πολυφίλητο σέβασμα της γενέτειράς μας
[επιτάφια, πλην αναστάσιμα σημειώματα]
Του Μητροπολίτου Γουμενίσσης κ. Δημητρίου
Νοερά προσβλέπω στη σεβασμία μορφή της Γερόντισσας Ισιδώρας, Καθηγουμένης της Μονής του Οσίου Παταπίου Λουτρακίου, της ιδιαίτερής μου πατρίδας. Ενός Μοναστηριού που παραμένει για όλη την Κορινθία σημείο προσανατολισμού, και δι᾽ εμέ παρομοίως από τα παιδικά μου ακόμη χρόνια.
Με τα λόγια της καρδιάς μου θα ήθελα να κομίσω στο ξόδι της λουλούδια σεβασμού και τιμής, μαζί με τις επισκοπικές μου συνευλογίες στις πολύτιμες ευχές του οικείου Μητροπολίτου κ. Διονυσίου και στους δακρυρρόους ψελισμούς των Ψαλμών από των πνευματικών της παιδιών των και συναθλητριών της επί χρόνους ικανούς.
Το ξέρω πως οι Μοναχοί κηδευόμενοι και ενθαπτόμενοι δεν ωραίζονται με ανθούς· αρκεί το μοναχικό σχήμα, σχήμα σταυροναστάσιμο. Παρά ταύτα, αναδεύοντας τις πρωτοεφηβικές μου αναμνήσεις, θα προσκομίσω στο χρονικό της μεταίχμιο από των επιγείων προς τα επουράνια, όσα εκ πεποιθήσεως εκείνη δεν επέτρεψε να της προσείπουν επί γης. Προσκυνητής παιδιόθεν του αφθάρτου Οσίου, την γνώριζα από το 1961, όπως και άλλες μοναχές από όσες συνανέβησαν στα Γεράνεια, για να παραλάβουν με ανδρείο φρόνημα την σκυτάλη του άλλοτε ανδρώου ησυχαστικού μοναχισμού.
Υπό το όνομα Ισίδωρος η Εκκλησία μας τιμά τον ομώνυμο Χιώτη Μάρτυρα του 3ου αιώνα, τον φερώνυμο Ασκητή του 4ου αιώνα τον πραύν και δακρύοντα και ακτήμονα, και τέλος τον Πηλουσιώτη Πατέρα του Μοναχισμού και της Εκκλησίας με τις αναρίθμητες επιστολές. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλοι στο φως του Χριστού μας, αγνοούμενοι των δικών μας ομμάτων!
Υπό το όνομα Ισιδώρα τιμάται την 1η Μαίου μία Οσία άνευ υπομνήματος, την δε 17η Οκτωβρίου σημειούται και μία Μάρτυς άγνωστη στους Συναξαριστές (Ευστρατιάδου, Αγιολόγιον, 225· βλ. ΘΗΕ σχετικό λήμμα). Το Συναξάρι μνημονεύει επιπλέον και άλλη μίαν Οσία, διά Χριστόν σαλή. Πόσες άλλες Μάρτυρες ή Οσίες ή Δίκαιες φέρουσαι το όνομα Ισιδώρα θα ευαρέστησαν στον Παντεπόπτη και Καρδιογνώστη και Σωτήρα! Εκείνος μόνος γνωρίζει. Είναι άλλο ένα από τα κεκρυμμένα μυστήρια της δεσποτείας Του. Αφανείς Αγίες, Οσίες, Μάρτυρες, Δίκαιες που τίμησαν το πρώτο σωτηριώδες μυστήριο είτε το δεύτερο εν μετανοία βάπτισμα.
Ο κόσμος και η εποχή μας διψά με φιλοπερίεργη “δημοσιογραφική” διάθεση πρόσβασης στα προσωπικά δεδομένα, στην κρυφή-βαθειά “εικόνα” του καθενός. Βιάζεται με αναίδεια όχι μόνο να εισδύσει, αλλά και να καταπατήσει καρδιές, κι ας έχουν θεόπλαστες το μοναδικό δώρο να είναι ανοικτές και θεατές στο Δημιουργό, στον υπομονετικό Προνοητή, στον αναμένοντα Σωτήρα, στον εσχατολογικό Κριτή της θεομιμησίας ή μη! Παρά ταύτα, ο κόσμος μας καθ᾽ έκαστον δεν επιθυμεί να θεάται τον εαυτό του, τουτέστιν την ύπαρξή του κατενώπιον του Ζώντος Θεού. Ο κόσμος μας προτιμά να διερευνά τους άλλους. Ο κόσμος μας ―το και χειρότερο― αποφεύγει να προσφεύγει στην εν συντριβή επιπόθηση του μόνου Φωτός, γιαυτό και ούτε αναζητεί το πως, ούτε λαχταρά το πότε, ούτε αδημονεί για την τυφλή αθεότητα της καρδιάς του.
