α’. Για το θάνατο
1. Ο Γέροντας Φιλόθεος έλεγε ότι ο άνθρωπος στην παρούσα ζωή περνάει από πολλές δυσκολίες, τις όποιες πρέπει να αντιμετωπίζει με πίστη στο Θεό. Ειδικότερα τόνιζε: «Ή παρούσα πρόσκαιρη ζωή μοιάζει με θάλασσα και εμείς οι άνθρωποι είμαστε πλοιάρια. Και όπως τα πλοία πού ταξιδεύουν στη θάλασσα δεν συναντούν μόνο γαλήνη αλλά πολλές φορές συναντούν ισχυρούς ανέμους και μεγάλες τρικυμίες και κινδυνεύουν, έτσι και εμείς, οι όποιοι ταξιδεύουμε στη θάλασσα της πρόσκαιρης ζωής, συναντούμε πολλές φορές ισχυρούς ανέμους, και μεγάλες τρικυμίες, σκάνδαλα, πειρασμούς, ασθένειες, θλίψεις, στενοχώριες, διωγμούς και διάφορους κινδύνους.
Δεν πρέπει όμως να δειλιάζουμε. Να έχουμε θάρρος, ανδρεία, πίστη. Και αν ως άνθρωποι ολιγόψυχοι και ολιγόπιστοι δειλιάσουμε στους κινδύνους, να φωνάξουμε στο Χριστό όπως ό Πέτρος και εκείνος θα απλώσει το χέρι του και θα μας βοηθήσει».
2. Οι Γέροντες αντιμετώπιζαν το θάνατο με γενναιότητα και βαθιά πίστη στην αιώνια ζωή. Ενδιαφέροντα τα όσα έλεγε παραβολικά ο Γέροντας Γεώργιος, καθώς αισθανόταν ότι το τέλος της επίγειας ζωής του ήταν πολύ κοντά: «Πρέπει να φύγω. Είναι θέλημα Θεού και πρέπει να φύγω, γιατί η αμαρτία προχώρησε πολύ. Μέσα στο βούρκο της αμαρτίας κυλιέται ο κόσμος και δεν το καταλαβαίνει. Και αυτά έμενα με κουράζουν. Πρέπει να φύγω. Εκείνο πού λυπάμαι όμως είναι τα δέντρα πού φύτεψα στο περιβόλι, γιατί είναι ακόμα μικρά και αδύνατα. Δεν πρόλαβαν να μεστώσουν, να γίνουν δέντρα με γερό κορμό και με τον πρώτο αέρα θα λυγίσουν». «Έκανα ένα κοπάδι πρόβατα και είμαι τσοπάνος και φροντίζω τα πρόβατα μου να είναι όπως εγώ τα θέλω. Όταν όμως θα φύγω, το κοπάδι μου θα σκορπίσει. Θα μείνουν βέβαια πρόβατα στη μάντρα μου, αλλά πολλά θα φύγουν και θα ταλαντεύονται εδώ και εκεί. Θα έρθουν και ξένα πρόβατα στη μάντρα μου και θα διδαχτούν από τα πιστά μου πρόβατα και δεν θα λυγίσουν με κανένα τρόπο». Και άλλοτε έλεγε σε πνευματικά του τέκνα: «Μη στενοχωριέστε, γιατί όλοι θα φύγουμε από εδώ. Περαστικοί διαβάτες είμαστε. Εδώ ήρθαμε για να δείξουμε τα έργα μας και να φύγουμε».
3. Για τη μνήμη του θανάτου, ό Γέροντας Δανιήλ έλεγε: «Όταν θυμάμαι το θάνατο, πατώ την αλαζονεία μου, κατανοώ ότι δεν είμαι τίποτα, συναισθάνομαι ότι ό πλούτος, η τιμή και η φθαρτή φαντασία είναι μάταια και ανωφελή και μόνο η ταπεινή επίγνωση του εαυτού μου και ή αγάπη του πλησίον μου και τα παραπλήσια με αυτά καλά μπορούν να με βοηθήσουν κατά την ώρα της εξόδου μου. Όταν όμως αποχαιρετήσω τη μνήμη του θανάτου, τότε και το λογιστικό και το επιθυμητικό και το θυμικό της ψυχής μου γεμίζουν με ξένους και αντίξοους λογισμούς και γίνομαι χλεύη ανθρώπων και δαιμόνων».
