Μελανιά ή μώλωπας ονομάζεται ο τοπικός αποχρωματισμός του δέρματος που συνοδεύεται από σημάδι κόκκινου ή μωβ χρώματος.
Η μελανιά εμφανίζεται συνήθως έπειτα από χτύπημα, λόγω ρήξης στα τριχοειδή αγγεία και επακόλουθης διαρροής ερυθρών αιμοσφαιρίων κάτω από την επιφάνεια του δέρματος.
Η ευαισθησία του ατόμου στην εμφάνιση της μελανιάς μπορεί να οφείλεται σε πολυάριθμους παράγοντες και δεν υποδεικνύει πάντοτε σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Πολλές φορές είναι αποτέλεσμα της γήρανσης, καθώς τα τριχοειδή αγγεία αποδυναμώνονται με την πάροδο των ετών κι έτσι είναι πιο επιρρεπή στη φθορά και τη ρήξη. Παράλληλα, όσο μεγαλώνουμε το δέρμα μας γίνεται πιο λεπτό και χάνει ποσότητες λίπους που προστατεύουν τα αιμοφόρα αγγεία σε περίπτωση τραυματισμού.
Σε μερικές περιπτώσεις, αυτή η ευαισθησία του δέρματος μπορεί να υποδεικνύει σηψαιμία (βακτηριακή λοίμωξη), χρόνια φλεγμονή, πάθηση στο συκώτι ή (σπάνια) κάποια μορφή καρκίνου.
Διαταραχές που επηρεάζουν την πήξη του αίματος, όπως η αιμορροφιλία και νόσος Willebrand, μπορεί επίσης να κάνουν το δέρμα πιο ευαίσθητο στις μελανιές.
Τέλος, οι μελανιές που εμφανίζονται με τον παραμικρό τραυματισμό μπορεί να υποδεικνύουν έλλειψη φολικού οξέος, βιταμίνης Β12, βιταμίνης C ή βιταμίνης Κ.