Ρεπορτάζ Τάκης Πολίτης- Ιστορική έρευνα Ελένη Χάρου-Κορωναίου
Ο πανηγυρικός εσπερινός της Κυριακής 11/5 τελέστηκε στην ιερά μονή παρουσία πιστών απο το Νησί των Κυθήρων αλλά και απο την Κορώνη πατρίδα του οσίου.Την Δευτέρα 12/5 κυριώνυμον ημέρα της εορτής τελέσθηκε Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία Χοροστατούντος των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών κ.κ. Σεραφείμ { Κυθήρων Αντικιθύρων } και Ιερεμία { Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως } παρουσία τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών.καί κατόπιν έλαβε χώραν ἡ λιτάνευσις της Τιμίας Κάρας του Ὁσίου Θεοδώρου εις τον περίβολον της Ιεράς Μονής υπό τους ήχους της Φιλαρμονικής Ποταμού.
Παρά τον άσχημο καιρό οι πιστοί έσπευσαν απο νωρίς το πρωί στον Πολιούχο των Κυθήρων Όσιον Θεόδωρον
Ο Όσιος Θεόδωρος, προστάτης των Κυθήρων, σύμφωνα με το βίο του, γεννήθηκε στην Κορώνη μεταξύ των ετών 870-890. Μεγάλωσε και σπούδασε στο Ναύπλιο, όπου παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά. Η επιθυμία του να μονάσει τον έφερε στη Ρώμη και κατόπιν στη Μονεμβασία, όπου κλείστηκε σ’ ένα κελί της εκκλησίας της Θεοτόκου της Διακονίας.
Από εκεί ήρθε στα Κύθηρα περί το 921, όταν η νήσος ήταν <<έρημος και αοίκητος>> λόγω των επιδρομών των Σαρακηνών της Κρήτης και μόνασε στον παλαιό χριστιανικό ναό των αγίων Σεργίου και Βάκχου, ο οποίος φαίνεται είχε ιδρυθεί στη θέση ειδωλολατρικού ναού προς τιμήν του Διονύσου.
Το 922, στις 12 Μαϊου ο Όσιος Θεόδωρος απέθανε και λίγο καιρό μετά το θάνατό του ναύτες περαστικοί από τα Κύθηρα βρήκαν άθικτο το λείψανό του.
Τρία χρόνια αργότερα, το 925, Μονεμβασιώτες έθαψαν το λείψανο του αγίου. Η παλιά εκκλησία των αγίων Σεργίου και Βάκχου ξαναχτίστηκε από Μονεμβασιώτες και αφιερώθηκε στον Όσιο Θεόδωρο. Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε μοναστήρι, το οποίο απέκτησε περιουσία, την οποία καλλιεργούσαν οι ιερωμένοι, κοσμικοί και μοναχοί.Το χρονικό του Κυθήριου μοναχού Χειλά αποτελεί πολυ-τιμότατη πηγή για την ιστορία του μοναστηριού. Είναι μια έκθεση- αναφορά προς τους Βενιέρους, η οποία εγράφη περί το 1460.
Σύμφωνα με το χρονικό, το μοναστήρι ανήκει στη δικαιοδοσία των Λατίνων φεουδαρχών Βενιέρων, στους οποί-ους κατέβαλαν ετήσιο φόρο από τα εισοδήματα της μονής. Κατά τα μέσα του 14ου αι. το μοναστήρι αναλαμβάνει κά-ποιος πρωτοπαπάς Νοταράς.