4. Σε ερώτηση κάποιας γυναίκας αν είναι αμαρτία η επιθυμία του θανάτου, ό Γέροντας Ιωήλ απάντησε: «Αν επιθυμείς να πεθάνεις για να απαλλαγείς από τα βάσανα, βέβαια είναι αμαρτία, διότι είναι σαν να γογγύζεις κατά του Θεού πού επιτρέπει τα βάσανα σου. Αν όμως επιθυμείς να πεθάνεις για να μην αμαρτάνεις και λυπείς με τις αμαρτίες σου το Θεό, αυτό δεν είναι καθόλου αμαρτία. Αν πάλι επιθυμείς να πεθάνεις, διότι δεν αντέχεις το χωρισμό σου από το Θεό και θέλεις να μεταβείς το συντομότερο κοντά του, τότε η επιθυμία σου αυτή είναι τρισευλογημένη».
5. Ρώτησαν το Γέροντα Επιφάνιο αν φοβάται το θάνατο και εκείνος απάντησε: «Το θάνατο δεν τον φοβάμαι, όχι βέβαια ένεκα των έργων μου, αλλά επειδή πιστεύω στο έλεος του Θεού».
6. Έλεγε ό Γέροντας Αμφιλοχίας: «Με τη χάρη του Θεού ο άνθρωπος πετυχαίνει την πνευματική του ανύψωση, μεταμορφώνεται, γίνεται άλλος άνθρωπος, του φεύγει ό φόβος. Δεν φοβάται το θάνατο και τούτη τη ζωή, όσο καλή και αν φαίνεται, τη θεωρεί σκλαβιά».
β’. Για την ψυχή
1. Ό Γέροντας Πορφύριος είχε παρακολουθήσει μερικά μαθήματα ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο, για να του λυθεί ή απορία, πώς είναι δυνατό να υπάρχουν ψυχίατροι πού δεν πιστεύουν στην ύπαρξη της ψυχής. Και συμπέρανε: «Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι μοιάζουν με τον τυφλό, πού με την αφή προσπαθεί να καταλάβει τα πράγματα πού βρίσκονται γύρω του. Ή ψυχή είναι πολύ βαθιά και μόνο ό Θεός τη γνωρίζει».
2. Για την αξία της ψυχής, ο Γέροντας Ιωήλ έλεγε: «Η αξία της ψυχής είναι άπειρη. Και είναι προφανές τούτο. Όταν θέλουμε να καθαρίσουμε ένα ύφασμα, ποτέ δεν θα χρησιμοποιήσουμε σαπούνι ακριβότερο από το ύφασμα. Το σαπούνι πού θα χρησιμοποιήσουμε θα είναι φθηνότερο από το ύφασμα ή, το πολύ – πολύ, ίσης αξίας. Με τι πλύθηκε και καθαρίστηκε η ανθρώπινη ψυχή; Με το αίμα του Κυρίου! πόση είναι η αξία του αίματος του Κυρίου; Άπειρη! Άρα άπειρη πρέπει να είναι και η αξία της ανθρώπινης ψυχής πού καθαρίστηκε με αυτό».
γ’. Η φιλαργυρία
1. Για τους ανθρώπους πού είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά, ό Γέροντας Παίσιος τόνιζε: «Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Ο τσιγκούνης πάλι, πού αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη. Για να θεραπευθεί θα πρέπει να επισκεφθεί δυστυχισμένους ανθρώπους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά — σιγά το χέρι του, και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του Παραδείσου».
2. Ό Γέροντας Πορφύριος έλεγε: «Το αν θα πάμε στον Παράδεισο ή στην κόλαση, δεν εξαρτάται από το αν έχουμε λίγα ή πολλά χρήματα, αλλά από τον τρόπο πού θα χρησιμοποιήσουμε αυτά πού έχουμε. Τα χρήματα, τα κτήματα και όλα τα υλικά αγαθά δεν είναι δικά μας, του Θεού είναι, εμείς έχουμε μόνο τη διαχείριση τους. Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Θεός θα μας ζητήσει λογαριασμό και για την τελευταία δραχμή μας, αν τη διαθέσαμε σύμφωνα με το θέλημα του ή όχι».
δ’. Οι σύγχρονοι άνθρωποι
1. «Οι άνθρωποι σήμερα, έλεγε ο Γέροντας Φιλόθεος, είναι ακράτητοι. Λαός και κλήρος, σαν αχαλίνωτα αλόγα, τρέχουν στην αμαρτία. Δεν συλλογίζονται το Θεό, το θάνατο, την κρίση, την ανταπόδοση, τίποτα – τίποτα, μόνο για την ύλη ενδιαφέρονται, για το σώμα, για τις ηδονές, για τις τιμές. Πολύ λίγοι είναι εκείνοι πού έχουν αληθινά ενδιαφέροντα και ίσως για χάρη αυτών των λίγων κρατάει ο Θεός τον κόσμο».
