Ό υποτακτικός του Πατρός Ιωακείμ, θεοφύλακτος Μοναχός, μετά το θάνατο του γέροντα του, είδε υπερφυσικά φαινόμενα πού προξενούν θείο φόβο και τρόμο.
α) Μια μέρα, εκεί πού έκανε τον κανόνα του —ιδιαίτερη προσευχή— όπως τον είχε παραδώσει ό γέροντας του, είδε ένα Σταυρό φωτεινό να λάμπει από τη γη μέχρι τον ουρανό και να φέγγει όπως ό ήλιος. Άκουσε δε και φωνή πού Έλεγε: «Ουαί και αλίμονο στους ηγουμένους, τους γεροντάδες και τους αρχηγούς των εκκλησιών, πού δε φροντίζουν για τους υποτακτικούς και τους παπάδες και κυρίως τους νέους, να τους οδηγούν στο δρόμο του Θεού και στην αρετή, ή τιμωρία και καταδίκη τους, θα είναι μεγάλη από το δίκαιο Κριτή!
β) Ό Γέρο – θεοφύλακτος είδε άλλη φορά, στο κατώφλι της πόρτας του Κυριάκου, να είναι κάτω Σταυρός και μπαίνοντας, μέσα οι Παπάδες, πατούσαν πάνω. Τούτο του ήρθε φώτιση, ότι, φανέρωνε τους Παπάδες, Μοναχούς και χριστιανούς πού μπαίνουν στην εκκλησία του Θεού να κάνουν προσευχή, ενώ είναι γεμάτοι μίσος και κακία. Αυτό σημαίνει καταφρόνηση στο Πάθος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστου και το Σταυρό Του, από τον όποιον ό Δεσπότης Χριστός κήρυξε την αγάπη και όχι το μίσος!
γ) Ό ίδιος σε όράμα, είδε μεγάλη λίμνη, στην οποία πέφτανε οι άνθρωποι και χώνευαν μέσα. Άκουγε δε συνέχεια φωνή πάνω από τη λίμνη πού έλεγε: «Θεέ μου ελέησον τον κόσμο σου». Αυτή ή φωνή, του ήρθε έμπνευση, πώς είναι της Παναγίας Θεοτόκου πού προσεύχεται για όλο τον κόσμο!
δ) Άλλοτε πάλι στη Σκήτη αυτή, υπήρχε μεγάλη διαφωνία και φιλονικία μεταξύ των Μοναχών για το υδραγωγείο, και όλοι οι Πατέρες έκαναν λιτανεία, να τους φωτίσει ό Θεός τι να κάνουν;
Τότε ό Γέρο – θεοφύλακτος άκουσε φωνή πού έλεγε: «Ταλαίπωροι, δε βλέπετε τους πύρινους ποταμούς πού άρχονται εναντίον της Σκήτης, γιατί τρωγόσαστε; Πρέπει να ξέρετε ότι για να κάνετε θεάρεστο έργο πρέπει να έχετε αγάπη και ταπείνωση!»