Γύρω στα 1630 ο επίσκοπος Κυθήρων Αθανάσιος Βαλεριανός ανακαίνισε το ναό του Οσίου, στον οποίο έγιναν διάφο-ρες μετατροπές και προσθήκες. Πάνω από την κυρία είσοδο εντοιχίστηκε εντυπωσιακός θυρεός με αναμνηστική πλάκα η οποία φέρει την επιγραφή <<ΕΠΤΑΣΟ ΤΟΙΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟΙΣ ΑΘΑΝΑΣΙΕ ΠΡΟΦΡΩΝ ΑΓΛΑΪΣΙ ΠΤΙΛΟΙΣ ΥΨΙΘΡΟΝΩ ΤΕ-ΜΕΝΕΙ. ΟΞΥΤΑΤΟΙΣ ΔΕ ΜΑΚΑΡ Κατά καιρούς το μοναστήρι οργάνωνε διάφορες «ζητείες» για να Άλλοι εφημέριοι που υπηρέτησαν τη μονή κατά τον 18ο και 19ο αι. είναι ο παπά Αντώνιος Φατσέας, ο παπά Γιώργης Χαραμουντάνης, ο παπά Νικόλας Χαραμουντάνης, ο παπά Δημήτρης Χαραμουντάνης, ο ιερομόναχος Νικόλαος Πρινέας, ο παπά Ιωάννης
Στον περίβολο της μονής λειτούργησε κατά τους χρόνους της Αγγλοκρατίας η περίφημη «Αλληλοδιδακτική Σχολή του αγίου Θεοδώρου της Αρχιεπισκοπής». αντιμετωπίσει τα έξοδα του ναού. Γύρω από το μο-ναστήρι δημιουργήθηκε οικιστικός χώρος που τον κατοικού-σαν οι οικογένειες των ιερέων. Σύμφωνα με αρχειακές μαρ-τυρίες κατά το 1695 η μονή αριθμούσε 10 κελιά με μοναχές και δόκιμες, τελεί δε υπό την άμεση εποπτεία του επισκόπου Κυθήρων, στον οποίο υποχρεούται ο εκάστοτε εφημέριος να δίνει λεπτομερή αναφορά για κάθε ζήτημα.
Εξ άλλου ο εκάστοτε επίσκοπος αναθέτει την εφημερία και φροντίζει για την περιουσία του ναού. Έτσι στο ληξιαρχικό αρχείο αναφέρεται «η επισκοπική εκκλησία του αγίου Θεοδώρου.» Κατά την περίοδο 1762-1808 ηγούμενος της μονής διετέλεσε ο παπά- Μελέτιος Σοφιανός, ο οποίος ανήκει σε μια από τις πιο ισχυρές οικογένειες της Μονεμβασίας.
ΑΡΕΤΑΩΝ ΒΕΝΘΕΣΙΝ ΑΥΘΙΣ ΛΗΨΗ ΦΩΣ ΑΠΛΕΤΟΝ ΤΡΙΑΔΟΣ ΟΥΡΑΝΙΟΥ>> Μια απόπειρα να αποδοθεί σε ελεύθερη μετάφραση το ανωτέρω επίγραμμα είναι η εξής:
«Αθανάσιε ζηλωτή, πέταξες ψηλά με λαμπρά φτερά και ξε-πέρασες τη Διονυσιακή λατρεία και ανέδειξες τον παλιό ναό του Διονύσου σε περίλαμπρο τέμενος. Με το άπειρο δε βάθος της αρετής σου θα λάβεις άπλετο το φως της ουρανίου Τριάδος» Κατά καιρούς το μοναστήρι οργάνωνε διάφορες «ζητείες» για να αντιμετωπίσει τα έξοδα του ναού. Γύρω από το μο-ναστήρι δημιουργήθηκε οικιστικός χώρος που τον κατοικού-σαν οι οικογένειες των ιερέων. Σύμφωνα με αρχειακές μαρ-τυρίες κατά το 1695 η μονή αριθμούσε 10 κελιά με μοναχές και δόκιμες, τελεί δε υπό την άμεση εποπτεία του επισκόπου Κυθήρων, στον οποίο υποχρεούται ο εκάστοτε εφημέριος να δίνει λεπτομερή αναφορά για κάθε ζήτημα.
Εξ άλλου ο εκάστοτε επίσκοπος αναθέτει την εφημερία και φροντίζει για την περιουσία του ναού. Έτσι στο ληξιαρχικό αρχείο αναφέρεται «η επισκοπική εκκλησία του αγίου Θεοδώρου.» Κατά την περίοδο 1762-1808 ηγούμενος της μονής διετέλεσε ο παπά- Μελέτιος Σοφιανός, ο οποίος ανήκει σε μια από τις πιο ισχυρές οικογένειες της Μονεμβασίας.Άλλοι εφημέριοι που υπηρέτησαν τη μονή κατά τον 18ο και 19ο αι. είναι ο παπά Αντώνιος Φατσέας, ο παπά Γιώργης Χαραμουντάνης, ο παπά Νικόλας Χαραμουντάνης, ο παπά Δημήτρης Χαραμουντάνης, ο ιερομόναχος Νικόλαος Πρινέας, ο παπά Ιωάννης
Στον περίβολο της μονής λειτούργησε κατά τους χρόνους της Αγγλοκρατίας η περίφημη «Αλληλοδιδακτική Σχολή του αγίου Θεοδώρου της Αρχιεπισκοπής».
——————————————————–