***
Δοξολογούμε πάντως τον Δημιουργό και Σωτήρα και Παντευεργέτη, τον έρωτα των καρδιών μας, διότι δεν έπαυσαν ούτε και θα παύσουν να υπάρχουν ρωμαλέες συνειδήσεις στην Ανθρωπότητα, που τον Θεόν επιποθούν, τον Θεόν προσεγγίζουν, τον Θεόν οικειούνται, και ο Θεός τις οικειούται χάρη και στη δική τους εθελότητα, μέσα στο άγιο μυστήριο της Εκκλησίας.
Δοξολογούμε τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή μας Κύριο Ιησού Χριστό, τον Όντα, τον Προόντα και αεί Όντα, διότι δεν μας αφήνει δίχως ανθρώπους μετόχους κατά χάριν της δεδωρημένης αειζωίας Του, μέλη τίμια της Εκκλησίας Του.
Στην κυριολεκτούμενη παγκόσμια πτώχευση των αυτεξορίστων από της ενθεωμένης ζωής, στην κυριολεκτούμενη πτώχευση από της εγχριστώσεως, αυτοί οι άνθρωποι οι δυνάμει και ενεργεία εκκλησιασμένοι και κατά τούτο εγχριστωμένοι, είτε με την βροντόφωνη σιωπή της παρουσίας τους, είτε με τον ευλογημένο εργο-λόγο της ιεραποστόλου ζωής τους, δεν παύουν να φέρουν και να μας δείχνουν τόσον εγγύς τον “προσγειωμένο ουρανό” της θείας χάριτος.
Κοντά τους, είτε μας ομιλούν είτε δεν μας ομιλούν, πάντως μας προσομιλούν ως άνθρωποι του Θεού, νιώθουμε την παρουσία του ενανθρωπισμένου Λόγου του Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Μαθαίνουμε κοντά τους το όντως γενετικό μας πρωτο-κλάμα “έγγισον ημίν, έγγισον ο πανταχού”. Χάρη στο θεόζηλο γνωμικό τους θέλημα, που εναγκαλίζεται συνεχώς τους βηματισμούς του Θεού στην πανανθρώπινη ιστορία, από δίπλα στον καθένα μας. Καί έτσι προσδέχεται προσωπικά τη γιατρειά για το ιδιοτελές πανανθρώπινο φυσικό θέλημα.
***
Ένα τέτοιο πρόσωπο απωλέσαμε από των επιγείων, έστω κι αν μας αφήνει εκεί στα Γεράνεια το κοινόν όφλημα, να λιώνει μέσα στο λιτό της σταυροτίμητο μνήμα, στο βουνό της σταυρικής ασκήσεώς της, “προσδοκώντας ανάστασιν νεκρών και (ενσώματη) ζωήν του μέλλοντος αιώνος”.
Ένα τέτοιο πρόσωπο απωλέσαμε από των αθλητών της επιγείου αθλήσεώς μας, έστω κι αν, πορευομένη στα επέκεινα, θα μας προσφέρει πλέον αφθονότερη τη στοργή των φιλαδέλφων προσευχών της.
Ένα τέτοιο πρόσωπο προπέμπεται στην ηδύλαλη αιωνιότητα των απαύστων θεολατρευτών, των απαύστων θεατών της θείας λαμπρότητος του Αθεάτου και Μεθεκτού στο πρόσωπο του Κυρίου μας. Η αιωνιότητα δεν είναι τέλος, αλλά “ατέλειωτο τέλος”, δώρο χαράς που δεν κορέννυται, δώρο ζωής που δεν περαιούται, δώρο αγάπης που δεν συστέλλεται, αλλά περιχωρείται (και έτσι περιχωρεί) τον Μεγάλο Θεό και Σωτήρα μας.
Ένα τέτοιο πρόσωπο μας προσκαλεί με το ξόδι της στην έκπληξη της αιωνικής πανηγύρεως, στη μέθεξη της Ακτίστου Εκκλησίας της Αγίας Τριάδος, όπως μας την προσέφερε ο Ένας της Τριάδος σαρκωμένος, σταυρωμένος και αναστημένος και αναληφθείς στους ακτίστους ουρανούς της Τριαδικής αιδιότητος και αυτοζωής.
Ήταν αρχόντισσα του μοναχικού ήθους, όπως θέλησε να το εμβιώσει και να το διδάξει επί δεκαετίες και δεκαετίες στην σεμνοπρεπή Αδελφότητα των Μοναζουσών, των μετ᾽ αυτής συννυμφών του ελθόντος και ερχομένου Νυμφίου Χριστού.