2. Ο Γέροντας Π αίσιος έλεγε: «Όσοι αναπαύονται μέσα στον υλικό κόσμο και δεν ανησυχούν για τη σωτηρία της ψυχής τους, μοιάζουν με τα ανόητα πουλάκια πού δεν θορυβούν μέσα στο αυγό, για να σπάσουν το τσόφλι, να βγουν έξω να χαρούν τον ήλιο — το ουράνιο πέταγμα στην παραδεισένια ζωή – αλλά παραμένουν ακίνητα και πεθαίνουν μέσα στο τσόφλι του αυγού».
3. «Οι κοσμικοί άνθρωποι με κουράζουν, έλεγε ό Γέροντας Αμφιλόχιος, γιατί όσα έχουν μέσα τους αποθηκευμένα, έρχονται πάνω μου σαν ηλεκτρικά κύματα».
4. Έλεγε ό Γέροντας Πορφύριος: «Σήμερα οι άνθρωποι ζητούν να τους αγαπήσουν και γι’ αυτό αποτυγχάνουν. Το σωστό είναι να μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς το Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή».
5. Για τους σημερινούς ανθρώπους, ο Γέροντας της Δράμας Γεώργιος έλεγε: «Ο κόσμος έχει φύγει από την αθωότητα και την καλοσύνη. Κάθε μέρα φροντίζει να βαδίζει προς το κακό. Όσο περνούν τα χρόνια, βαδίζει στην καταστροφή και ο Θεός δεν το θέλει αυτό».
6. Για την ευγένεια των ανθρώπων της εποχής μας, ο Γέροντας Π αίσιος υπογράμμιζε: «Κάνει πολύ κακό η κοσμική ευγένεια πού υποκρίνεται, γιατί ξεγελιέται κανείς και ανοίγει την καρδιά του στον κοσμικό άνθρωπο και τελικά χαραμίζει την ευλάβεια του, γιατί εκείνος δεν ξέρει τι θα πει ευλάβεια. Είναι σαν να δίνει χρυσές λίρες σε ανθρώπους πού ξέρουν μόνο τις μπρούντζινες δραχμές».
7. Ό Γέροντας Φιλόθεος έλεγε: «Οι χριστιανοί διαιρούνται σε δύο τάξεις. Είναι οι αγράμματοι και οι εγγράμματοι. Οι περισσότεροι αγράμματοι είναι άπιστοι, δεν γνωρίζουν ότι υπάρχει Θεός, τι είναι ο Θεός και τι είναι η πίστη. Μαθαίνουν όμως τόσα παραμύθια, τόσα άσεμνα τραγούδια, τόσους χορούς! Οι περισσότεροι εγγράμματοι είναι τελείως άπιστοι. Έκτος από λίγες εξαιρέσεις, οι περισσότεροι είναι κούτσουρα! Ποτέ τους δεν προσεύχονται και ντρέπονται να κάνουν το σταυρό τους».
ε’. Για την Ορθοδοξία
1. Έλεγε ό Γέροντας Πορφύριος: «Η αλήθεια είναι στην Ορθοδοξία. Εγώ την έχω ζήσει και την ξέρω με τη χάρη του Θεού. Υπάρχουν πολλά φώτα πού βλέπει κανείς και εντυπωσιάζεται, μα ένα είναι το αληθινό φως».
2. Τη δυσάρεστη κατάσταση πού υπάρχει στην Εκκλησία μας, ο Γέροντας Παΐσιος την περιέγραφε ως έξης: «Δυστυχώς στην εποχή μας έχουμε πολλούς πού ταράσσουν τη μητέρα Εκκλησία. Όσοι από αυτούς είναι μορφωμένοι, έπιασαν το δόγμα με το μυαλό και όχι με το πνεύμα των άγιων Πατέρων. Οι δε άλλοι πού είναι αγράμματοι, έπιασαν το δόγμα με τα δόντια, γι’ αυτό και τρίζουν τα δόντια, όταν συζητούν εκκλησιαστικά θέματα και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη ζημιά από αυτούς στην Εκκλησία παρά από τους πολέμιους πού είναι εκτός».
στ’. Αντιμετώπιση αιρετικών
1. Για την αντιμετώπιση των Ιεχωβάδων, ο Γέροντας Πορφύριος τόνιζε: «Ταλαίπωροι είναι οι ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά και ό Θεός να τους ελεήσει. Μερικοί χριστιανοί αγανακτούν από αυτούς, άλλοι πάλι τσακώνονται μαζί τους και τους βρίζουν και άλλοι τους καταδιώκουν στα δικαστήρια. Όμως δεν καταπολεμείται έτσι ό χιλιασμός. Μόνο όταν αγιασθούμε εμείς, καταπολεμείται».
