Μισό αιώνα μετά την ίδρυση της, η ελληνορθόδοξη Μητρόπολη Γερμανίας εξελίχθηκε σταδιακά από εκκλησία των ελλήνων «γκασταρμπάιτερ» σε εκκλησία των ελληνικής καταγωγής πολιτών.
Ελληνορθόδοξη δοξολογία στην ελληνική αλλά και στη γερμανική γλώσσα άκουγε κανείς τη Δευτέρα το βράδυ στο ναό της Ενορίας της Αναλήψεως του Σωτήρος στο Βερολίνο. Οι δε ομιλίες και παρουσιάσεις ήταν όλες ανεξαιρέτως στα γερμανικά. Ο λόγος της τελετής αφορούσε τα 50 χρόνια από την ίδρυση της ελληνορθόδοξης Μητρόπολης Γερμανίας, γεγονός που γιορτάζεται αυτό το διάστημα στις ενορίες της μητροπόλεως, με αποκορύφωμα την επίσκεψη του Πατριάρχη Βαρθολομαίου τον Μάιο στη Γερμανία.
Και ας μη ξεχνάμε, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν αυτό που πήρε το 1963 την απόφαση της ίδρυσης της Μητροπόλεως Γερμανίας. Ως τότε αρμόδια για τις λίγες ενορίες ήταν Ελληνική Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας. Με την μαζική έλευση των ελλήνων μεταναστών ήρθε και η εκκλησία τους στη Γερμανία.
Σε αντίθεση, όμως, με τις πρώτες δεκαετίες, όπου η γλώσσα της θείας λειτουργίας ήταν τα ελληνικά, σήμερα ακούγονται όλο και περισσότερο τα γερμανικά. Όπως εξηγεί ο πρωτοπρεσβύτερος και υπεύθυνος της Μητρόπολης για οικουμενικά θέματα, Κωνσταντίνος Μύρων: «Η λειτουργία γίνεται φυσικά για το λαό –το λέει και ο όρος. Όταν λοιπόν αυτοί που είναι παρόντες στο ναό δεν καταλαβαίνουν τα ελληνικά, προσπαθούμε να τους εξυπηρετήσουμε και αυτούς. Για την ορθοδοξία η γλώσσα της λειτουργίας δεν αποτέλεσε ποτέ δόγμα. Δεν επιβάλλεται τίποτα. Ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες της κάθε ενορίας ή της κάθε λειτουργίας.»
Ο πάτερ Μύρων είναι ρουμανικής καταγωγής. Άλλοι πάλι ιερείς είναι γερμανικής ή άλλης καταγωγής. Και το πιθανότερο είναι κάποτε στο μέλλον η γλώσσα της ελληνορθόδοξης εκκλησίας στη Γερμανία να είναι τα γερμανικά, όπως τα αγγλικά στις εκκλησίες της Βορείου Αμερικής. Ήδη έχει μεταφραστεί η θεία λειτουργία στη γερμανική γλώσσα.
Μια εκκλησία μπροστά από τις εξελίξεις
Η κατάσταση αυτή σχετίζεται με το φαινόμενο της μόνιμης παραμονής στην χώρα των ελλήνων μεταναστών. Η Μητρόπολη Γερμανίας ήταν αυτή που από νωρίς διέβλεψε αυτή την εξέλιξη και είχε πρωτοστατήσει στη συζήτηση για την ενσωμάτωση των Eλλήνων στη γερμανική κοινωνία. Ήδη από τη δεκαετία του ΄80, όταν ο ελληνισμός της Γερμανίας στην πλειοψηφία του ασχολούνταν ακόμη με τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, ο μητροπολίτης Αυγουστίνος, έχοντας κατά νου ότι η προσωρινότητα ήταν απλώς μια χίμαιρα, παρότρυνε τους Έλληνες να ενταχθούν στη γερμανική κοινωνία, στα γερμανικά κόμματα ή ακόμη να στέλνουν τα παιδιά τους στα γερμανικά σχολεία, ώστε αργότερα να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της εγχώριας αγοράς εργασίας.
Στο πλαίσιο της λογικής της ενσωμάτωσης, η Μητρόπολη Γερμανίας προωθεί εδώ και δεκαετίες ενεργά τη συνεργασία των χριστιανικών θρησκειών -όχι μόνο με τις ορθόδοξες αλλά και με τις δύο κατ΄ εξοχήν εκκλησίες της χώρας, την προτεσταντική και την καθολική. Αυτή η προσφορά βρίσκει αναγνώριση. Ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Βερολίνου καρδινάλιος Ράινερ Βέλκι επισημαίνει:
«Ο διάλογος μας εδώ στη Γερμανία είναι αδελφικός στη βάση μιας καλής σχέσης. Έχουμε σε πάρα πολλά θεολογικά ζητήματα κοινές αντιλήψεις. Ευχόμαστε να υπάρξει όλο και μεγαλύτερη προσέγγιση. Είμαστε πράγματι αδελφές εκκλησίες που όντας οικουμενικά προσηλωμένες πορευόμαστε μαζί.»
Αυτόπτης μάρτυρας αυτής της πορείας είναι ο Μητροπολίτης Γερμανίας Αυγουστίνος, που κατέχει αυτό το αξίωμα από το1980. Στη Γερμανία είχε έρθει πριν 54 χρόνια, δηλαδή πριν ακόμη δημιουργηθεί η Μητρόπολη και με ελάχιστες εκκλησίες ανά τη γερμανική επικράτεια. Από το μηδέν σχεδόν τότε, με την έμπρακτη προσφορά των πιστών της παροικίας, με τις εισφορές τους και με δωρεές, η εκκλησία διατηρεί σήμερα 56 ενορίες με περίπου 70 πρεσβύτερους και διακόνους. Με 350.000 πιστούς η ελληνορθόδοξη Μητρόπολη εκπροσωπεί μετά την προτεσταντική και την καθολική το τρίτο μεγαλύτερο χριστιανικό δόγμα της Γερμανίας. Αλλά η αποστολή δεν τελειώνει εδώ, θα δηλώσει ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος:
«Καταφέραμε να τελειώσουμε την ανοικοδόμηση της μητροπόλεως. Αυτό που λείπει τώρα είναι οι κληρικοί του μέλλοντος. Δηλαδή θα πρέπει να είναι γεννημένοι και μεγαλωμένοι στη Γερμανία για να μπορούν να ‘παλεύουν’, όπως ο ιερέας του Βερολίνου πατήρ Εμμανουήλ, και τις άλλες εκκλησίες και το κράτος.»
Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει οπωσδήποτε και το γεγονός ότι τόσο στο Πανεπιστήμιο του Μύνστερ όσο και σε αυτό του Μονάχου διδάσκεται ορθόδοξη θεολογία. Εκεί, στο Μόναχο, γράφει ο γεννημένος στη Γερμανία ιερέας Εμμανουήλ Σφιάτκος τη διατριβή του.