Αν γύρευες να μάθεις το μάθημα της απλότητας, της ταπεινότητας, της προσευχητικής και σεμνοπρεπούς αφάνειας, της ασκητικής αυταπαρνήσεως, και προσανέβαινες στον Όσιο, και μόνη η παρούσα “απουσία” της Ηγουμένης ήταν αρκετή να το διδαχθείς. Χάρη σ᾽ εκείνην, σωστή μαθήτρια του γέροντος Νεκταρίου, μέσα στο Καθολικό της Μονής και στους επισκέψιμους χώρους της αυλής και του Αρχονταρικίου, το ζούσες πως αυτό το ήθος προσκόμιζαν όλες και κυρίως εκείνη, λιβάνι “αγνό” χωρίς προσποίηση ως θυμίαμα κατενώπιον του Σωτήρος. Ούτε που καταλάβαινες ποιά ήταν η Ηγουμένη, εκτός κι αν σού την έδειχναν οι άλλες Μοναχές, αν την ζητούσες.
Κι από κοντά, κάτω από τη διακριτική ευλογία της και τις μητρικές οδηγίες της, η παραδοσιακή φιλοξενία των προσκυνητών, από όσα περισσεύουν στην ολιγάρκεια του πτωχού αυτού Μοναστηριού, και το εξίσου σπουδαίο και αξιοσημείωτο η απόφαση της διακονίας των γυναικών, το Γηροκομείο. Όλα έκφραση της οδού της διττής αγάπης προς τον Θεό (της καθαρτικής, φωτιστικής και ενθεωτικής) και προς τον άνθρωπο (της εγχριστωμένης), στην οποία αρχήθεν ο Θεός θέλησε να μυήσει τους ανθρώπους.
Στάθηκε ανθρώπινη, όπως θέλει την ανθρωπινότητα ο ενανθρωπισμένος Θεός μας, και στη δική μου πορεία της ζωής, σε κρίσιμους σταθμούς. Μού συμπαραστάθηκε, όταν εκεί στη Λάρισα δοκιμαζόταν η αντοχή της σταυρώσιμης πορείας μου, με τη δημόσια (δια)μαρτυρία της Μονής. Καί όταν πολύ αργότερα χρειάστηκε να υποδεχθεί την πάσχουσα κατά σάρκα μητέρα μου Ιωάννα στη φιλόξενη παρά ταύτα αγκαλιά των Μοναζουσών της χριστοφιλήτου απολύτου αποταγής. Αληθινή εκκλησιαστικότητα.
Μέσα στην απολυτότητα της Χριστολατρείας και της ασκητικής Χριστομιμησίας, η αφανής ταπεινότητα (πόσο δύσκολο για το γυναικείο ψυχισμό!) και η αφανής-διακριτική θυσιαστική αγάπη (πόσο δύσκολο για την γυναικεία συναισθηματική πληθωρικότητα!). Σ᾽ αυτά τα δύο, προς Θεόν και προς τον συνάνθρωπο, στάθηκε αποφασιστική και φάνηκε διά βίου δόκιμη η αοίδιμη Γερόντισσα Ισιδώρα. Κι έτσι πορεύθηκε ακλινής από τους πρώτους Μακαρισμούς των Ευαγγελίων ως τον ύστατο Μακαρισμό της Αποκαλύψεως. Όπως θέλουμε να το πιστεύουμε και δεόμεθα μαζί με την ευλογημένη Συνοδεία που απορφανίσθηκε.
Τα πλείστα πλήρως τα γνωρίζει ο εμπνευστής και φύλακάς της Άγγελος ο αθέατος, μαζί με τον θεατό αφθαρτισμένο Όσιο Άγγελο της Μονής. Τα πάμπλειστα τα γνωρίζει Εκείνος που θέλει και υποστασιάζει εν χρόνω την ύπαρξή μας, ο ισοβίως Λατρευτός της καρδιάς της, ο αιωνίως Σωτήρας της ψυχής της, “ο Αγαπήσας τους αυτεξουσίως και εθελουσίως ιδίους εις τέλος”.
Μακαρίζω τις ευλογημένες οσιοσύλλεκτες Αδελφές της καλιάς των Γερανείων που προσδέχθηκαν την ευλογία του Χριστού μας διά των ευχών της μοναχής Ισιδώρας και, τελευταία, διακονώντας την επί μακρόν στην υπομονή των κόπων και πόνων της.
Ο Θεός του οσίου Παταπίου και όσων τελειώθηκαν πάλαι τε και μέχρις εσχάτων ας είναι η δική της αναστάσιμη ευφροσύνη και άπαυστη ανάπαυση. Κι ας δώσει στην απορφανισμένη Αδελφότητα αντάξια διάδοχο της απελθούσης Γερόντισσας Ισιδώρας.
†ο Γουμενίσσης Δημήτριος
συνευχέτης του οικείου Ποιμενάρχου
και αγαπητού εν Χριστώ Αδελφού