2. Ο Γέροντας Παΐσιος έλεγε: «Αυτό πού επιβάλλεται σε κάθε ορθόδοξο είναι να βάζει την καλή ανησυχία στους ετεροδόξους, να καταλάβουν δηλαδή ότι βρίσκονται σε πλάνη για να μην αναπαύουν ψεύτικα το λογισμό τους και στερηθούν και σ’ αυτήν τη ζωή τις πλούσιες ευλογίες της Ορθοδοξίας και στην άλλη ζωή στερηθούν τις περισσότερες και αιώνιες ευλογίες του Θεού».
3. «Για να αναιρεθούν όλες οι ανοησίες πού γράφονται κατά του χριστιανισμού, έλεγε ο Γέροντας Επιφάνιος, θα πρέπει να ήσαν τα βουνά μυαλά, τα δέντρα κονδυλοφόροι, ή θάλασσα μελάνη και οι κάμποι χαρτί».
ζ’. Για τη φύση
1. «Όταν πήγα στο μοναστήρι, διηγούνταν ο Γέροντας Ιάκωβος, λόγω παλαιοτέρας πυρκαγιάς, τα γύρω βουνά ήταν γυμνά και μόνο λίγα πεύκα και έλατα υπήρχαν. Καθώς λοιπόν πήγαινα στις διάφορες διακονίες, είχα στην τσέπη μου σπόρους από κουκουνάρια των πεύκων και τους έσπερνα σ’ όλη την περιοχή. Έκανα και προσευχή να διαφυλάσσεται το δάσος, κυρίως από τις πυρκαγιές, οι όποιες έχουν ως αιτία και τον φθόνο του διαβόλου, πού βάζει τα όργανα του να καταστρέφουν τα δάση».
2. Ό Γέροντας Αμφιλόχιος έλεγε: «Όποιος φυτεύει δέντρο, φυτεύει ελπίδα, ειρήνη, αγάπη και έχει τις ευλογίες του Θεού».
3. Αξιοπρόσεκτη η προφητεία του Γέροντα Γεωργίου: «Θα έρθει εποχή πού θα πλησιάζετε τα δέντρα και δεν θα μπορείτε να φάτε φρούτα».
η’. Η σημερινή Ελλάδα
1. Ο Γέροντας Επιφάνιος έλεγε: «Πονώ και αγωνιώ για την πορεία του ελληνικού Έθνους, το όποιο συνεχώς αφελληνίζεται, αποχριστιανίζεται, αποχρωματίζεται, αποκόπτεται από τις ρίζες του και χάνει τα στοιχεία της ταυτότητας του».
2. «Η χώρα μας, έλεγε ο Γέροντας Αμφιλόχιος, είναι σκεπασμένη με τους πάγους του υλισμού και της αθεΐας και καλούμαστε όλοι να συμβάλουμε στη διάλυση τους. Μόνο όταν φύγουν οι πάγοι αυτοί, θα μπορέσουμε να βρούμε και να χαρούμε ξανά τη γη εκείνη την πραγματική, την όποια καλλιέργησαν αποστολικά άροτρα και την πότισαν αίματα Μαρτύρων και ιδρώτες Όσιων. Τότε μόνο ο νοητός ήλιος θα θερμάνει την ελληνική γη και αμέσως θα βλαστήσει, θα ανθίσει και θα καρποφορήσει, όπως και άλλοτε, προς δόξαν Θεού».
3. «Το μπαστούνι του Θεού για μας τους Έλληνες, όταν φεύγουμε από το δρόμο του και πέφτουμε στην ασέβεια και αμαρτία, είναι οι Τούρκοι», έλεγε ο Γέροντας της Αίγινας Ιερώνυμος.
4. Κάποιος ρώτησε το Γέροντα Πορφύριο τι πρέπει να ψηφίσει στις βουλευτικές εκλογές κι εκείνος του απάντησε παραβολικά: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σαν την κλώσσα. Κάτω από τα φτερά της σκεπάζει και άσπρα πουλάκια και μαύρα πουλάκια και κίτρινα και κάθε χρώματος πουλάκια». Και άλλοτε είπε για τους πολιτικούς: «Τι να σου κάνουν και οι πολιτικοί; Είναι μπερδεμένοι με τα ψυχικά τους πάθη. Όταν ένας άνθρωπος δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, πώς θα μπορέσει να βοηθήσει τους άλλους; Φταίμε και εμείς για την κατάσταση αυτή. Αν ήμασταν αληθινοί χριστιανοί, θα μπορούσαμε να στείλουμε στη βουλή, όχι βέβαια χριστιανικό κόμμα, αλλά χριστιανούς πολιτικούς και τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά».
Από το βιβλίο «Διδαχές Γερόντων» του πρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση