Ρεπορτάζ για το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας: Μάκης Αδαμόπουλος
Επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών αναγορεύθηκε χθες ο Πατριάρχης των Αρμενίων του Μεγάλου Οίκου της Κιλικίας κ. Αράμ Α΄.
Η εκδήλωση αναγόρευσης πραγματοποιήθηκε στη Μεγάλη Αίθουσα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Πατριάρχη υποδέχτηκε ο Πρύτανης κ. Θεόδωρος Φορτσάκης και ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας, Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος. Στην εκδήλωση παρέστησαν ο Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αρχιμανδρίτης Συμεών Βολιώτης, ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, οι Μητροπολίτες Μαραθώνος κ Μελίτων, ως εκπρόσωπος της Συνόδου, Νέας Σμύρνης κ. Συμεών, Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης κ. Παύλος, ο Επίσκοπος Διαυλείας κ. Γαβριήλ, Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής επί των Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Σωτηριάδης, πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, κληρικοί και λαϊκοί.
Χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής κ. Θεόδωρος Φορτσάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στο πρόσωπο του Πατριάρχη των Αρμενίων λέγοντας πως “διακρίνεται για την πιστότητά του στην παράδοση της Εκκλησίας ανοικτότητά του προς τον εκάστοτε και εκασταχού “άλλον”, είτε ετερόδοξο, είτε αλλόθρησκο, είτε άθεο. Ο διάλογος είναι το πρώτιστο άθλημά του στο οποίο έχει πρωταγωνιστήσει διεθνώς επί σειρά δεκαετιών και γι’ αυτό έχει καταξιωθεί ως ηγετική φυσιογνωμία του χριστιανισμού στην Μέση Ανατολή, καθώς και στην Οικουμενική Κίνηση, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και τον Διαχριστιανικό διάλογο”.
Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, ως Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας παρουσίασε το έργο του τιμωμένου. Συγκεκριμένα ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας χαρακτήρισε την αναγόρευση του Πατριάρχη των Αρμενίων σε Επίτιμο Διδάκτορα, ιδιαίτερη τιμή για το τμήμα Θεολογίας, διότι πρόκειται για “ένα εκκλησιαστικό πρόσωπο, όπου συναντώνται η πίστη στο Χριστό, η αγάπη στο Γένος, ο αγώνας για την επιβίωση του Αρμενικού λαού και ο διάλογος για τη συνύπαρξη των λαών, των πολιτισμών και των θρησκειών”. Μίλησε για τη ζωή του, τις σπουδές του, το έργο του λέγοντας πως “αναδιοργάνωσε το έργο της Εκκλησίας, ιδίως στους τομείς της θεολογικής κατάρτισης και της Χριστιανικής παιδείας, των δημοσιεύσεων, ανακοινώσεων, πολιτιστικών δραστηριοτήτων, της νεολαίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης, καθώς και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
Αναφέρθηκε, επίσης, στην ποιμαντική, κοινωνική και εθνική του δράση, υπογραμμίζοντας πως “προσπάθησε να ενισχύσει και τις οικουμενικές σχέσεις και συνεργασίες της Εκκλησίας του με όλους τους Διεθνείς Διεκκλησιαστικούς, Διαχριστιανικούς και Διαθρησκειακούς Οργανισμούς, με την διοργάνωση διεθνών διαχριστιανικών και διαθρησκειακών συναντήσεων και με τις συναντήσεις του με τους Προκαθημένους Εκκλησιών και Αρχηγών Κρατών και Διεθνών Οργανισμών”.
Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας έκανε αναφορά και στις θέσεις του Πατριάρχη των Αρμενίων για τη Μέση Ανατολή και την παρουσία των Χριστιανών.
Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας ανέγνωσε τα κείμενα του Ψηφίσματος του Τμήματος, της Αναγόρευσης και του Διδακτορικού Διπλώματος. Ακολούθησε η περιένδυση του τιμωμένου με την τήβεννο της Σχολής από τον Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής, καθηγητή κύριο Μάριο Μπέγζο και στη συνέχεια η ομιλία του Πατριάρχη με θέμα “Προκλήσεις για τις Εκκλησίες στη Μέση Ανατολή”.
Ο Πατριάρχης μεταξύ άλλων στην ομιλία του ανέφερε: “Η Χριστιανική παρουσία στη Μέση Ανατολή αποτελεί μια διαρκή έγνοια για τις Εκκλησίες. Σε αυτήν την κρίσιμη καμπή της ιστορίας της Μέσης Ανατολής, το μέλλον του Χριστιανισμού έχει γίνει καθημερινή και υπαρξιακή αγωνία για τις Εκκλησίες. Αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της περιοχής, οι Εκκλησίες καλούνται να πάρουν θέση στο αναδυόμενο κοινωνικοπολιτικό τοπίο και να επανεξετάσουν τις προτεραιότητές τους”. Παρουσίασε με συντομία τις σημαντικότερες πλευρές του διπλού καθήκοντος, το οποίο οι Εκκλησίες καλούνται να λάβουν υπόψη πολύ σοβαρά, όπως είπε, και ανέφερε ότι “οι Χριστιανοί θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στην πορεία μετασχηματισμού. Να διεκδικούν τα νόμιμα δικαιώματά τους”. Εξήγησε, μάλιστα πως “στις μουσουλμανικές χώρες τα δικαιώματα των χριστιανών δεν είναι πλήρως σεβαστά. Μολονότι οι χριστιανοί έχουν συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία της Αραβικής αναγέννησης και της εθνικής αυτοσυνειδησίας, δεν έγιναν πλήρως αποδεκτοί στην πολιτική ζωή της χώρας, με μόνη εξαίρεση στο Λίβανο, όπου το πολιτικό σύστημα έχει κοινοτική βάση”. Προσέθεσε, επίσης, πως “οι χριστιανοί θα πρέπει να διευρύνουν τη συνεργασία τους με τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ, ενώ επεσήμανε πως προτεραιότητα των Εκκλησιών στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εντάσεων και συγκρούσεων που αντιμετωπίζει η Μέση Ανατολή είναι ότι “οι χριστιανοί καλούνται να παραμείνουν στη Μέση Ανατολή. Η χριστιανική ενότητα να γίνει πιο ορατή, οι Εκκλησίες να ξεκινήσουν μια πορεία ανανέωσης και η χριστιανική εκπαίδευση να αποτελέσει πρώτη προτεραιότητα”.
“Οπωσδήποτε, όλα αυτά δεν είναι εύκολα ζητήματα, για να αντιμετωπίσει κανείς”, είπε ο Πατριάρχης και συνέχισε: “ζούμε σε έκτακτες και ιδιόμορφες συνθήκες που απαιτούν άμεση και σοβαρή αντίδραση από τις Εκκλησίες”. Ολοκληρώνοντας την ομιλία του τόνισε χαρακτηριστικά: “Χωρίς τους χριστιανούς, η Μέση Ανατολή θα χάσει το μοναδικό χαρακτήρα της ως τόπος συμβίωσης θρησκειών, παραδόσεων και πολιτισμών. Το μέλλον του Χριστιανισμού στη Μέση Ανατολή διασφαλίζεται όταν τα κράτη και οι κοινωνίες της περιοχής οικοδομούνται στη βάση του πλουραλισμού, της ισότητας και της ελευθερίας και όταν η συνύπαρξη των θρησκευτικών, ομολογιακών, εθνοτικών και πολιτιστικών διαφοροποιήσεων μετασχηματίζεται σε κοινωνίες στις οποίες αυτές οι διαφοροποιήσεις ενσωματώνονται στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, του σεβασμού και της ανεκτικότητας”.